Scrutatio

Lunedi, 13 maggio 2024 - Beata Vergine Maria di Fatima ( Letture di oggi)

ΓΕΝΕΣΙΣ - Genesi - Genesis 35


font
LXXKÁLDI-NEOVULGÁTA
1 ειπεν δε ο θεος προς ιακωβ αναστας αναβηθι εις τον τοπον βαιθηλ και οικει εκει και ποιησον εκει θυσιαστηριον τω θεω τω οφθεντι σοι εν τω αποδιδρασκειν σε απο προσωπου ησαυ του αδελφου σου1 Isten ekkor így szólt Jákobhoz: »Kelj fel, és menj fel Bételbe. Telepedj le ott, és építs oltárt Istennek, aki megjelent neked, amikor a bátyád, Ézsau elől menekültél!«
2 ειπεν δε ιακωβ τω οικω αυτου και πασιν τοις μετ' αυτου αρατε τους θεους τους αλλοτριους τους μεθ' υμων εκ μεσου υμων και καθαρισασθε και αλλαξατε τας στολας υμων2 Erre Jákob összehívta egész háza népét, és így szólt: »Dobjátok el a nálatok levő idegen isteneket, tisztítsátok meg magatokat, és váltsatok ruhát.
3 και ανασταντες αναβωμεν εις βαιθηλ και ποιησωμεν εκει θυσιαστηριον τω θεω τω επακουσαντι μοι εν ημερα θλιψεως ος ην μετ' εμου και διεσωσεν με εν τη οδω η επορευθην3 Keljetek fel, és menjünk fel Bételbe, hogy ott oltárt építsünk Istennek, aki meghallgatott engem szorongatásom napján, és kísérőm volt utamon!«
4 και εδωκαν τω ιακωβ τους θεους τους αλλοτριους οι ησαν εν ταις χερσιν αυτων και τα ενωτια τα εν τοις ωσιν αυτων και κατεκρυψεν αυτα ιακωβ υπο την τερεμινθον την εν σικιμοις και απωλεσεν αυτα εως της σημερον ημερας4 Odaadták tehát neki az összes idegen istent, amelyet őrizgettek, s a függőket is, amelyek a füleikben voltak. Ő pedig elásta azokat az alatt a tölgyfa alatt, amely Szíchem városa mögött van.
5 και εξηρεν ισραηλ εκ σικιμων και εγενετο φοβος θεου επι τας πολεις τας κυκλω αυτων και ου κατεδιωξαν οπισω των υιων ισραηλ5 Amikor aztán elindultak, Isten rémületet támasztott a körülöttük fekvő városokban, úgyhogy azok nem merték űzőbe venni Jákob fiait.
6 ηλθεν δε ιακωβ εις λουζα η εστιν εν γη χανααν η εστιν βαιθηλ αυτος και πας ο λαος ος ην μετ' αυτου6 Jákob eljutott tehát Lúzába – amely Kánaán földjén van –, más néven Bételbe az egész vele levő néppel együtt.
7 και ωκοδομησεν εκει θυσιαστηριον και εκαλεσεν το ονομα του τοπου βαιθηλ εκει γαρ επεφανη αυτω ο θεος εν τω αποδιδρασκειν αυτον απο προσωπου ησαυ του αδελφου αυτου7 Ott oltárt épített, és elnevezte azt a helyet Bétel Istenének, mivel ott jelent meg neki Isten, amikor a bátyja elől menekült.
8 απεθανεν δε δεββωρα η τροφος ρεβεκκας κατωτερον βαιθηλ υπο την βαλανον και εκαλεσεν ιακωβ το ονομα αυτης βαλανος πενθους8 Ugyanebben az időben meghalt Debóra, Rebekka dajkája. Bétel mellett, a tölgyfa alatt temették el, és azt a helyet elnevezték Siratás tölgyének.
9 ωφθη δε ο θεος ιακωβ ετι εν λουζα οτε παρεγενετο εκ μεσοποταμιας της συριας και ηυλογησεν αυτον ο θεος9 Isten ekkor ismét megjelent Jákobnak, miután visszatért Paddan-Arámból. Megáldotta őt
10 και ειπεν αυτω ο θεος το ονομα σου ιακωβ ου κληθησεται ετι ιακωβ αλλ' ισραηλ εσται το ονομα σου10 ezekkel a szavakkal: »Ne Jákobnak hívjanak ezentúl, hanem Izrael legyen a neved!« Elnevezte tehát Izraelnek,
11 ειπεν δε αυτω ο θεος εγω ο θεος σου αυξανου και πληθυνου εθνη και συναγωγαι εθνων εσονται εκ σου και βασιλεις εκ της οσφυος σου εξελευσονται11 és azt mondta neki: »Én vagyok a Mindenható Isten: szaporodj tehát és sokasodj. Egy nemzet, sőt, a nemzetek sokasága lesz belőled, királyok erednek ágyékodból.
12 και την γην ην δεδωκα αβρααμ και ισαακ σοι δεδωκα αυτην σοι εσται και τω σπερματι σου μετα σε δωσω την γην ταυτην12 Azt a földet, amelyet Ábrahámnak és Izsáknak adtam, neked adom. Utánad pedig utódodnak fogom adni ezt a földet.«
13 ανεβη δε ο θεος απ' αυτου εκ του τοπου ου ελαλησεν μετ' αυτου13 Azzal Isten eltávozott tőle.
14 και εστησεν ιακωβ στηλην εν τω τοπω ω ελαλησεν μετ' αυτου στηλην λιθινην και εσπεισεν επ' αυτην σπονδην και επεχεεν επ' αυτην ελαιον14 Erre ő emlékkövet állított arra a helyre, ahol Isten szólt hozzá. Italáldozatot mutatott be rajta, olajat öntött rá,
15 και εκαλεσεν ιακωβ το ονομα του τοπου εν ω ελαλησεν μετ' αυτου εκει ο θεος βαιθηλ15 és elnevezte azt a helyet Bételnek.
16 απαρας δε ιακωβ εκ βαιθηλ επηξεν την σκηνην αυτου επεκεινα του πυργου γαδερ εγενετο δε ηνικα ηγγισεν χαβραθα εις γην ελθειν εφραθα ετεκεν ραχηλ και εδυστοκησεν εν τω τοκετω16 Azután elindultak Bételből, és Ráchel még jóval Efrata előtt, útközben vajúdni kezdett,
17 εγενετο δε εν τω σκληρως αυτην τικτειν ειπεν αυτη η μαια θαρσει και γαρ ουτος σοι εστιν υιος17 és a szülés nehézsége miatt életveszélybe került. A bába ekkor azt mondta neki: »Ne félj, ez is fiú lesz!«
18 εγενετο δε εν τω αφιεναι αυτην την ψυχην απεθνησκεν γαρ εκαλεσεν το ονομα αυτου υιος οδυνης μου ο δε πατηρ εκαλεσεν αυτον βενιαμιν18 Amikor aztán lelkét gyötrelmében már-már kiadta, és elközelgett a halála, elnevezte a fiát Ben-Óninak (azaz Gyötrelmem fiának). Apja azonban Benjaminnak (azaz Jobbom fiának) nevezte őt.
19 απεθανεν δε ραχηλ και εταφη εν τη οδω εφραθα αυτη εστιν βηθλεεμ19 Aztán meghalt Ráchel, és eltemették azon az úton, amely Efratába, vagyis Betlehembe visz.
20 και εστησεν ιακωβ στηλην επι του μνημειου αυτης αυτη εστιν στηλη μνημειου ραχηλ εως της σημερον ημερας20 Jákob emlékkövet állított a sírjára: ez Ráchel sírjának emlékköve mind a mai napig.
21 -21 Aztán elindult onnan, és a Migdaléderen (azaz Nyáj-tornyon) túl verte le a sátrát.
22 εγενετο δε ηνικα κατωκησεν ισραηλ εν τη γη εκεινη επορευθη ρουβην και εκοιμηθη μετα βαλλας της παλλακης του πατρος αυτου και ηκουσεν ισραηλ και πονηρον εφανη εναντιον αυτου ησαν δε οι υιοι ιακωβ δωδεκα22 Amíg azon a földön lakott, Rúben elment, és Bilhával hált, apja mellékfeleségével. Ez azonban nem maradt titokban apja előtt. Jákob fiai tizenketten voltak:
23 υιοι λειας πρωτοτοκος ιακωβ ρουβην συμεων λευι ιουδας ισσαχαρ ζαβουλων23 Lea fiai: az elsőszülött, Rúben, azután Simeon, Lévi, Júda, Isszakár és Zebulon.
24 υιοι δε ραχηλ ιωσηφ και βενιαμιν24 Ráchel fiai: József és Benjamin.
25 υιοι δε βαλλας παιδισκης ραχηλ δαν και νεφθαλι25 Bilhának, Ráchel szolgálójának a fiai: Dán és Naftali.
26 υιοι δε ζελφας παιδισκης λειας γαδ και ασηρ ουτοι υιοι ιακωβ οι εγενοντο αυτω εν μεσοποταμια της συριας26 Zelfának, Lea szolgálójának a fiai: Gád és Áser. Ezek Jákob fiai, akik Paddan-Arámban születtek neki.
27 ηλθεν δε ιακωβ προς ισαακ τον πατερα αυτου εις μαμβρη εις πολιν του πεδιου αυτη εστιν χεβρων εν γη χανααν ου παρωκησεν αβρααμ και ισαακ27 Jákob ezek után odaérkezett apjához, Izsákhoz Mamréba, Kirjat-Arbába, azaz Hebronba, ahol Ábrahám és Izsák jövevényként lakott.
28 εγενοντο δε αι ημεραι ισαακ ας εζησεν ετη εκατον ογδοηκοντα28 Ekkor beteltek Izsák napjai – száznyolcvan esztendőt tettek ki –
29 και εκλιπων απεθανεν και προσετεθη προς το γενος αυτου πρεσβυτερος και πληρης ημερων και εθαψαν αυτον ησαυ και ιακωβ οι υιοι αυτου29 aztán elhunyt. Öregkorában, napokkal telten megtért népéhez. Fiai pedig, Ézsau és Jákob eltemették.