Scrutatio

Martedi, 14 maggio 2024 - San Mattia ( Letture di oggi)

Számok könyve 21


font
KÁLDI-NEOVULGÁTAGREEK BIBLE
1 Amikor ezt Árád kánaáni király, aki a Délvidéken lakott, meghallotta, azt tudniillik, hogy Izrael idejött a kémek útvonalán, hadat indított ellene, győzött és zsákmányt szerzett tőle.1 Και ηκουσεν ο Χαναναιος ο βασιλευς της Αραδ, ο κατοικων προς μεσημβριαν, οτι ηλθεν ο Ισραηλ δια της οδου Αθαρειμ, και επολεμησεν εναντιον του Ισραηλ και συνελαβεν εξ αυτων αιχμαλωτους.
2 Ám Izrael fogadalmat tett az Úrnak, s azt mondta: »Ha kezembe adod ezt a népet, eltörlöm városaikat.«2 Και ηυχηθη ο Ισραηλ ευχην προς τον Κυριον και ειπεν, Εαν τωοντι παραδωσης τον λαον τουτον εις την χειρα μου, θελω καταστρεψει τας πολεις αυτων.
3 Az Úr meg is hallgatta Izrael könyörgését, s a kezébe adta a kánaániakat, s ő megölte őket, feldúlta városaikat, a helyet pedig elnevezte Hormának, azaz Átoknak.3 Και εισηκουσεν ο Κυριος της φωνης του Ισραηλ και παρεδωκε τους Χαναναιους? και κατεστρεψαν αυτους και τας πολεις αυτων? και εκαλεσαν το ονομα του τοπου Ορμα.
4 Aztán elindultak a Hór hegyétől a Vörös-tenger felé vivő úton, hogy megkerüljék Edom földjét. A nép azonban unni kezdte az utat meg a fáradságot4 Και εσηκωθησαν απο του ορους Ωρ δια της οδου της Ερυθρας θαλασσης, δια να περιελθωσι την γην Εδωμ? και ωλιγοψυχησεν ο λαος εν τη οδω.
5 és Isten és Mózes ellen lázadt: »Miért hoztál ki minket Egyiptomból, hogy meghaljunk a pusztában? Nincsen kenyér, nincsen víz, undorodik már a lelkünk ettől a felette sovány eledeltől.«5 Και ελαλησεν ο λαος κατα του Θεου και κατα του Μωυσεως, λεγοντες, Δια τι ανεβιβασας ημας εξ Αιγυπτου δια ν' αποθανωμεν εν τη ερημω; διοτι αρτος δεν ειναι και υδωρ δεν ειναι και η ψυχη ημων αηδιασε τον αρτον τουτον, τον ελαφρον.
6 Rábocsátotta ezért az Úr a népre a tüzes kígyókat, s azok sokakat halálra martak közülük. Erre6 Και απεστειλεν ο Κυριος επι τον λαον τους οφεις τους φλογερους και εδαγκανον τον λαον, και λαος πολυς εκ του Ισραηλ απεθανε.
7 elmentek Mózeshez, és azt mondták: »Vétkeztünk, mert az Úr ellen és te ellened szóltunk; könyörögj, hogy vegye le rólunk ezeket a kígyókat!« Könyörgött is Mózes a népért,7 Και ελθων ο λαος προς τον Μωυσην ειπον, Ημαρτησαμεν, διοτι ελαλησαμεν κατα του Κυριου και κατα σου? δεηθητι του Κυριου να σηκωση τους οφεις αφ' ημων. Και εδεηθη ο Μωυσης υπερ του λαου.
8 mire az Úr így szólt hozzá: »Készíts egy rézkígyót, és tedd ki jelül: amelyik megmart feltekint rá, az életben marad.«8 Και ειπε Κυριος προς τον Μωυσην, Καμε εις σεαυτον οφιν φλογερον και βαλε αυτον επι ξυλου? και πας οστις δαγκασθη και εμβλεψη εις αυτον, θελει ζησει.
9 Csinált tehát Mózes egy rézkígyót és kitette jelül: a megmartak, ha feltekintettek rá, meggyógyultak.9 Και εκαμεν ο Μωυσης οφιν χαλκουν και εβαλεν αυτον επι ξυλου? και εαν οφις εδαγκανε τινα, εμβλεπων ουτος εις τον οφιν τον χαλκουν, εζη.
10 Aztán elindultak Izrael fiai, és Obótban ütöttek tábort.10 Και εσηκωθησαν οι υιοι Ισραηλ και εστρατοπεδευσαν εν Ωβωθ.
11 Majd elvonultak onnan, és Jeábarimban ütötték fel sátraikat, abban a pusztában, amely kelet felől néz Moábra.11 Και σηκωθεντες απο Ωβωθ εστρατοπεδευσαν εις Ιιε-αβαριμ, εν τη ερημω τη κατα προσωπον του Μωαβ, προς ανατολας ηλιου.
12 Aztán felkerekedtek onnan is, és a Szered patakhoz jutottak.12 Εκειθεν σηκωθεντες εστρατοπεδευσαν εν τη κοιλαδι Ζαρεδ.
13 Miután azt elhagyták, az Arnonnal szemben ütöttek tábort. Ez a pusztában van és az amoriták területéről jön ki. Az Arnon a határa ugyanis Moábnak, az választja el a moabitákat és az amoritákat.13 Εκειθεν σηκωθεντες εστρατοπεδευσαν εις το περαν του Αρνων, οστις ειναι εν τη ερημω και εξερχεται εκ των οριων των Αμορραιων? διοτι ο Αρνων ειναι το οριον του Μωαβ, μεταξυ Μωαβ και Αμορραιων.
14 Ezért mondja az Úr harcainak könyve: »Amint a Vörös-tengerrel cselekedett, Úgy cselekszik Arnon patakjaival is.14 Δια τουτο λεγεται εν τω βιβλιω των πολεμων του Κυριου, Κατα τον Βαεβ εν Σουφα, και επι των ρυακων του Αρνων,
15 Lehajlottak a patakok szirtjei, Hogy megpihenhessenek Árnál És letelepedhessenek a moabiták határánál.«15 και επι του ρευματος των ρυακων, το οποιον καταβαινει εις την πολιν Αρ και κειται εις τα ορια του Μωαβ.
16 Onnan feltűnt az a kút, amelyről azt mondta az Úr Mózesnek: »Gyűjtsd egybe a népet, s vizet adok neki.«16 Και εκειθεν ηλθον εις Βηρ? τουτο ειναι το φρεαρ, περι του οποιου ειπε Κυριος προς τον Μωυσην, Συναξον τον λαον, και θελω δωσει υδωρ εις αυτους.
17 Akkor énekelte Izrael ezt az éneket: »Jöjj fel, kút! Énekeljetek neki!17 Τοτε εψαλεν ο Ισραηλ την ωδην ταυτην? Αναβα, ω φρεαρ? ψαλλετε εις αυτο?
18 Kút, amelyet fejedelmek ástak, a nép vezérei vájtak törvénypálcával és botjukkal.« A pusztából Mattánába,18 οι αρχοντες εσκαψαν το φρεαρ, οι ευγενεις του λαου εσκαψαν, δια προσταγης του νομοθετου, με τας ραβδους αυτων. Και απο της ερημου ηλθον εις Ματτανα,
19 Mattánából Nahálielbe, Nahálielből Bámótba,19 και απο Ματτανα εις Νααλιηλ, και απο Νααλιηλ εις Βαμωθ,
20 Bámótból abba a völgybe mentek, amely Moáb mezején, a sivatagra néző Fászga tetején van.20 και απο Βαμωθ της κοιλαδος της εν τη γη Μωαβ, επι της κορυφης Φασγα, το οποιον βλεπει προς Γεσιμων.
21 Szihonhoz, az amoriták királyához pedig követeket küldött Izrael, üzenvén:21 Και απεστειλεν ο Ισραηλ πρεσβεις προς τον Σηων βασιλεα των Αμορραιων λεγων,
22 »Kérlek, hadd vonulhassak át földeden. Szántókra és szőlőkre nem térünk, vizet a kutakból nem iszunk, az országúton megyünk, míg át nem vonulunk területeden.«22 Ας περασωμεν δια της γης σου? δεν θελομεν κλινει εις τους αγρους ουτε εις τους αμπελωνας? δεν θελομεν πιει υδωρ εκ των φρεατων? αλλα δια της βασιλικης οδου θελομεν πορευθη, εωσου περασωμεν τα ορια σου.
23 Ám ő nem akarta megengedni, hogy Izrael átvonulhasson területén, sőt egybegyűjtötte seregét, s kivonult ellene a pusztába, s amikor eljutott Jászába, harcba szállt Izraellel.23 Και ο Σηων δεν αφηκε τον Ισραηλ να περαση δια των οριων αυτου? αλλ' ο Σηων συνηγαγε παντα τον λαον αυτου και εξηλθε να παραταχθη εναντιον του Ισραηλ εις την ερημον? και ηλθεν εις Ιασσα και επολεμησεν εναντιον του Ισραηλ.
24 Ez azonban megverte őt a kard élével, s elfoglalta földjét az Arnontól a Jabbokig, Ammon fiaiig, mert az ammoniták határát erős őrség tartotta.24 Και επαταξεν ο Ισραηλ αυτον εν στοματι μαχαιρας και κατεκυριευσε την γην αυτου απο Αρνων εως Ιαβοκ, μεχρι των υιων Αμμων? επειδη τα ορια των υιων Αμμων ησαν οχυρα.
25 Valamennyi városát elvette tehát Izrael, s megtelepedett az amoriták városaiban, Hesebonban és leányvárosaiban.25 Και εκυριευσεν ο Ισραηλ πασας τας πολεις ταυτας? και κατωκησεν ο Ισραηλ εις πασας τας πολεις των Αμορραιων, εις Εσεβων και εις πασας τας κωμας αυτης?
26 Hesebon városa ugyanis Szihoné, az amoriták királyáé volt, mert ő harcra kelt Moáb királyával, s elvette tőle az egész földet, amely uralma alatt volt, egészen az Arnonig.26 επειδη η Εσεβων ητο η πολις του Σηων βασιλεως των Αμορραιων, οστις ειχε πολεμησει προτερον τον βασιλεα του Μωαβ και ελαβε πασαν την γην αυτου απο της χειρος αυτου, εως Αρνων.
27 Azért mondják a példabeszédben: »Gyertek Hesebonba Építeni, s erősítni Szihon városát.27 Δια τουτο λεγουσιν οι παροιμιασται, Ελθετε εις Εσεβων? Ας κτισθη και ας κατασκευασθη η πολις του Σηων?
28 Tűz csapott ki Hesebonból, Láng Szihonnak városából S megemésztette a moabita Árt S Arnon magaslatainak lakóit.28 διοτι πυρ εξηλθεν απο Εσεβων, φλοξ απο της πολεως του Σηων? κατεφαγε την Αρ του Μωαβ, και τους αρχοντας των υψηλων τοπων του Αρνων?
29 Jaj neked Moáb! Elvesztél Kámos népe, Mert ő futni hagyta fiait, Az amoriták királyának, Szihonnak Fogságába juttatta lányait.29 ουαι εις σε, Μωαβ Απωλεσθης, λαε του Χεμως? εδωκε τους διασωθεντας υιους αυτου, και τας θυγατερας αυτου αιχμαλωτους εις τον Σηων βασιλεα των Αμορραιων?
30 Elpusztult a birodalmuk Hesebontól Dibonig, Kimerülve értek csak el Nóféig és Medebáig.«30 Ημεις κατετοξευσαμεν αυτους? η Εσεβων ηφανισθη εως Δαιβων, και κατηρημωσαμεν αυτους εως Νοφα, το οποιον εκτεινεται εως Μεδεβα.
31 Így telepedett meg Izrael az amoriták földjén.31 Και κατωκησεν ο Ισραηλ εν τη γη των Αμορραιων.
32 Ekkor Mózes elküldött, hogy kémleljék ki Jázert, mire elfoglalták leányvárosait, s meghódították lakosait.32 Και απεστειλεν ο Μωυσης να κατασκοπευσωσι την Ιαζηρ? και εκυριευσαν τας κωμας αυτης και εξεδιωξαν τους Αμορραιους τους κατοικουντας εκει.
33 Aztán megfordultak és felmentek a Básán felé vivő úton. Ám Óg, Básán királya kivonult ellenük egész népével együtt, hogy harcra keljen velük Edráiban.33 Και στρεψαντες ανεβησαν την οδον την εις Βασαν? και εξηλθεν ο Ωγ βασιλευς της Βασαν εις συναντησιν αυτων, αυτος και πας ο λαος αυτου, προς μαχην εις Εδρει.
34 Azt mondta ekkor az Úr Mózesnek: »Ne félj tőle, mert kezedbe adom őt és egész népét meg földjét, s úgy elbánsz vele, mint ahogy elbántál Szihonnal, az amoritáknak azzal a királyával, aki Hesebonban lakott.«34 Και ειπε Κυριος προς τον Μωυσην, Μη φοβηθης αυτον? διοτι εις τας χειρας σου παρεδωκα αυτον και παντα τον λαον αυτου και την γην αυτου? και θελεις καμει εις αυτον, ως εκαμες εις τον Σηων βασιλεα των Αμορραιων τον κατοικουντα εν Εσεβων.
35 Megverték tehát őt is a fiaival együtt, s az egész népét az utolsó szálig, a földjét pedig elfoglalták.35 Και επαταξαν αυτον και τους υιους αυτου, και παντα τον λαον αυτου, εωσου δεν εναπελειφθη εις αυτον ουδεν? και κατεκυριευσαν την γην αυτου.