Scrutatio

Mercoledi, 15 maggio 2024 - Sant'Isidoro agricoltore ( Letture di oggi)

Zakariás jövendölése 5


font
KÁLDI-NEOVULGÁTALXX
1 Majd ismét felemeltem szememet, és íme, egy repülő könyvtekercset láttam.1 και επεστρεψα και ηρα τους οφθαλμους μου και ειδον και ιδου δρεπανον πετομενον
2 Ekkor ő kérdezte tőlem: ‘Mit látsz?’ Mondtam: ‘Egy repülő könyvtekercset látok; húsz könyök a hosszúsága és tíz könyök a szélessége.’2 και ειπεν προς με τι συ βλεπεις και ειπα εγω ορω δρεπανον πετομενον μηκος πηχεων εικοσι και πλατος πηχεων δεκα
3 Erre ő azt mondta nekem: ‘Ebben van az az átok, ami az egész föld színére száll. Bizony, minden rablót utolér az ítélet, úgy amint ebben írva van, és minden hamisan esküvőt szintén utolér az ítélet belőle.3 και ειπεν προς με αυτη η αρα η εκπορευομενη επι προσωπον πασης της γης διοτι πας ο κλεπτης εκ τουτου εως θανατου εκδικηθησεται και πας ο επιορκος εκ τουτου εως θανατου εκδικηθησεται
4 Én elküldöm azt – mondja a Seregek Ura –, és az bemegy a tolvaj házába és annak a házába, aki hamisan esküszik nevemre, hogy telepedjék meg az ilyennek a házában és eméssze meg azt fájával és kövével együtt.’4 και εξοισω αυτο λεγει κυριος παντοκρατωρ και εισελευσεται εις τον οικον του κλεπτου και εις τον οικον του ομνυοντος τω ονοματι μου επι ψευδει και καταλυσει εν μεσω του οικου αυτου και συντελεσει αυτον και τα ξυλα αυτου και τους λιθους αυτου
5 Ekkor előjött az az angyal, aki bennem beszélt, és mondta nekem: ‘Emeld fel szemedet, és nézd: mi az, ami előjön?’5 και εξηλθεν ο αγγελος ο λαλων εν εμοι και ειπεν προς με αναβλεψον τοις οφθαλμοις σου και ιδε τι το εκπορευομενον τουτο
6 Kérdeztem: ‘Mi az?’ Ő azt mondta: ‘Egy véka az, ami előjön.’ Majd mondta: ‘Ez az ő gonoszságuk az egész földön.’6 και ειπα τι εστιν και ειπεν τουτο το μετρον το εκπορευομενον και ειπεν αυτη η αδικια αυτων εν παση τη γη
7 Ekkor felemelkedett a kerek ólomfedél, és a vékában íme, egy nő ült.7 και ιδου ταλαντον μολιβου εξαιρομενον και ιδου μια γυνη εκαθητο εν μεσω του μετρου
8 Erre ő azt mondta: ‘Ez a gonoszság.’ Aztán visszavetette őt a korsóba, az ólomlapot pedig rátette a véka szájára.8 και ειπεν αυτη εστιν η ανομια και ερριψεν αυτην εν μεσω του μετρου και ερριψεν τον λιθον του μολιβου εις το στομα αυτης
9 Mikor aztán felemeltem szememet, azt láttam, hogy íme, két nő jön elő; szél volt a szárnyukban, és a szárnyuk olyan volt, mint a gólya szárnya; és felemelték a vékát a föld és az ég közé.9 και ηρα τους οφθαλμους μου και ειδον και ιδου δυο γυναικες εκπορευομεναι και πνευμα εν ταις πτερυξιν αυτων και αυται ειχον πτερυγας ως πτερυγας εποπος και ανελαβον το μετρον ανα μεσον της γης και ανα μεσον του ουρανου
10 Mondtam ekkor annak az angyalnak, aki bennem beszélt: ‘Hová viszik ezek a korsót?’10 και ειπα προς τον αγγελον τον λαλουντα εν εμοι που αυται αποφερουσιν το μετρον
11 Mondta nekem: ‘Házat építenek neki Sinneár földjén, és ha készen van, leteszik ott a maga helyére.’11 και ειπεν προς με οικοδομησαι αυτω οικιαν εν γη βαβυλωνος και ετοιμασαι και θησουσιν αυτο εκει επι την ετοιμασιαν αυτου