Scrutatio

Martedi, 14 maggio 2024 - San Mattia ( Letture di oggi)

ΒΑΣΙΛΕΙΩΝ Β´ - 2 Samuele - Kings II 8


font
LXXKÁLDI-NEOVULGÁTA
1 και εγενετο μετα ταυτα και επαταξεν δαυιδ τους αλλοφυλους και ετροπωσατο αυτους και ελαβεν δαυιδ την αφωρισμενην εκ χειρος των αλλοφυλων1 Ezek után az történt, hogy Dávid megverte és leigázta a filiszteusokat, s így Dávid kiragadta a kormány gyeplőjét a filiszteusok kezéből.
2 και επαταξεν δαυιδ την μωαβ και διεμετρησεν αυτους εν σχοινιοις κοιμισας αυτους επι την γην και εγενετο τα δυο σχοινισματα του θανατωσαι και τα δυο σχοινισματα εζωγρησεν και εγενετο μωαβ τω δαυιδ εις δουλους φεροντας ξενια2 Megverte továbbá a moabitákat, s lefektette őket a földre, s kötéllel végigmérte soraikat: mindig két kötélnyit mért le, az egyiket megölette, a másikat életben hagyta. Így lettek a moabiták Dávid adófizető szolgáivá.
3 και επαταξεν δαυιδ τον αδρααζαρ υιον ρααβ βασιλεα σουβα πορευομενου αυτου επιστησαι την χειρα αυτου επι τον ποταμον ευφρατην3 Megverte továbbá Dávid Adarézert, Rohób fiát, Szóba királyát, amikor az elindult, hogy helyreállítsa uralmát az Eufrátesz folyó mellett.
4 και προκατελαβετο δαυιδ των αυτου χιλια αρματα και επτα χιλιαδας ιππεων και εικοσι χιλιαδας ανδρων πεζων και παρελυσεν δαυιδ παντα τα αρματα και υπελιπετο εξ αυτων εκατον αρματα4 Dávid ezerhétszáz lovast és húszezer gyalogost ejtett foglyul seregéből, de valamennyi szekeres ló inát elvágatta, és csak száz fogatot hagyott meg belőlük.
5 και παραγινεται συρια δαμασκου βοηθησαι τω αδρααζαρ βασιλει σουβα και επαταξεν δαυιδ εν τω συρω εικοσι δυο χιλιαδας ανδρων5 Ekkor eljöttek a damaszkuszi szírek, hogy segítséget nyújtsanak Adarézernek, Szóba királyának, de Dávid megvert a szírek közül huszonkétezer embert.
6 και εθετο δαυιδ φρουραν εν συρια τη κατα δαμασκον και εγενετο ο συρος τω δαυιδ εις δουλους φεροντας ξενια και εσωσεν κυριος τον δαυιδ εν πασιν οις επορευετο6 Aztán Dávid őrséget helyezett a damaszkuszi Szíriába, s a szírek Dávid adófizető szolgái lettek, mert az Úr mindenütt megoltalmazta Dávidot, bármerre tartott.
7 και ελαβεν δαυιδ τους χλιδωνας τους χρυσους οι ησαν επι των παιδων των αδρααζαρ βασιλεως σουβα και ηνεγκεν αυτα εις ιερουσαλημ και ελαβεν αυτα σουσακιμ βασιλευς αιγυπτου εν τω αναβηναι αυτον εις ιερουσαλημ εν ημεραις ροβοαμ υιου σολομωντος7 Ugyanakkor Dávid elvette azokat az arany fegyvereket, amelyek Adarézer szolgáin voltak, és elvitte Jeruzsálembe.
8 και εκ της μασβακ εκ των εκλεκτων πολεων του αδρααζαρ ελαβεν ο βασιλευς δαυιδ χαλκον πολυν σφοδρα εν αυτω εποιησεν σαλωμων την θαλασσαν την χαλκην και τους στυλους και τους λουτηρας και παντα τα σκευη8 Tébából és Berótból, Adarézer városaiból pedig igen sok rézre tett szert Dávid király.
9 και ηκουσεν θοου ο βασιλευς ημαθ οτι επαταξεν δαυιδ πασαν την δυναμιν αδρααζαρ9 Ekkor Tóu, Hamat királya meghallotta, hogy Dávid megverte Adarézer egész haderejét.
10 και απεστειλεν θοου ιεδδουραν τον υιον αυτου προς βασιλεα δαυιδ ερωτησαι αυτον τα εις ειρηνην και ευλογησαι αυτον υπερ ου επολεμησεν τον αδρααζαρ και επαταξεν αυτον οτι αντικειμενος ην τω αδρααζαρ και εν ταις χερσιν αυτου ησαν σκευη αργυρα και σκευη χρυσα και σκευη χαλκα10 Erre Tóu elküldte a fiát, Jórámot Dávid királyhoz, hogy köszöntse és üdvözölje, s megköszönje, hogy Adarézerrel megvívott és azt megverte – Adarézer ugyanis ellensége volt Tóunak –, és aranytárgyakat, ezüsttárgyakat és réztárgyakat vigyen neki.
11 και ταυτα ηγιασεν ο βασιλευς δαυιδ τω κυριω μετα του αργυριου και μετα του χρυσιου ου ηγιασεν εκ πασων των πολεων ων κατεδυναστευσεν11 Dávid király ezeket is az Úrnak szentelte, azzal az arannyal és ezüsttel együtt, amelyet a különböző meghódított nemzetektől szentelt Neki:
12 εκ της ιδουμαιας και εκ της γης μωαβ και εκ των υιων αμμων και εκ των αλλοφυλων και εξ αμαληκ και εκ των σκυλων αδρααζαρ υιου ρααβ βασιλεως σουβα12 a szírektől, a moabitáktól, Ammon fiaitól, a filiszteusoktól, az amalekitáktól, továbbá Adarézernek, Szóba királyának, Rohób fiának zsákmányából.
13 και εποιησεν δαυιδ ονομα και εν τω ανακαμπτειν αυτον επαταξεν την ιδουμαιαν εν γαιμελε εις οκτωκαιδεκα χιλιαδας13 Akkor is hírnevet szerzett magának Dávid, amikor visszatért Edom leverése után, mert a Sós-völgyben megvert tizennyolcezer embert,
14 και εθετο εν τη ιδουμαια φρουραν εν παση τη ιδουμαια και εγενοντο παντες οι ιδουμαιοι δουλοι τω βασιλει και εσωσεν κυριος τον δαυιδ εν πασιν οις επορευετο14 és Edomba őröket helyezett, s őrséget rendelt. Így egész Edom Dávid szolgája lett, mert az Úr mindenütt megoltalmazta Dávidot, bárhova tartott.
15 και εβασιλευσεν δαυιδ επι ισραηλ και ην δαυιδ ποιων κριμα και δικαιοσυνην επι παντα τον λαον αυτου15 Dávid egész Izraelen uralkodott, ítéletet és igazságot szolgáltatott egész népének.
16 και ιωαβ υιος σαρουιας επι της στρατιας και ιωσαφατ υιος αχια επι των υπομνηματων16 Joáb, Száruja fia volt a sereg fővezére, Jozafát, Áhiud fia volt a jegyző,
17 και σαδδουκ υιος αχιτωβ και αχιμελεχ υιος αβιαθαρ ιερεις και ασα ο γραμματευς17 Szádok, Ahitób fia és Ahimelek, Abjatár fia voltak a papok, Szeraja, az íródeák,
18 και βαναιας υιος ιωδαε συμβουλος και ο χελεθθι και ο φελεττι και υιοι δαυιδ αυλαρχαι ησαν18 Benája, Jojáda fia a keretiek és feletiek vezetője, Dávid fiai pedig papok voltak.