Józsue könyve 24
123456789101112131415161718192021222324
Ter
Kiv
Lev
Szám
MTörv
Józs
Bír
Rút
1Sám
2Sám
1Kir
2Kir
1Krón
2Krón
Ezdr
Neh
Tób
Judit
Eszt
1Makk
2Makk
Jób
Zsolt
Péld
Préd
Én
Bölcs
Sir
Iz
Jer
Siralm
Bár
Ez
Dán
Óz
Jo
Ám
Abd
Jón
Mik
Náh
Hab
Szof
Agg
Zak
Mal
Mt
Mk
Lk
Jn
Csel
Róm
1Kor
2Kor
Gal
Ef
Fil
Kol
1Tessz
2Tessz
1Tim
2Tim
Tit
Filem
Zsid
Jak
1Pét
2Pét
1Ján
2Ján
3Ján
Júd
Jel
Confronta con un'altra Bibbia
Cambia Bibbia
KÁLDI-NEOVULGÁTA | LXX |
---|---|
1 Aztán Józsue egybegyűjtötte Izrael valamennyi törzsét Szíchembe, összehívatta a véneket, a fejedelmeket, a bírákat s az elöljárókat, s amikor azok odaálltak az Úr elé, | 1 και συνηγαγεν ιησους πασας φυλας ισραηλ εις σηλω και συνεκαλεσεν τους πρεσβυτερους αυτων και τους γραμματεις αυτων και τους δικαστας αυτων και εστησεν αυτους απεναντι του θεου |
2 így szólt a néphez: »Ezt üzeni az Úr, Izrael Istene: A folyóvízen túl laktak eleinte atyáitok, Táré, Ábrahámnak és Náchornak atyja és más isteneknek szolgáltak. | 2 και ειπεν ιησους προς παντα τον λαον ταδε λεγει κυριος ο θεος ισραηλ περαν του ποταμου κατωκησαν οι πατερες υμων το απ' αρχης θαρα ο πατηρ αβρααμ και ο πατηρ ναχωρ και ελατρευσαν θεοις ετεροις |
3 Éppen azért kihoztam atyátokat, Ábrahámot Mezopotámia határaiból, elvittem Kánaán földjére, megsokasítottam ivadékát | 3 και ελαβον τον πατερα υμων τον αβρααμ εκ του περαν του ποταμου και ωδηγησα αυτον εν παση τη γη και επληθυνα αυτου σπερμα και εδωκα αυτω τον ισαακ |
4 és adtam neki Izsákot, Izsáknak pedig adtam Jákobot és Ézsaut. Ezek közül Ézsaunak odaadtam Szeír hegyét birtokul, Jákob pedig és fiai lementek Egyiptomba. | 4 και τω ισαακ τον ιακωβ και τον ησαυ και εδωκα τω ησαυ το ορος το σηιρ κληρονομησαι αυτω και ιακωβ και οι υιοι αυτου κατεβησαν εις αιγυπτον και εγενοντο εκει εις εθνος μεγα και πολυ και κραταιον |
5 Aztán elküldtem Mózest és Áront és megvertem Egyiptomot sok jellel és csodával. | 5 και εκακωσαν αυτους οι αιγυπτιοι και επαταξεν κυριος την αιγυπτον εν οις εποιησεν αυτοις και μετα ταυτα εξηγαγεν υμας |
6 Majd kihoztalak titeket s atyáitokat Egyiptomból és eljutottatok a tengerhez, s az egyiptomiak harciszekerekkel és lovassággal egészen a Vörös-tengerig űzték atyáitokat. | 6 εξ αιγυπτου και εισηλθατε εις την θαλασσαν την ερυθραν και κατεδιωξαν οι αιγυπτιοι οπισω των πατερων υμων εν αρμασιν και εν ιπποις εις την θαλασσαν την ερυθραν |
7 Ekkor Izrael fiai az Úrhoz kiáltottak: s ő sötétséget vetett közétek és az egyiptomiak közé. Rájuk zúdította a tengert, s az elborította őket, a ti szemetek pedig nézte mindazt, amit Egyiptommal cselekedtem. Aztán hosszú ideig a pusztában laktatok. | 7 και ανεβοησαμεν προς κυριον και εδωκεν νεφελην και γνοφον ανα μεσον ημων και ανα μεσον των αιγυπτιων και επηγαγεν επ' αυτους την θαλασσαν και εκαλυψεν αυτους και ειδοσαν οι οφθαλμοι υμων οσα εποιησεν κυριος εν γη αιγυπτω και ητε εν τη ερημω ημερας πλειους |
8 Majd bevittelek titeket az amoriták földjére, akik a Jordánon túl laktak, s amikor azok hadba szálltak ellenetek, kezetekbe adtam őket, s ti elfoglaltátok földjüket, és megöltétek őket. | 8 και ηγαγεν υμας εις γην αμορραιων των κατοικουντων περαν του ιορδανου και παρεταξαντο υμιν και παρεδωκεν αυτους κυριος εις τας χειρας υμων και κατεκληρονομησατε την γην αυτων και εξωλεθρευσατε αυτους απο προσωπου υμων |
9 Aztán meg Bálák, Szefor fia, Moáb királya kelt harcra Izraellel és elküldött és elhívatta Bálámot, Beor fiát, hogy átkozzon meg titeket, | 9 και ανεστη βαλακ ο του σεπφωρ βασιλευς μωαβ και παρεταξατο τω ισραηλ και αποστειλας εκαλεσεν τον βαλααμ αρασασθαι υμιν |
10 de én nem akartam őt meghallgatni, sőt ellenkezőleg, megáldattalak vele titeket, s így megszabadítottalak titeket kezéből. | 10 και ουκ ηθελησεν κυριος ο θεος σου απολεσαι σε και ευλογιαν ευλογησεν υμας και εξειλατο υμας εκ χειρων αυτων και παρεδωκεν αυτους |
11 Majd átjöttetek a Jordánon, s eljutottatok Jerikóhoz, és ennek a városnak az emberei, az amoriták, a periziták, a kánaániak, a hetiták, a girgasiták, a hivviták meg a jebuziták hadba szálltak ellenetek, de én a kezetekbe adtam őket. | 11 και διεβητε τον ιορδανην και παρεγενηθητε εις ιεριχω και επολεμησαν προς υμας οι κατοικουντες ιεριχω ο αμορραιος και ο χαναναιος και ο φερεζαιος και ο ευαιος και ο ιεβουσαιος και ο χετταιος και ο γεργεσαιος και παρεδωκεν αυτους κυριος εις τας χειρας υμων |
12 Darazsakat küldtem el előttetek, s így vetettem ki helyükből őket, az amoriták két királyát – nem a te kardod és íjad által. | 12 και εξαπεστειλεν προτεραν υμων την σφηκιαν και εξεβαλεν αυτους απο προσωπου υμων δωδεκα βασιλεις των αμορραιων ουκ εν τη ρομφαια σου ουδε εν τω τοξω σου |
13 Így adtam nektek földet, amelyért nem fáradtatok, s városokat, amelyeket nem építettetek, hogy bennük lakjatok, szőlőket s olajfákat, amelyeket nem ültettetek. | 13 και εδωκεν υμιν γην εφ' ην ουκ εκοπιασατε επ' αυτης και πολεις ας ουκ ωκοδομησατε και κατωκισθητε εν αυταις και αμπελωνας και ελαιωνας ους ουκ εφυτευσατε υμεις εδεσθε |
14 Nos tehát féljétek az Urat, s szolgáljatok neki egész és igaz szívvel: távolítsátok el azokat az isteneket, akiknek Mezopotámiában s Egyiptomban atyáitok szolgáltak és az Úrnak szolgáljatok. | 14 και νυν φοβηθητε κυριον και λατρευσατε αυτω εν ευθυτητι και εν δικαιοσυνη και περιελεσθε τους θεους τους αλλοτριους οις ελατρευσαν οι πατερες υμων εν τω περαν του ποταμου και εν αιγυπτω και λατρευετε κυριω |
15 Ha azonban rossznak látjátok, hogy az Úrnak szolgáljatok: választhattok. Válasszátok ma, ami tetszik, kinek akartok inkább szolgálni: azoknak az isteneknek-e, akiknek atyáitok szolgáltak Mezopotámiában, vagy az amoriták isteneinek, akiknek földjén laktok: én és házam azonban az Úrnak fogunk szolgálni.« | 15 ει δε μη αρεσκει υμιν λατρευειν κυριω ελεσθε υμιν εαυτοις σημερον τινι λατρευσητε ειτε τοις θεοις των πατερων υμων τοις εν τω περαν του ποταμου ειτε τοις θεοις των αμορραιων εν οις υμεις κατοικειτε επι της γης αυτων εγω δε και η οικια μου λατρευσομεν κυριω οτι αγιος εστιν |
16 Azt felelte erre a nép: »Távol legyen tőlünk, hogy elhagyjuk az Urat és más isteneknek szolgáljunk. | 16 και αποκριθεις ο λαος ειπεν μη γενοιτο ημιν καταλιπειν κυριον ωστε λατρευειν θεοις ετεροις |
17 Az Úr, a mi Istenünk. Ő hozott ki minket s atyáinkat Egyiptom földjéről, a rabszolgaság házából, Ő vitt végbe szemünk láttára igen nagy jeleket, Ő őrzött minket az egész úton, amelyen jártunk, s azok között a népek között, amelyek között átjöttünk, | 17 κυριος ο θεος ημων αυτος θεος εστιν αυτος ανηγαγεν ημας και τους πατερας ημων εξ αιγυπτου και διεφυλαξεν ημας εν παση τη οδω η επορευθημεν εν αυτη και εν πασιν τοις εθνεσιν ους παρηλθομεν δι' αυτων |
18 s Ő vetett ki minden nemzetet az amoritákkal, ennek a földnek, amelyre bejöttünk, lakóival együtt. Az Úrnak fogunk tehát szolgálni, mert Ő a mi Istenünk.« | 18 και εξεβαλεν κυριος τον αμορραιον και παντα τα εθνη τα κατοικουντα την γην απο προσωπου ημων αλλα και ημεις λατρευσομεν κυριω ουτος γαρ θεος ημων εστιν |
19 Azt mondta erre Józsue a népnek: »Nem szolgálhattok az Úrnak, mert Ő szent és erősen féltékeny Isten, s nem nézi el vétkeiteket s bűneiteket: | 19 και ειπεν ιησους προς τον λαον ου μη δυνησθε λατρευειν κυριω οτι θεος αγιος εστιν και ζηλωσας ουτος ουκ ανησει υμων τα αμαρτηματα και τα ανομηματα υμων |
20 ha elhagyjátok az Urat, s idegen isteneknek szolgáltok, akkor Ő elfordul tőletek, és megsanyargat és elpusztít titeket, bár azelőtt jót tett veletek.« | 20 ηνικα εαν εγκαταλιπητε κυριον και λατρευσητε θεοις ετεροις και επελθων κακωσει υμας και εξαναλωσει υμας ανθ' ων ευ εποιησεν υμας |
21 Azt mondta erre a nép Józsuénak: »Nem lesz úgy, amint mondod: mert az Úrnak fogunk szolgálni.« | 21 και ειπεν ο λαος προς ιησουν ουχι αλλα κυριω λατρευσομεν |
22 Azt mondta erre Józsue a népnek: »Tanúi vagytok annak, hogy ti választottátok magatoknak az Urat, hogy neki szolgáljatok.« Azt felelték: »Tanúi vagyunk.« | 22 και ειπεν ιησους προς τον λαον μαρτυρες υμεις καθ' υμων οτι υμεις εξελεξασθε κυριον λατρευειν αυτω |
23 Ő erre azt mondta: »Nos, akkor távolítsátok el magatok közül az idegen isteneket, s hajtsátok szíveteket az Úrhoz, Izrael Istenéhez.« | 23 και νυν περιελεσθε τους θεους τους αλλοτριους τους εν υμιν και ευθυνατε την καρδιαν υμων προς κυριον θεον ισραηλ |
24 Azt mondta erre a nép Józsuénak: »Az Úrnak, a mi Istenünknek fogunk szolgálni, s az ő parancsainak fogunk engedelmeskedni.« | 24 και ειπεν ο λαος προς ιησουν κυριω λατρευσομεν και της φωνης αυτου ακουσομεθα |
25 Erre Józsue megkötötte a szövetséget azon a napon, s a nép elé terjesztette a parancsokat és a rendeleteket Szíchemben. | 25 και διεθετο ιησους διαθηκην προς τον λαον εν τη ημερα εκεινη και εδωκεν αυτω νομον και κρισιν εν σηλω ενωπιον της σκηνης του θεου ισραηλ |
26 Majd beírta mindezeket a szavakat az Úr törvényének könyvébe és fogott egy igen nagy követ, s odatette az alá a tölgyfa alá, amely az Úr szent helyén volt, | 26 και εγραψεν τα ρηματα ταυτα εις βιβλιον νομον του θεου και ελαβεν λιθον μεγαν και εστησεν αυτον ιησους υπο την τερεμινθον απεναντι κυριου |
27 s azt mondta az egész népnek: »Íme, ez a kő szolgáljon bizonyságul ellenetek, mert ez hallotta az Úr minden szavát, amelyet nektek mondott, hogy később le ne akarjátok tagadni és hazudni az Úrnak, a ti Isteneteknek.« | 27 και ειπεν ιησους προς τον λαον ιδου ο λιθος ουτος εσται εν υμιν εις μαρτυριον οτι αυτος ακηκοεν παντα τα λεχθεντα αυτω υπο κυριου ο τι ελαλησεν προς ημας σημερον και εσται ουτος εν υμιν εις μαρτυριον επ' εσχατων των ημερων ηνικα εαν ψευσησθε κυριω τω θεω μου |
28 Aztán elbocsátotta a népet, mindenkit a birtokára. | 28 και απεστειλεν ιησους τον λαον και επορευθησαν εκαστος εις τον τοπον αυτου |
29 Ezek után meghalt Józsue, Nún fia, az Úr szolgája száztíz éves korában | 29 και ελατρευσεν ισραηλ τω κυριω πασας τας ημερας ιησου και πασας τας ημερας των πρεσβυτερων οσοι εφειλκυσαν τον χρονον μετα ιησου και οσοι ειδοσαν παντα τα εργα κυριου οσα εποιησεν τω ισραηλ |
30 és eltemették birtokának határában, Tamnát-Száréban, amely Efraim hegységén, Gaás hegyétől északra fekszik. | 30 και εγενετο μετ' εκεινα και απεθανεν ιησους υιος ναυη δουλος κυριου εκατον δεκα ετων |
31 Izrael az Úrnak szolgált Józsue és azon vének valamennyi napja alatt, akik még hosszú ideig éltek Józsue után, s akik tudtak az Úr minden tettéről, amelyeket Izraellel művelt. | 31 και εθαψαν αυτον προς τοις οριοις του κληρου αυτου εν θαμναθασαχαρα εν τω ορει τω εφραιμ απο βορρα του ορους γαας [31α] εκει εθηκαν μετ' αυτου εις το μνημα εις ο εθαψαν αυτον εκει τας μαχαιρας τας πετρινας εν αις περιετεμεν τους υιους ισραηλ εν γαλγαλοις οτε εξηγαγεν αυτους εξ αιγυπτου καθα συνεταξεν αυτοις κυριος και εκει εισιν εως της σημερον ημερας |
32 Eltemették József csontjait is, amelyeket Izrael fiai felhoztak Egyiptomból, éspedig Szíchemben, azon a meződarabon, amelyet Jákob vett meg Szíchem atyjának, Hémornak fiaitól száz fiatal juhon, s amely József fiainak birtoka lett. | 32 και τα οστα ιωσηφ ανηγαγον οι υιοι ισραηλ εξ αιγυπτου και κατωρυξαν εν σικιμοις εν τη μεριδι του αγρου ου εκτησατο ιακωβ παρα των αμορραιων των κατοικουντων εν σικιμοις αμναδων εκατον και εδωκεν αυτην ιωσηφ εν μεριδι |
33 Meghalt Eleazár, Áron fia is, s eltemették fiának, Fineesznek Gibeájában, amely neki jutott birtokul Efraim hegységén. | 33 και εγενετο μετα ταυτα και ελεαζαρ υιος ααρων ο αρχιερευς ετελευτησεν και εταφη εν γαβααθ φινεες του υιου αυτου ην εδωκεν αυτω εν τω ορει τω εφραιμ [33α] εν εκεινη τη ημερα λαβοντες οι υιοι ισραηλ την κιβωτον του θεου περιεφεροσαν εν εαυτοις και φινεες ιερατευσεν αντι ελεαζαρ του πατρος αυτου εως απεθανεν και κατωρυγη εν γαβααθ τη εαυτου [33β] οι δε υιοι ισραηλ απηλθοσαν εκαστος εις τον τοπον αυτων και εις την εαυτων πολιν και εσεβοντο οι υιοι ισραηλ την ασταρτην και ασταρωθ και τους θεους των εθνων των κυκλω αυτων και παρεδωκεν αυτους κυριος εις χειρας εγλωμ τω βασιλει μωαβ και εκυριευσεν αυτων ετη δεκα οκτω . |