Scrutatio

Lunedi, 13 maggio 2024 - Beata Vergine Maria di Fatima ( Letture di oggi)

Jeremiás könyve 49


font
KÁLDI-NEOVULGÁTAGREEK BIBLE
1 Ammon fiairól. Így szól az Úr: »Talán nincsenek fiai Izraelnek? Vagy nincs neki örököse? Miért vette birtokba Milkom Gádot, és népe miért lakik annak városaiban?1 Περι των υιων Αμμων. Ουτω λεγει Κυριος? Μηπως δεν εχει υιους ο Ισραηλ; δεν εχει κληρονομον; δια τι ο Μαλχομ εκληρονομησε την Γαδ και ο λαος αυτου κατοικει εν ταις πολεσιν εκεινου;
2 Azért íme, jönnek napok – mondja az Úr –, amikor Ammon fiainak Rabbájában harci riadót hallatok. Romhalmazzá lesz, és leányvárosai tűzben égnek el; akkor birtokba veszi Izrael azokat, akik őt birtokba vették – mondja az Úr. -2 Δια τουτο, ιδου, ερχονται ημεραι, λεγει Κυριος, και θελω καμει να ακουσθη εν Ραββα των υιων Αμμων θορυβος πολεμου? και θελει εισθαι σωρος ερειπιων και αι κωμαι αυτης θελουσι κατακαυθη εν πυρι? τοτε ο Ισραηλ θελει κληρονομησει τους κληρονομησαντας αυτον, λεγει Κυριος.
3 Jajgass, Hesbon, mert elpusztult Hái! Kiáltsatok, Rabba leányai, öltsetek zsákruhát, gyászoljatok, és bolyongjatok a falak között! Mert Melkom fogságba megy papjaival és fejedelmeivel együtt.3 Ολολυξον, Εσεβων, διοτι η Γαι ελεηλατηθη? βοησατε, αι κωμαι της Ραββα, περιζωσθητε σακκους? θρηνησατε και περιδραμετε δια των φραγμων? διοτι ο Μαλχομ θελει υπαγει εις αιχμαλωσιαν, οι ιερεις αυτου και οι αρχοντες αυτου ομου.
4 Miért dicsekszel a völgyekkel? Termékeny volt völgyed, te elpártolt leány, aki kincseidben bízol: ‘Ki jöhet ellenem?’4 Δια τι καυχασαι εις τας κοιλαδας; η κοιλας σου διερρευσε, θυγατηρ αποστατρια, ητις ηλπιζες επι τους θησαυρους σου, λεγουσα, Τις θελει ελθει εναντιον μου;
5 Íme, én rettegést hozok rád – mondja az Úr, a Seregek Istene –, mindazoktól, akik körülötted vannak; akkor szétszóródtok, ki merre lát, és nem lesz, aki összegyűjtse a menekülőket.5 Ιδου, εγω φερω φοβον επι σε, λεγει Κυριος ο Θεος των δυναμεων, απο παντων των περιοικων σου? και θελετε διασκορπισθη εκαστος κατα προσωπον αυτου? και δεν θελει υπαρχει ο συναξων τον πλανωμενον.
6 De azután majd jóra fordítom Ammon fiainak sorsát« – mondja az Úr.6 Και μετα ταυτα θελω επιστρεψει την αιχμαλωσιαν των υιων Αμμων, λεγει Κυριος.
7 Edomról. Így szól a Seregek Ura: »Vajon nincs már bölcsesség Temánban? Elveszett a tanács az értelmesektől, tönkrement bölcsességük.7 Περι του Εδωμ. Ουτω λεγει ο Κυριος των δυναμεων? δεν ειναι πλεον σοφια εν Θαιμαν; εχαθη η βουλη απο των συνετων; εφυγεν η σοφια αυτων;
8 Meneküljetek, forduljatok meg, a mélybe menjetek lakni, Dedán lakói! Mert Ézsau vesztét elhozom rá, az időt, amikor meglátogatom őt.8 Φυγετε, στραφητε, καμετε τοπους βαθεις δια κατοικιαν, κατοικοι της Δαιδαν? διοτι θελω φερει επ' αυτον τον ολεθρον του Ησαυ, τον καιρον της επισκεψεως αυτου.
9 Ha szüretelők jönnek hozzád, nem hagynak böngésznivalót, ha tolvajok éjszaka, pusztítanak, míg meg nem elégelik.9 Εαν ηρχοντο προς σε τρυγηται, δεν ηθελον αφησει επιφυλλιδας; εαν κλεπται δια νυκτος, ηθελον αρπασει το αρκουν εις αυτους.
10 Mert én lemeztelenítettem Ézsaut, fölfedtem rejtekhelyeit, és nem tud elrejtőzni. Elpusztul ivadéka, testvérei meg szomszédai, és ő sem lesz többé.10 Αλλ' εγω εγυμνωσα τον Ησαυ, ανεκαλυψα τους κρυψωνας αυτου, και δεν θελει δυνηθη να κρυφθη? ελεηλατηθη το σπερμα αυτου και οι αδελφοι αυτου και οι γειτονες αυτου, και αυτος δεν υπαρχει.
11 Hagyd csak árváidat, én tartom életben őket, és özvegyeid bennem bízzanak!11 Αφες τα ορφανα σου? εγω θελω ζωογονησει αυτα? και αι χηραι σου ας ελπιζωσιν επ' εμε.
12 Mert így szól az Úr: Íme, akikre nem vonatkozik az ítélet, hogy kiigyák a kelyhet, bizony, mégis kiisszák; akkor te büntetlenül maradhatsz? Nem maradsz büntetlenül, hanem bizonyosan ki fogod inni!12 Διοτι ουτω λεγει Κυριος? Ιδου, εκεινοι εις τους οποιους δεν προσηκε να πιωσιν απο του ποτηριου, τωοντι επιον? και συ θελεις μεινει ολως ατιμωρητος; δεν θελεις μεινει ατιμωρητος αλλ' εξαπαντος θελεις πιει.
13 Mert magamra esküszöm – mondja az Úr –, hogy borzadállyá, gyalázattá, iszonyattá és átokká lesz Boszra, és városai mind örök romokká lesznek.«13 Διοτι ωμοσα εις εμαυτον, λεγει Κυριος, οτι η Βοσορρα θελει εισθαι εις θαμβος, εις ονειδος, εις ερημωσιν και εις καταραν? και πασαι αι πολεις αυτης θελουσιν εισθαι ερημοι εις τον αιωνα.
14 Hírt hallottam az Úrtól, és a nemzetekhez küldött követet: »Gyűljetek össze, vonuljatok ellene, és keljetek harcra!«14 Ηκουσα αγγελιαν παρα Κυριου και μηνυτης απεσταλη προς τα εθνη, λεγων, Συναχθητε και ελθετε εναντιον αυτης και σηκωθητε εις πολεμον.
15 »Mert íme, kicsinnyé teszlek a nemzetek között, megvetetté az emberek között.15 Διοτι ιδου, θελω σε καμει μικρον μεταξυ των εθνων, ευκαταφρονητον μεταξυ των ανθρωπων.
16 A tőled való félelem szedett rá téged, szíved felfuvalkodottsága. Te, aki a sziklahasadékokban lakol, és elfoglalod a domb magaslatát, ha oly magasra rakod is fészkedet, mint a sas, onnan is letaszítalak – mondja az Úr. –16 Η τρομεροτης σου σε ηπατησε και η υπερηφανια της καρδιας σου, συ ο κατοικων εν τοις κοιλωμασι των κρημνων, ο κατεχων το υψος των βουνων? και αν υψωσης την φωλεαν σου ως ο αετος, και εκειθεν θελω σε καταβιβασει, λεγει Κυριος.
17 Borzadállyá lesz Edom: aki csak keresztülmegy rajta, megborzad és gúnyolódik valamennyi csapásán.17 Και ο Εδωμ θελει εισθαι εις θαμβος? πας ο διαβαινων δι' αυτου θελει εκθαμβηθη και θελει συριξει επι πασαις ταις πληγαις αυτου.
18 Ahogy elpusztult Szodoma és Gomorra meg a szomszédai – mondja az Úr –, úgy ott sem lakik majd ember, és nem tartózkodik benne ember fia.18 Καθως κατεστραφησαν τα Σοδομα και τα Γομορρα και τα πλησιοχωρα αυτων, λεγει Κυριος, ουτως ανθρωπος δεν θελει κατοικησει εκει ουδε υιος ανθρωπου θελει παροικησει εκει.
19 Íme, ahogy az oroszlán feljön a Jordán sűrűjéből a mindig viruló legelőre, úgy űzöm el őt onnan egy szempillantás alatt, és a kiválasztottat rendelem fölé. Mert ki olyan, mint én? És ki vonhat felelősségre engem? Ki az a pásztor, aki megállhat színem előtt?19 Ιδου, θελει αναβη ως λεων απο του φρυαγματος του Ιορδανου εναντιον της κατοικιας του δυνατου? αλλ' εγω ταχεως θελω εκδιωξει τουτον απ' αυτης? και οστις ειναι ο εκλεκτος μου, τουτον θελω καταστησει επ' αυτην? διοτι τις ομοιος μου; και τις θελει αντισταθη εις εμε; και τις ο ποιμην εκεινος, οστις θελει σταθη κατα προσωπον μου;
20 Ezért halljátok az Úr tervét, amelyet eltervezett Edom ellen, és gondolatait, amelyeket kigondolt Temán lakói ellen! Bizony, elhurcolják a nyáj kicsinyeit, bizony, elborzadnak miattuk tanyáik.20 Δια τουτο ακουσατε την βουλην του Κυριου, την οποιαν εβουλευθη κατα του Εδωμ, και τους λογισμους αυτου, τους οποιους ελογισθη κατα των κατοικων της Θαιμαν? Εξαπαντος και τα ελαχιστα του ποιμνιου θελουσι κατασυρει αυτους? εξαπαντος η κατοικια αυτων θελει ερημωθη μετ' αυτων.
21 Bukásuk hangjától megrendül a föld, hangos kiáltása elhallatszik a Vörös-tengerig.21 Απο του ηχου της αλωσεως αυτων εσεισθη η γη? ο ηχος της φωνης αυτης ηκουσθη εν τη Ερυθρα θαλασση.
22 Íme, mint a sas, úgy száll fel és repül, kiterjeszti szárnyát Boszra fölött; Edom hőseinek szíve olyan lesz azon a napon, mint a vajúdó asszony szíve.«22 Ιδου, θελει αναβη και πεταξει ως αετος, και θελει απλωσει τας πτερυγας αυτου επι Βοσορραν? και εν τη ημερα εκεινη η καρδια των ισχυρων του Εδωμ θελει εισθαι ως καρδια γυναικος κοιλοπονουσης.
23 Damaszkuszról. »Megszégyenült Emát és Arfád, mert rossz hírt hallottak; aggodalomtól háborognak, mint a tenger, amely nem tud megnyugodni.23 Περι της Δαμασκου. Κατησχυνθη η Αιμαθ και η Αρφαδ? διοτι ηκουσαν κακην αγγελιαν? ανελυθησαν? ταραχη ειναι εν τη θαλασση? δεν δυναται να ησυχαση.
24 Elgyengült Damaszkusz, futásnak eredt, és rémület vett erőt rajta; szorongás és fájdalmak fogták el, mint a szülő asszonyt.24 Η Δαμασκος παρελυθη, εστραφη εις φυγην, και τρομος κατελαβεν αυτην? αγωνια και πονοι εκυριευσαν αυτην ως τικτουσης.
25 Miért nem hagyták el a dicső várost, örömöm városát?25 Πως δεν εναπελειφθη η πολις η ευκλεης, η πολις της ευφροσυνης μου.
26 Ezért elesnek ifjai a terein, és a harcosok mind elvesznek azon a napon – mondja a Seregek Ura. –26 Δια τουτο οι νεοι αυτης θελουσι πεσει εν ταις πλατειαις αυτης, και παντες οι ανδρες οι πολεμισται θελουσιν απολεσθη κατ' εκεινην την ημεραν, λεγει ο Κυριος των δυναμεων.
27 Tüzet gyújtok Damaszkusz falán, és megemészti Ben-Hadad palotáit.«27 Και θελω αναψει πυρ εν τω τειχει της Δαμασκου και θελει καταφαγει τα παλατια του Βεν-αδαδ.
28 Kedárról és Hácor királyságairól, amelyeket megvert Nebukadnezár, Babilon királya. Így szól az Úr: »Keljetek fel, vonuljatok Kedár ellen, és pusztítsátok el kelet fiait!28 Περι της Κηδαρ, και περι των βασιλειων της Ασωρ, τα οποια επαταξε Ναβουχοδονοσορ ο βασιλευς της Βαβυλωνος. Ουτω λεγει Κυριος? Σηκωθητε, αναβητε προς την Κηδαρ και λεηλατησατε τους υιους της ανατολης.
29 Sátraikat és nyájukat elragadják, sátorlapjaikat, minden holmijukat és tevéiket elveszik tőlük; ezt kiáltják nekik: ‘Rettenet mindenfelől!’29 Θελουσι κυριευσει τας σκηνας αυτων και τα ποιμνια αυτων? θελουσι λαβει εις εαυτους τα παραπετασματα αυτων και πασαν την αποσκευην αυτων και τας καμηλους αυτων? και θελουσι βοησει προς αυτους, Τρομος πανταχοθεν.
30 Fussatok, meneküljetek gyorsan, a mélybe menjetek lakni, Hácor lakói! – mondja az Úr. – Mert tervet tervezett ellenetek Nebukadnezár, Babilon királya, és gondolatot gondolt ki ellenetek.30 Φυγετε, υπαγετε μακραν, καμετε τοπους βαθεις δια κατοικιαν, κατοικοι της Ασωρ, λεγει Κυριος? διοτι Ναβουχοδονοσορ ο βασιλευς της Βαβυλωνος εβουλευθη βουλην εναντιον σας και ελογισθη λογισμους εναντιον σας.
31 Keljetek fel, vonuljatok a nép ellen, mely békében és biztonságban lakik! – mondja az Úr. – Nincs ajtaja, és nincs zára, elkülönülten laknak.31 Σηκωθητε, αναβητε εις το ησυχον εθνος το κατοικουν εν ασφαλεια, λεγει Κυριος? οιτινες δεν εχουσι πυλας ουδε μοχλους αλλα κατοικουσι μονοι?
32 Tevéik prédává lesznek, és tömérdek jószáguk zsákmánnyá; szélnek szórom őket minden irányba, a megnyírt halántékúakat; és minden oldalról elhozom vesztüket – mondja az Úr. –32 και αι καμηλοι αυτων θελουσιν εισθαι λεηλασια και το πληθος των κτηνων αυτων λαφυρον? και θελω διασκορπισει αυτους εις παντας τους ανεμους, προς τους κατοικουντας εν τοις απωτατοις μερεσι? και θελω επιφερει τον ολεθρον αυτων εκ παντων των περατων αυτων, λεγει Κυριος.
33 Hácor sakálok tanyája lesz, pusztaság örökre; nem lakik ott ember, és nem tartózkodik benne ember fia.«33 Και η Ασωρ θελει εισθαι κατοικια θωων, ερημος εις τον αιωνα? δεν θελει κατοικει εκει ανθρωπος και δεν θελει παροικει εν αυτη υιος ανθρωπου.
34 Az Úr igéje, mely elhangzott Jeremiás prófétához Élámról, Cidkijának, Júda királyának uralkodása kezdetén:34 Ο λογος του Κυριου, ο γενομενος προς Ιερεμιαν τον προφητην, κατα της Ελαμ εν τη αρχη της βασιλειας του Σεδεκιου βασιλεως του Ιουδα, λεγων,
35 »Így szól a Seregek Ura: Íme, én összetöröm Élám íját, erejüknek legjavát.35 Ουτω λεγει ο Κυριος των δυναμεων? Ιδου, θελω συντριψει το τοξον της Ελαμ, την αρχην της δυναμεως αυτων.
36 Négy szelet hozok Élámra az ég négy tájáról, szélnek szórom őket minden irányba, és nem lesz olyan nemzet, ahova el ne jutnának Élám menekültjei.36 Και θελω φερει επι την Ελαμ τους τεσσαρας ανεμους εκ των τεσσαρων ακρων του ουρανου, και θελω διασκορπισει αυτους εις παντας τουτους τους ανεμους? και δεν θελει εισθαι εθνος, οπου οι δεδιωγμενοι της Ελαμ δεν θελουσιν ελθει.
37 Megrémítem Élámot ellenségei előtt, azok előtt, akik életükre törnek, és bajt hozok rájuk, izzó haragomat – mondja az Úr. – Elküldöm utánuk a kardot, míg meg nem semmisítem őket.37 Διοτι θελω κατατρομαξει την Ελαμ εμπροσθεν των εχθρων αυτων και εμπροσθεν των ζητουντων την ψυχην αυτων? και θελω επιφερει κακον επ' αυτους, τον θυμον της οργης μου, λεγει Κυριος? και θελω αποστειλει την μαχαιραν οπισω αυτων, εωσου αναλωσω αυτους.
38 Felállítom trónomat Élámban, és kiirtok onnan királyt és fejedelmeket – mondja az Úr. –38 Και θελω στησει τον θρονον μου εν Ελαμ, και θελω εξολοθρευσει εκειθεν βασιλεα και μεγιστανας, λεγει Κυριος.
39 De majd a végső napokban jóra fordítom Élám sorsát« – mondja az Úr.39 Πλην εν ταις εσχαταις ημεραις θελω επιστρεψει την αιχμαλωσιαν της Ελαμ, λεγει Κυριος.