Scrutatio

Mercoledi, 8 maggio 2024 - Madonna del Rosario di Pompei ( Letture di oggi)

Sámuel első könyve 7


font
KÁLDI-NEOVULGÁTALXX
1 Erre a kirjátjearimi emberek odamentek, s felvitték az Úr ládáját magukhoz, s felvitték Abinádáb házába a dombra, Eleazárt, a fiát pedig felszentelték, hogy őrizze az Isten ládáját.1 και ερχονται οι ανδρες καριαθιαριμ και αναγουσιν την κιβωτον διαθηκης κυριου και εισαγουσιν αυτην εις οικον αμιναδαβ τον εν τω βουνω και τον ελεαζαρ υιον αυτου ηγιασαν φυλασσειν την κιβωτον διαθηκης κυριου
2 Amikor sok nap elmúlt már attól a naptól kezdve, hogy az Úr ládája Kirját-Jearimba került – már a huszadik esztendő volt –, az történt, hogy Izrael egész háza az Úrhoz kiáltott.2 και εγενηθη αφ' ης ημερας ην η κιβωτος εν καριαθιαριμ επληθυναν αι ημεραι και εγενοντο εικοσι ετη και επεβλεψεν πας οικος ισραηλ οπισω κυριου
3 Ekkor Sámuel felszólította egész Izraelt: »Ha valóban teljes szívetekből akartok megtérni az Úrhoz, akkor távolítsátok el magatok közül az idegen isteneket, a Baálokat és az Astartéket, készítsétek el szíveteket az Úrnak és szolgáljatok egyedül neki, s akkor ő megszabadít titeket a filiszteusok kezéből.«3 και ειπεν σαμουηλ προς παντα οικον ισραηλ λεγων ει εν ολη καρδια υμων υμεις επιστρεφετε προς κυριον περιελετε τους θεους τους αλλοτριους εκ μεσου υμων και τα αλση και ετοιμασατε τας καρδιας υμων προς κυριον και δουλευσατε αυτω μονω και εξελειται υμας εκ χειρος αλλοφυλων
4 Erre Izrael fiai eltávolították a Baálokat és az Astartéket, s egyedül az Úrnak szolgáltak.4 και περιειλον οι υιοι ισραηλ τας βααλιμ και τα αλση ασταρωθ και εδουλευσαν κυριω μονω
5 Ekkor azt mondta Sámuel: »Gyűjtsétek egybe egész Izraelt Micpába, hadd imádkozzam értetek az Úrhoz.«5 και ειπεν σαμουηλ αθροισατε παντα ισραηλ εις μασσηφαθ και προσευξομαι περι υμων προς κυριον
6 Egybe is gyűltek Micpába, s ott vizet merítettek, s kiöntötték az Úr színe előtt, s aznap böjtöltek és azt mondták: »Vétkeztünk az Úr ellen.« Aztán átvette Sámuel a bíráskodást Izrael fiai felett Micpában.6 και συνηχθησαν εις μασσηφαθ και υδρευονται υδωρ και εξεχεαν ενωπιον κυριου επι την γην και ενηστευσαν εν τη ημερα εκεινη και ειπαν ημαρτηκαμεν ενωπιον κυριου και εδικαζεν σαμουηλ τους υιους ισραηλ εις μασσηφαθ
7 Amikor azonban a filiszteusok meghallották, hogy Izrael fiai összegyűltek Micpában, a filiszteusok fejedelmei felvonultak Izrael ellen. Amikor ezt Izrael fiai meghallották, félelem fogta el őket a filiszteusoktól,7 και ηκουσαν οι αλλοφυλοι οτι συνηθροισθησαν παντες οι υιοι ισραηλ εις μασσηφαθ και ανεβησαν σατραπαι αλλοφυλων επι ισραηλ και ακουουσιν οι υιοι ισραηλ και εφοβηθησαν απο προσωπου αλλοφυλων
8 és azt mondták Sámuelnek: »Ne szűnj meg kiáltani értünk az Úrhoz, a mi Istenünkhöz, hogy szabadítson meg minket a filiszteusok kezéből.«8 και ειπαν οι υιοι ισραηλ προς σαμουηλ μη παρασιωπησης αφ' ημων του μη βοαν προς κυριον θεον σου και σωσει ημας εκ χειρος αλλοφυλων
9 Sámuel vett is egy szopós bárányt, s azt egészben bemutatta egészen elégő áldozatul az Úrnak, s amikor Sámuel az Úrhoz kiáltott Izraelért, az Úr meghallgatta őt.9 και ελαβεν σαμουηλ αρνα γαλαθηνον ενα και ανηνεγκεν αυτον ολοκαυτωσιν συν παντι τω λαω τω κυριω και εβοησεν σαμουηλ προς κυριον περι ισραηλ και επηκουσεν αυτου κυριος
10 Történt ugyanis, hogy miközben Sámuel bemutatta az egészen elégő áldozatot, a filiszteusok harcolni kezdtek Izrael ellen. Ám az Úr nagy mennydörgést támasztott azon a napon a filiszteusok felett és megrémítette őket, s így ők vereséget szenvedtek Izrael színe előtt.10 και ην σαμουηλ αναφερων την ολοκαυτωσιν και αλλοφυλοι προσηγον εις πολεμον επι ισραηλ και εβροντησεν κυριος εν φωνη μεγαλη εν τη ημερα εκεινη επι τους αλλοφυλους και συνεχυθησαν και επταισαν ενωπιον ισραηλ
11 Erre kijöttek Izrael emberei Micpából és üldözőbe vették a filiszteusokat, s verték őket egészen addig a helyig, amely Betkár alatt volt.11 και εξηλθαν ανδρες ισραηλ εκ μασσηφαθ και κατεδιωξαν τους αλλοφυλους και επαταξαν αυτους εως υποκατω του βαιθχορ
12 Vett erre Sámuel egy követ és azt elhelyezte Micpa és Sen között és Abenézernek (azaz Segítség kövének) nevezte el azt a helyet, mondva: »Idáig segített minket az Úr!«12 και ελαβεν σαμουηλ λιθον ενα και εστησεν αυτον ανα μεσον μασσηφαθ και ανα μεσον της παλαιας και εκαλεσεν το ονομα αυτου αβενεζερ λιθος του βοηθου και ειπεν εως ενταυθα εβοηθησεν ημιν κυριος
13 Erre a filiszteusok meghunyászkodtak és nem mentek többé Izrael területére, s az Úr keze a filiszteusokon volt Sámuel valamennyi napja alatt.13 και εταπεινωσεν κυριος τους αλλοφυλους και ου προσεθεντο ετι προσελθειν εις οριον ισραηλ και εγενηθη χειρ κυριου επι τους αλλοφυλους πασας τας ημερας του σαμουηλ
14 Így azok a városok, amelyeket a filiszteusok elvettek Izraeltől, Akkarontól Gátig, visszakerültek vidékükkel együtt Izraelhez, s Izrael felszabadította őket a filiszteusok keze alól. Izrael és az amoriták között ekkor béke volt.14 και απεδοθησαν αι πολεις ας ελαβον οι αλλοφυλοι παρα των υιων ισραηλ και απεδωκαν αυτας τω ισραηλ απο ασκαλωνος εως αζοβ και το οριον ισραηλ αφειλαντο εκ χειρος αλλοφυλων και ην ειρηνη ανα μεσον ισραηλ και ανα μεσον του αμορραιου
15 Sámuel bíráskodott Izraelben élete valamennyi napján.15 και εδικαζεν σαμουηλ τον ισραηλ πασας τας ημερας της ζωης αυτου
16 Esztendőnként elment és bejárta Bételt, Gilgált és Micpát, s bíráskodott Izraelen a nevezett helyeken.16 και επορευετο κατ' ενιαυτον ενιαυτον και εκυκλου βαιθηλ και την γαλγαλα και την μασσηφαθ και εδικαζεν τον ισραηλ εν πασι τοις ηγιασμενοις τουτοις
17 Aztán visszatért Ramátába, mert ott volt a háza és ott bíráskodott Izraelen. Ott oltárt is épített az Úrnak.17 η δε αποστροφη αυτου εις αρμαθαιμ οτι εκει ην ο οικος αυτου και εδικαζεν εκει τον ισραηλ και ωκοδομησεν εκει θυσιαστηριον τω κυριω