Scrutatio

Martedi, 14 maggio 2024 - San Mattia ( Letture di oggi)

Evangélium Lukács szerint 12


font
KÁLDI-NEOVULGÁTAGREEK BIBLE
1 Amikor olyan nagy tömeg gyűlt össze körülötte, hogy csaknem legázolták egymást, először csak a tanítványaihoz kezdett beszélni: »Óvakodjatok a farizeusok kovászától, vagyis a képmutatástól.1 Εν τω μεταξυ αφου συνηθροισθησαν αι μυριαδες του οχλου, ωστε κατεπατουν αλληλους, ηρχισε να λεγη προς τους μαθητας αυτου πρωτον? Προσεχετε εις εαυτους απο της ζυμης των Φαρισαιων, ητις ειναι υποκρισις.
2 Semmi sincs elrejtve, ami nyilvánosságra ne jutna, és nincs olyan titok, ami ki ne tudódna.2 Αλλα δεν ειναι ουδεν κεκαλυμμενον, το οποιον δεν θελει ανακαλυφθη, και κρυπτον, το οποιον δεν θελει γνωρισθη?
3 Ezért amit sötétben mondtatok, fényes nappal halljátok majd vissza, és amit a belső szobában fülbe súgtatok, a háztetőkről fogják hirdetni.3 οθεν οσα ειπετε εν τω σκοτει εν τω φωτι θελουσιν ακουσθη, και ο, τι ελαλησατε προς το ωτιον εν τοις ταμειοις θελει κηρυχθη επι των δωματων.
4 Nektek, barátaimnak mondom: Ne féljetek azoktól, akik megölik a testet, de semmi többet nem tehetnek.4 Λεγω δε προς εσας τους φιλους μου? Μη φοβηθητε απο των αποκτεινοντων το σωμα και μετα ταυτα μη δυναμενων περισσοτερον τι να πραξωσι.
5 Megmondom én nektek, kitől féljetek: Féljetek attól, akinek, miután megölt, hatalma van a kárhozatra vetni. Igen, mondom nektek: tőle féljetek.5 Θελω δε σας δειξει ποιον να φοβηθητε? Φοβηθητε εκεινον, οστις αφου αποκτεινη, εχει εξουσιαν να ριψη εις την γεενναν? ναι, σας λεγω, τουτον φοβηθητε.
6 Öt verebet ugye két fillérért adnak? Isten mégsem feledkezik meg egyről sem közülük.6 Δεν πωλουνται πεντε στρουθια δια δυο ασσαρια; και εν εξ αυτων δεν ειναι λελησμονημενον ενωπιον του Θεου?
7 Nektek pedig még a fejetek hajszálai is mind számon vannak tartva. Ne féljetek tehát: sokkal értékesebbek vagytok ti akárhány verébnél.7 αλλα και αι τριχες της κεφαλης υμων ειναι πασαι ηριθμημεναι. Μη φοβεισθε λοιπον? απο πολλων στρουθιων διαφερετε.
8 Mondom pedig nektek: Aki megvall engem az emberek előtt, azt az Emberfia is megvallja majd Isten angyalai előtt.8 Σας λεγω δε? Πας οστις με ομολογηση εμπροσθεν των ανθρωπων, και ο Υιος του ανθρωπου θελει ομολογησει αυτον εμπροσθεν των αγγελων του Θεου?
9 Aki pedig megtagad engem az emberek előtt, azt ő is megtagadja majd Isten angyalai előtt.9 οστις δε με αρνηθη ενωπιον των ανθρωπων, και ο Υιος του ανθρωπου θελει αρνηθη αυτον ενωπιον των αγγελων του Θεου.
10 Ha valaki az Emberfia ellen szól, bocsánatot nyer; de aki a Szentlelket káromolja, annak nincs bocsánat.10 Και πας οστις θελει ειπει λογον κατα του Υιου του ανθρωπου, θελει συγχωρηθη εις αυτον? οστις ομως βλασφημηση κατα του Αγιου Πνευματος, εις αυτον δεν θελει συγχωρηθη.
11 Mikor pedig a zsinagógába, elöljárók és hatóságok elé hurcolnak benneteket, ne aggódjatok azon, hogy hogyan és mivel védekezzetek, vagy mit mondjatok,11 Οταν δε σας φερωσιν εις τας συναγωγας και τας αρχας και τας εξουσιας, μη μεριμνατε πως η τι να απολογηθητε, η τι να ειπητε?
12 mert a Szentlélek megtanít benneteket abban az órában, hogy mit kell mondanotok.«12 διοτι το Αγιον Πνευμα θελει σας διδαξει εν αυτη τη ωρα τι πρεπει να ειπητε.
13 Valaki megszólította a tömegből: »Mester! Mondd testvéremnek, hogy ossza meg velem az örökséget!«13 Ειπε δε τις προς αυτον εκ του οχλου? Διδασκαλε, ειπε προς τον αδελφον μου να μοιρασθη μετ' εμου την κληρονομιαν.
14 Ő azt felelte neki: »Ember! Ki tett engem bíróvá vagy végrehajtóvá közöttetek?«14 Ο δε ειπε προς αυτον? Ανθρωπε, τις με κατεστησε δικαστην η μεριστην εφ' υμας;
15 Aztán így szólt hozzájuk: »Vigyázzatok és őrizkedjetek minden kapzsiságtól, mert nem a vagyonban való bővelkedéstől függ az ember élete.«15 Και ειπε προς αυτους? Προσεχετε και φυλαττεσθε απο της πλεονεξιας? διοτι εαν τις εχη περισσα, η ζωη αυτου δεν συνισταται εκ των υπαρχοντων αυτου.
16 Példabeszédet is mondott nekik: »Egy gazdag embernek a földje bőséges termést hozott.16 Ειπε δε προς αυτους παραβολην, λεγων? Ανθρωπου τινος πλουσιου ηυτυχησαν τα χωραφια?
17 Akkor így gondolkozott magában: ‘Mit tegyek? Nincs hová gyűjtsem a termésemet.’17 Και διελογιζετο εν εαυτω λεγων? Τι να καμω, διοτι δεν εχω που να συναξω τους καρπους μου;
18 Majd azt mondta: ‘Ezt fogom tenni: Lebontom magtáraimat, nagyobbakat építek, és oda gyűjtöm minden termésemet és vagyonomat.18 Και ειπε? Τουτο θελω καμει? θελω χαλασει τας αποθηκας μου και θελω οικοδομησει μεγαλητερας και συναξει εκει παντα τα γεννηματα μου και τα αγαθα μου,
19 Azután azt mondom lelkemnek: Én lelkem! Van sok javad, sok esztendőre eltéve; nyugodjál, egyél, igyál, élvezd az életet!’19 και θελω ειπει προς την ψυχην μου? Ψυχη, εχεις πολλα αγαθα εναποτεταμιευμενα δι' ετη πολλα? αναπαυου, φαγε, πιε, ευφραινου.
20 Isten azonban így szólt hozzá: ‘Esztelen! Még az éjjel számon kérik tőled lelkedet. Kié lesz mindaz, amit szereztél?’20 Ειπε δε προς αυτον ο Θεος? Αφρον, ταυτην την νυκτα την ψυχην σου απαιτουσιν απο σου? οσα δε ητοιμασας, τινος θελουσιν εισθαι;
21 Így jár az, aki kincset gyűjt magának, és nem az Istenben gazdag.«21 Ουτω θελει εισθαι οστις θησαυριζει εις εαυτον και δεν πλουτει εις Θεον.
22 Majd így szólt tanítványaihoz: »Ezért azt mondom nektek: Ne aggódjatok életetek miatt, hogy mit egyetek, se a testetek miatt, hogy mibe öltözzetek.22 Ειπε δε προς τους μαθητας αυτου? Δια τουτο λεγω προς εσας, Μη μεριμνατε δια την ζωην σας, τι να φαγητε, μηδε δια το σωμα, τι να ενδυθητε.
23 Az élet több az eledelnél, és a test a ruházatnál.23 Η ζωη ειναι τιμιωτερον της τροφης και το σωμα του ενδυματος.
24 Nézzétek a hollókat! Nem vetnek, nem aratnak, nincs kamrájuk, sem magtáruk, és az Isten táplálja őket. Mennyivel többet értek ti akárhány madárnál!24 Παρατηρησατε τους κορακας, οτι δεν σπειρουσιν ουδε θεριζουσιν, οιτινες δεν εχουσι ταμειον ουδε αποθηκην, και ο Θεος τρεφει αυτους? ποσω μαλλον σεις διαφερετε των πτηνων.
25 Aggodalmaskodásával ki adhat közületek az életéhez akár egy arasznyit is?25 Και τις εξ υμων μεριμνων δυναται να προσθεση εις το αναστημα αυτου μιαν πηχυν;
26 Ha tehát a legkisebb dologra sem vagytok képesek, a többi miatt miért aggódtok?26 Εαν λοιπον ουδε το ελαχιστον δυνασθε, τι μεριμνατε περι των λοιπων;
27 Nézzétek a liliomokat, hogyan növekednek! Nem fonnak és nem szőnek; mégis, mondom nektek: Salamon teljes dicsőségében sem volt úgy öltözve, mint egy ezek közül.27 Παρατηρησατε τα κρινα πως αυξανουσι? δεν κοπιαζουσιν ουδε κλωθουσι? σας λεγω ομως, ουδε ο Σολομων εν παση τη δοξη αυτου ενεδυθη ως εν τουτων.
28 Ha pedig a mező füvét, amely ma van, és holnap a kemencébe vetik, Isten így ruházza, mennyivel inkább titeket, kicsinyhitűek!28 Αλλ' εαν τον χορτον, οστις σημερον ειναι εν τω αγρω και αυριον ριπτεται εις κλιβανον, ο Θεος ενδυη ουτω, ποσω μαλλον εσας, ολιγοπιστοι.
29 Ne keressétek tehát, hogy mit egyetek vagy mit igyatok, és ne nyugtalankodjatok,29 Και σεις μη ζητειτε τι να φαγητε η τι να πιητε, και μη ησθε μετεωροι?
30 mert ezeket a pogányok keresik a világban. Atyátok azonban tudja, hogy szükségetek van ezekre.30 διοτι ταυτα παντα ζητουσι τα εθνη του κοσμου? υμων δε ο Πατηρ εξευρει οτι εχετε χρειαν τουτων?
31 Ti keressétek csak az ő országát, és mindezt megkapjátok hozzá.31 πλην ζητειτε την βασιλειαν του Θεου, και ταυτα παντα θελουσι σας προστεθη.
32 Ne félj, te kisded nyáj, mert úgy tetszett Atyátoknak, hogy nektek adja az országot.32 Μη φοβου, μικρον ποιμνιον? διοτι ο Πατηρ σας ηυδοκησε να σας δωση την βασιλειαν.
33 Adjátok el, amitek van, és adjátok oda adomány gyanánt; készítsetek magatoknak el nem avuló erszényeket, kifogyhatatlan kincset a mennyben, ahol a tolvaj nem fér hozzá, és a moly meg nem rágja.33 Πωλησατε τα υπαρχοντα σας και δοτε ελεημοσυνην. Καμετε εις εαυτους βαλαντια τα οποια δεν παλαιουνται, θησαυρον εν τοις ουρανοις οστις δεν εκλειπει, οπου κλεπτης δεν πλησιαζει ουδε ο σκωληξ διαφθειρει?
34 Mert ahol a kincsetek, ott lesz a szívetek is.34 διοτι οπου ειναι ο θησαυρος σας, εκει θελει εισθαι και η καρδια σας.
35 Legyen a csípőtök felövezve, a lámpásotok pedig meggyújtva.35 Ας ηναι αι οσφυες σας περιεζωσμεναι και οι λυχνοι καιομενοι?
36 Hasonlítsatok azokhoz az emberekhez, akik urukat várják, mikor visszatér a menyegzőről, hogy mihelyt jön és zörget, azonnal ajtót nyissanak neki.36 και σεις ομοιοι με ανθρωπους, οιτινες προσμενουσι τον κυριον αυτων, ποτε θελει επιστρεψει εκ των γαμων, δια να ανοιξωσιν ευθυς εις αυτον οταν ελθη και κρουση.
37 Boldogok azok a szolgák, akiket az úr ébren talál, amikor megérkezik. Bizony, mondom nektek: felövezi magát, asztalhoz ülteti őket, aztán megy, és kiszolgálja őket.37 Μακαριοι οι δουλοι εκεινοι, τους οποιους ελθων ο κυριος θελει ευρει αγρυπνουντας. Αληθως σας λεγω, οτι θελει περιζωσθη και καθισει αυτους εις την τραπεζαν, και ελθων εις το μεσον θελει υπηρετησει αυτους.
38 S ha a második őrváltáskor vagy a harmadik őrváltáskor jön, és így találja őket, boldogok azok a szolgák.38 Και εαν ελθη εν τη δευτερα φυλακη και εν τη τριτη φυλακη ελθη και ευρη ουτω, μακαριοι ειναι οι δουλοι εκεινοι.
39 Azt is fontoljátok meg: ha tudná a házigazda, hogy melyik órában jön a tolvaj, nem engedné betörni a házába.39 Τουτο δε γινωσκετε, οτι εαν ηξευρεν ο οικοδεσποτης ποιαν ωραν ο κλεπτης ερχεται, ηθελεν αγρυπνησει και δεν ηθελεν αφησει να διορυχθη ο οικος αυτου.
40 Ti is legyetek készen, mert amelyik órában nem is gondoljátok, eljön az Emberfia.«40 Και σεις λοιπον γινεσθε ετοιμοι? διοτι καθ' ην ωραν δεν στοχαζεσθε, ερχεται ο Υιος του ανθρωπου.
41 Péter ekkor megkérdezte: »Uram! Nekünk mondod ezt a példabeszédet, vagy mindenkinek?«41 Ειπε δε προς αυτον ο Πετρος? Κυριε, προς ημας λεγεις την παραβολην ταυτην η και προς παντας;
42 Az Úr így válaszolt: »Mit gondolsz, ki az a hű és okos intéző, akit az úr a háza népe fölé rendel, hogy idejében kiadja részüket az élelemből?42 Και ο Κυριος ειπε? Τις λοιπον ειναι ο πιστος οικονομος και φρονιμος, τον οποιον θελει καταστησει ο κυριος αυτου επι των υπηρετων αυτου, δια να διδη εν καιρω την διωρισμενην τροφην;
43 Boldog az a szolga, akit ura ebben a munkában talál, amikor megérkezik.43 Μακαριος ο δουλος εκεινος, τον οποιον ελθων ο κυριος αυτου θελει ευρει πραττοντα ουτως.
44 Bizony, mondom nektek: minden vagyona fölé rendeli őt.44 Αληθως σας λεγω, οτι θελει καταστησει αυτον επι παντων των υπαρχοντων αυτου.
45 De ha ez a szolga azt mondja magában: ‘Késik az én uram’, és verni kezdi a szolgákat és szolgálókat, eszik-iszik és részegeskedik,45 Εαν δε ειπη ο δουλος εκεινος εν τη καρδια αυτου, Βραδυνει να ελθη ο κυριος μου? και αρχιση να δερη τους δουλους και τας δουλας, και να τρωγη και να πινη και να μεθυη,
46 megjön annak a szolgának az ura azon a napon, amelyen nem várja, és abban az órában, amelyet nem ismer. Elkergeti őt, és a hűtlenek sorsára juttatja.46 θελει ελθει ο κυριος του δουλου εκεινου, καθ' ην ημεραν δεν προσμενει και καθ' ην ωραν δεν εξευρει, και θελει αποχωρισει αυτον, και το μερος αυτου θελει θεσει μετα των απιστων.
47 Az a szolga pedig, aki ismerte ura akaratát, és nem készült vagy nem cselekedett akarata szerint, sok verést fog kapni.47 Εκεινος δε ο δουλος, οστις γνωρισας το θελημα του κυριου αυτου δεν ητοιμασεν ουδε εκαμε κατα το θελημα αυτου, θελει δαρθη πολυ?
48 Aki pedig nem ismerte, és úgy tette azt, amiért büntetést érdemel, kevesebb verést kap. Mert attól, akinek sokat adtak, sokat fognak követelni, és attól, akire sokat bíztak, többet fognak számon kérni.48 οστις ομως μη γνωρισας επραξεν αξια δαρμων, θελει δαρθη ολιγον? εις παντα δε, εις τον οποιον εδοθη πολυ, πολυ θελει ζητηθη παρ' αυτου, και εις οντινα ενεπιστευθη πολυ, περισσοτερον θελουσιν απαιτησει παρ' αυτου.
49 Azért jöttem, hogy tüzet bocsássak a földre; s mennyire szeretném, ha már fellobbanna!49 Πυρ ηλθον να βαλω εις την γην, και τι θελω, εαν ηδη ανηφθη;
50 Keresztséggel kell megkeresztelkednem, és mennyire vágyom utána, amíg be nem teljesedik!50 Βαπτισμα δε εχω να βαπτισθω, και πως στενοχωρουμαι εωσου εκτελεσθη.
51 Azt gondoljátok talán: azért jöttem, hogy békét hozzak a földre? Mondom nektek: nem, hanem széthúzást.51 Νομιζετε οτι ηλθον να δωσω ειρηνην εν τη γη; ουχι, σας λεγω, αλλα διαχωρισμον.
52 Mert mostantól fogva ha öten lesznek egy házban, meghasonlanak, hárman kettő ellen, és ketten három ellen.52 Διοτι απο του νυν θελουσιν εισθαι πεντε εν οικω ενι διακεχωρισμενοι, οι τρεις κατα των δυο και οι δυο κατα των τριων?
53 Meghasonlik az apa a fiával és a fiú az apjával; az anya a lányával és a lány az anyjával; az anyós a menyével és a meny az anyósával« .53 Θελει διαχωρισθη πατηρ κατα υιου και υιος κατα πατρος, μητηρ κατα θυγατρος και θυγατηρ κατα μητρος, πενθερα κατα της νυμφης αυτης και νυμφη κατα της πενθερας αυτης.
54 Ezután a tömeghez is szólt: »Amikor látjátok, hogy nyugatról felhő támad, mindjárt azt mondjátok: ‘Jön az eső’, és úgy is lesz;54 Ελεγε και προς τους οχλους? Οταν ιδητε την νεφελην ανυψουμενην απο δυσμων, ευθυς λεγετε, Βροχη ερχεται, και γινεται ουτω?
55 amikor délről fúj a szél, azt mondjátok: ‘Forróság lesz’, és meglesz.55 και οταν νοτον πνεοντα, λεγετε οτι καυσων θελει εισθαι, και γινεται.
56 Képmutatók! Az ég és föld jeleiből tudtok következtetni, ezt az időt miért nem tudjátok hát megítélni?56 Υποκριται, το προσωπον της γης και του ουρανου εξευρετε να διακρινητε, τον δε καιρον τουτον πως δεν διακρινετε;
57 Miért nem jöttök rá magatok, hogy mi az igazságos?57 Δια τι δε και αφ' εαυτων δεν κρινετε το δικαιον;
58 Mikor pedig ellenfeleddel az elöljáróhoz mész, útközben igyekezz megegyezni vele, nehogy a bíróhoz hurcoljon, s a bíró átadjon a börtönőrnek, a börtönőr pedig tömlöcbe vessen.58 Ενω λοιπον υπαγεις μετα του αντιδικου σου προς τον αρχοντα, προσπαθησον καθ' οδον να απαλλαχθης απ' αυτου, μηποτε σε συρη προς τον κριτην, και ο κριτης σε παραδωση εις τον υπηρετην, και ο υπηρετης σε βαλη εις φυλακην.
59 Mondom neked, ki nem jössz onnan, míg az utolsó fillért is meg nem fizeted.«59 Σοι λεγω, δεν θελεις εξελθει εκειθεν, εωσου αποδωσης και το εσχατον λεπτον.