Scrutatio

Martedi, 14 maggio 2024 - San Mattia ( Letture di oggi)

ΒΑΣΙΛΕΙΩΝ Β´ - 2 Samuele - Kings II 7


font
LXXKÁLDI-NEOVULGÁTA
1 και εγενετο οτε εκαθισεν ο βασιλευς εν τω οικω αυτου και κυριος κατεκληρονομησεν αυτον κυκλω απο παντων των εχθρων αυτου των κυκλω1 Történt pedig, hogy amikor a király már a palotájában lakott, s az Úr már nyugodalmat szerzett neki mindenfelől valamennyi ellenségétől,
2 και ειπεν ο βασιλευς προς ναθαν τον προφητην ιδου δη εγω κατοικω εν οικω κεδρινω και η κιβωτος του θεου καθηται εν μεσω της σκηνης2 így szólt a király Nátán prófétához: »Nem látod-e, hogy én cédruspalotában lakom, az Isten ládája pedig bőrök között van?«
3 και ειπεν ναθαν προς τον βασιλεα παντα οσα αν εν τη καρδια σου βαδιζε και ποιει οτι κυριος μετα σου3 Azt mondta erre Nátán a királynak: »Eredj, tedd meg mindazt, ami szándékodban van, mert az Úr veled van.«
4 και εγενετο τη νυκτι εκεινη και εγενετο ρημα κυριου προς ναθαν λεγων4 Íme, azonban még az éjjel szózatot intézett az Úr Nátánhoz, ezekkel a szavakkal:
5 πορευου και ειπον προς τον δουλον μου δαυιδ ταδε λεγει κυριος ου συ οικοδομησεις μοι οικον του κατοικησαι με5 »Eredj, s mondd szolgámnak, Dávidnak: Ezt üzeni az Úr: Hát te házat akarsz építeni nekem lakásul?
6 οτι ου κατωκηκα εν οικω αφ' ης ημερας ανηγαγον εξ αιγυπτου τους υιους ισραηλ εως της ημερας ταυτης και ημην εμπεριπατων εν καταλυματι και εν σκηνη6 Hiszen nem laktam én házban attól a naptól kezdve, hogy kihoztam Izrael fiait Egyiptom földjéről mind a mai napig, hanem sátorhajlékban jártam.
7 εν πασιν οις διηλθον εν παντι ισραηλ ει λαλων ελαλησα προς μιαν φυλην του ισραηλ ω ενετειλαμην ποιμαινειν τον λαον μου ισραηλ λεγων τι οτι ουκ ωκοδομηκατε μοι οικον κεδρινον7 Szóltam-e valahol, ahol Izrael fiaival jártam, Izrael valamelyik törzsének, amelyet népemnek, Izraelnek legeltetésével megbíztam, s mondtam-e nekik: Miért nem építettetek nekem cédrusházat?
8 και νυν ταδε ερεις τω δουλω μου δαυιδ ταδε λεγει κυριος παντοκρατωρ ελαβον σε εκ της μανδρας των προβατων του ειναι σε εις ηγουμενον επι τον λαον μου επι τον ισραηλ8 Most azonban ezt mondd szolgámnak, Dávidnak: Ezt üzeni a seregek Ura: Én elhoztalak téged a legelőről, a juhok mögül, hogy népem, Izrael fejedelme légy,
9 και ημην μετα σου εν πασιν οις επορευου και εξωλεθρευσα παντας τους εχθρους σου απο προσωπου σου και εποιησα σε ονομαστον κατα το ονομα των μεγαλων των επι της γης9 s veled voltam mindenütt, ahol csak jártál, s kipusztítottam minden ellenségedet színed elől, s olyan nagy nevet szereztem neked, mint a föld nagyjainak neve.
10 και θησομαι τοπον τω λαω μου τω ισραηλ και καταφυτευσω αυτον και κατασκηνωσει καθ' εαυτον και ου μεριμνησει ουκετι και ου προσθησει υιος αδικιας του ταπεινωσαι αυτον καθως απ' αρχης10 Nos, én népemnek, Izraelnek helyet szerzek, s elültetem, hogy ott lakjon, s ne háborgassák többé, s a gonoszság fiai ne nyomorgassák többé, mint azelőtt,
11 απο των ημερων ων εταξα κριτας επι τον λαον μου ισραηλ και αναπαυσω σε απο παντων των εχθρων σου και απαγγελει σοι κυριος οτι οικον οικοδομησεις αυτω11 attól a naptól kezdve, hogy bírákat rendeltem népem, Izrael fölé. Nyugodalmat adok tehát neked minden ellenségedtől, s íme, előre megmondja neked az Úr, hogy házat alkot neked az Úr.
12 και εσται εαν πληρωθωσιν αι ημεραι σου και κοιμηθηση μετα των πατερων σου και αναστησω το σπερμα σου μετα σε ος εσται εκ της κοιλιας σου και ετοιμασω την βασιλειαν αυτου12 Amikor ugyanis letelnek napjaid, s aludni térsz atyáidhoz, felemelem utánad ivadékodat, aki ágyékodból származik, s megszilárdítom királyságát.
13 αυτος οικοδομησει μοι οικον τω ονοματι μου και ανορθωσω τον θρονον αυτου εως εις τον αιωνα13 Ő fog házat építeni nevemnek, s én megszilárdítom királysága trónját mindörökre.
14 εγω εσομαι αυτω εις πατερα και αυτος εσται μοι εις υιον και εαν ελθη η αδικια αυτου και ελεγξω αυτον εν ραβδω ανδρων και εν αφαις υιων ανθρωπων14 Atyja leszek neki, s ő fiam lesz nekem: ha valami gonoszat cselekszik, megfenyítem őt az emberek vesszejével, s az emberek fiainak csapásaival.
15 το δε ελεος μου ουκ αποστησω απ' αυτου καθως απεστησα αφ' ων απεστησα εκ προσωπου μου15 De irgalmasságomat meg nem vonom tőle, mint ahogy megvontam Saultól, akit eltávolítottam színem elől,
16 και πιστωθησεται ο οικος αυτου και η βασιλεια αυτου εως αιωνος ενωπιον εμου και ο θρονος αυτου εσται ανωρθωμενος εις τον αιωνα16 hanem állandó lesz házad és királyságod mindörökké színem előtt, és szilárd lesz trónod mindenkor.«
17 κατα παντας τους λογους τουτους και κατα πασαν την ορασιν ταυτην ουτως ελαλησεν ναθαν προς δαυιδ17 Így, egészen e szavak szerint, s egészen e látomás szerint mondta el Nátán mindezt Dávidnak.
18 και εισηλθεν ο βασιλευς δαυιδ και εκαθισεν ενωπιον κυριου και ειπεν τις ειμι εγω κυριε μου κυριε και τις ο οικος μου οτι ηγαπηκας με εως τουτων18 Bement erre Dávid király az Úr elé, leült, és így szólt: »Ki vagyok én, Uram Isten, s mi az én házam, hogy engem ennyire felemeltél?
19 και κατεσμικρυνθη μικρον ενωπιον σου κυριε μου κυριε και ελαλησας υπερ του οικου του δουλου σου εις μακραν ουτος δε ο νομος του ανθρωπου κυριε μου κυριε19 Sőt még ez is kevésnek tűnt színed előtt, Uram, Isten, s a messze időre vonatkozólag is szóltál szolgád házáról, mert ez a törvénye az embernek, Uram, Isten!
20 και τι προσθησει δαυιδ ετι του λαλησαι προς σε και νυν συ οιδας τον δουλον σου κυριε μου κυριε20 Mit is tudna még mondani Dávid neked? Hiszen te, Uram Isten, ismered szolgádat!
21 δια τον λογον σου πεποιηκας και κατα την καρδιαν σου εποιησας πασαν την μεγαλωσυνην ταυτην γνωρισαι τω δουλω σου21 Szavad dicsőségére és szíved jóságának bizonyságára cselekedted, és adtad tudtára szolgádnak mindezeket a nagy dolgokat.
22 ενεκεν του μεγαλυναι σε κυριε μου κυριε οτι ουκ εστιν ως συ και ουκ εστιν θεος πλην σου εν πασιν οις ηκουσαμεν εν τοις ωσιν ημων22 Nagynak bizonyultál általa, Uram, Isten, bizony nincs hasonló hozzád, s nincs Isten rajtad kívül – egészen úgy, mint ahogy hallottuk fülünkkel.
23 και τις ως ο λαος σου ισραηλ εθνος αλλο εν τη γη ως ωδηγησεν αυτον ο θεος του λυτρωσασθαι αυτω λαον του θεσθαι σε ονομα του ποιησαι μεγαλωσυνην και επιφανειαν του εκβαλειν σε εκ προσωπου του λαου σου ου ελυτρωσω σεαυτω εξ αιγυπτου εθνη και σκηνωματα23 Van-e olyan nemzet a földön, mint a te néped, Izrael, amelyért elment volna Isten, hogy népévé váltsa, s általa hírnevet szerezzen magának, és olyan nagy és rettenetes dolgokat cselekedjen érte a földön, mint az a te néped színe előtt történt, amelyet kiváltottál magadnak Egyiptomból, annak nemzetétől s istenétől?
24 και ητοιμασας σεαυτω τον λαον σου ισραηλ λαον εως αιωνος και συ κυριε εγενου αυτοις εις θεον24 Örökre népeddé tetted ugyanis népedet, Izraelt, s te, Uram Isten, lettél az Istenük.
25 και νυν κυριε μου κυριε το ρημα ο ελαλησας περι του δουλου σου και του οικου αυτου πιστωσον εως αιωνος κυριε παντοκρατωρ θεε του ισραηλ και νυν καθως ελαλησας25 Most tehát, Uram Isten, tartsd fenn szavadat, amelyet szóltál szolgádról s házáról, mindörökké, s tégy, ahogy szóltál,
26 μεγαλυνθειη το ονομα σου εως αιωνος26 hogy magasztalják nevedet mindörökké és mondják: ‘A seregek Ura az Istene Izraelnek’ – s akkor szolgádnak, Dávidnak a háza állandó lesz az Úr előtt.
27 κυριε παντοκρατωρ θεος ισραηλ απεκαλυψας το ωτιον του δουλου σου λεγων οικον οικοδομησω σοι δια τουτο ευρεν ο δουλος σου την καρδιαν εαυτου του προσευξασθαι προς σε την προσευχην ταυτην27 Seregek Ura, Izrael Istene, mivel te nyilatkoztattad ki szolgád hallatára a szót: ‘Házat építek neked’, azért merített szolgád bátorságot arra, hogy ezzel az imádsággal forduljon hozzád.
28 και νυν κυριε μου κυριε συ ει ο θεος και οι λογοι σου εσονται αληθινοι και ελαλησας υπερ του δουλου σου τα αγαθα ταυτα28 Most tehát, Uram Isten, te Isten vagy és szavad igaz lesz, mert te mondtad szolgádnak e jókat!
29 και νυν αρξαι και ευλογησον τον οικον του δουλου σου του ειναι εις τον αιωνα ενωπιον σου οτι συ ει κυριε μου κυριε ελαλησας και απο της ευλογιας σου ευλογηθησεται ο οικος του δουλου σου εις τον αιωνα29 Méltóztasd tehát megáldani szolgád házát, hogy fennmaradjon előtted örökké, hiszen, Uram Isten, te mondtad és áldásod meg is fogja áldani szolgád házát mindörökké.«