A Prédikátor könyve 5
123456789101112
Ter
Kiv
Lev
Szám
MTörv
Józs
Bír
Rút
1Sám
2Sám
1Kir
2Kir
1Krón
2Krón
Ezdr
Neh
Tób
Judit
Eszt
1Makk
2Makk
Jób
Zsolt
Péld
Préd
Én
Bölcs
Sir
Iz
Jer
Siralm
Bár
Ez
Dán
Óz
Jo
Ám
Abd
Jón
Mik
Náh
Hab
Szof
Agg
Zak
Mal
Mt
Mk
Lk
Jn
Csel
Róm
1Kor
2Kor
Gal
Ef
Fil
Kol
1Tessz
2Tessz
1Tim
2Tim
Tit
Filem
Zsid
Jak
1Pét
2Pét
1Ján
2Ján
3Ján
Júd
Jel
Confronta con un'altra Bibbia
Cambia Bibbia
KÁLDI-NEOVULGÁTA | LXX |
---|---|
1 Ne légy száddal elhamarkodott, és ne siessen szíved, hogy kimondd Isten színe előtt a szót, mert Isten a mennyben van, te pedig a földön; ezért kevésbeszédű légy! | 1 μη σπευδε επι στοματι σου και καρδια σου μη ταχυνατω του εξενεγκαι λογον προ προσωπου του θεου οτι ο θεος εν τω ουρανω και συ επι της γης επι τουτω εστωσαν οι λογοι σου ολιγοι |
2 A sok gondot álmok követik, és a sok szóbeszédben balgaság van. | 2 οτι παραγινεται ενυπνιον εν πληθει περισπασμου και φωνη αφρονος εν πληθει λογων |
3 Ha fogadtál valamit Istennek, ne késs azt megadni, mert nem tetszik neki a meg nem tartott, felelőtlen ígéret. Bármit fogadsz is, add meg! | 3 καθως αν ευξη ευχην τω θεω μη χρονισης του αποδουναι αυτην οτι ουκ εστιν θελημα εν αφροσιν συν οσα εαν ευξη αποδος |
4 Sokkal jobb nem tenni fogadást, mintsem megfogadni valamit, és az ígéretet nem teljesíteni. | 4 αγαθον το μη ευξασθαι σε η το ευξασθαι σε και μη αποδουναι |
5 Ne engedd, hogy szád bűnbe vigyen téged, és ne mondd Isten küldöttje előtt: »Nem gondoltam meg!«, hogy Isten beszéded miatt haragra ne gerjedjen, és meg ne hiúsítsa kezed minden munkáját. | 5 μη δως το στομα σου του εξαμαρτησαι την σαρκα σου και μη ειπης προ προσωπου του θεου οτι αγνοια εστιν ινα μη οργισθη ο θεος επι φωνη σου και διαφθειρη τα ποιηματα χειρων σου |
6 Mert ahol sok az álom, sok a hiúság is, és sok a szóbeszéd; te pedig féld az Istent! | 6 οτι εν πληθει ενυπνιων και ματαιοτητες και λογοι πολλοι οτι συν τον θεον φοβου |
7 Ha látod, hogy elnyomják a szegényeket, tiporják a törvényt, és felforgatják a jogot a tartományban, ne csodálkozz rajta, hiszen az egyik nagy ember fölött van egy másik nagy ember, és fölöttük vannak mások, akik még nagyobbak. | 7 εαν συκοφαντιαν πενητος και αρπαγην κριματος και δικαιοσυνης ιδης εν χωρα μη θαυμασης επι τω πραγματι οτι υψηλος επανω υψηλου φυλαξαι και υψηλοι επ' αυτους |
8 Legfelül pedig a király parancsol az egész alatta levő országnak. | 8 και περισσεια γης εν παντι εστι βασιλευς του αγρου ειργασμενου |
9 Aki pénzre éhes, nem telik be pénzzel, s aki szereti a gazdagságot, nem veszi annak hasznát; ez is csak hiúság! | 9 αγαπων αργυριον ου πλησθησεται αργυριου και τις ηγαπησεν εν πληθει αυτων γενημα και γε τουτο ματαιοτης |
10 Ahol nagy a vagyon, sokan vannak, akik fogyasztják, és mi egyéb haszna van birtokosának, mint hogy a gazdagságot szemével nézheti! | 10 εν πληθει της αγαθωσυνης επληθυνθησαν εσθοντες αυτην και τι ανδρεια τω παρ' αυτης οτι αλλ' η του οραν οφθαλμοις αυτου |
11 Édes az álom a munkásnak, akár keveset eszik, akár sokat, a gazdagot ellenben bősége nem engedi nyugodtan aludni. | 11 γλυκυς υπνος του δουλου ει ολιγον και ει πολυ φαγεται και τω εμπλησθεντι του πλουτησαι ουκ εστιν αφιων αυτον του υπνωσαι |
12 Van még egy keserves nyomorúság, amelyet a nap alatt láttam: a gazdagság, amelyet birtokosa a saját vesztére tartogat. | 12 εστιν αρρωστια ην ειδον υπο τον ηλιον πλουτον φυλασσομενον τω παρ' αυτου εις κακιαν αυτου |
13 Az ilyennek vagyona ugyanis nagy csapás folytán tönkremegy, és ha fia született, az végső ínségre jut. | 13 και απολειται ο πλουτος εκεινος εν περισπασμω πονηρω και εγεννησεν υιον και ουκ εστιν εν χειρι αυτου ουδεν |
14 Amint mezítelenül jött ki anyja méhéből, úgy megy el innen, és semmit sem visz magával abból, amit fáradsággal szerzett. | 14 καθως εξηλθεν απο γαστρος μητρος αυτου γυμνος επιστρεψει του πορευθηναι ως ηκει και ουδεν ου λημψεται εν μοχθω αυτου ινα πορευθη εν χειρι αυτου |
15 Már az is keserves nyomorúság, hogy amint jött, úgy is kell elmennie. Mit használ tehát neki, hogy szelet hajszolt? | 15 και γε τουτο πονηρα αρρωστια ωσπερ γαρ παρεγενετο ουτως και απελευσεται και τις περισσεια αυτω η μοχθει εις ανεμον |
16 Hozzá még az, hogy élete minden napján sötétben költi el ételét, sok gondban, nyomorúságban és bánatban. | 16 και γε πασαι αι ημεραι αυτου εν σκοτει και πενθει και θυμω πολλω και αρρωστια και χολω |
17 Azt találtam tehát helyesnek, hogy mindenki egyék, igyék, és élvezze az örömet fáradsága mellett, amellyel a nap alatt küszködik élete megszámlált napjain, amelyeket Isten neki adott, mivel ez jutott neki osztályrészül. | 17 ιδου ο ειδον εγω αγαθον ο εστιν καλον του φαγειν και του πιειν και του ιδειν αγαθωσυνην εν παντι μοχθω αυτου ω εαν μοχθη υπο τον ηλιον αριθμον ημερων ζωης αυτου ων εδωκεν αυτω ο θεος οτι αυτο μερις αυτου |
18 Sőt, ha Isten bárkinek vagyont és kincset ad, és megengedi, hogy kivegye a részét belőle, élvezze és gyönyörűségét találja fáradsága gyümölcsében, ez Isten ajándéka. | 18 και γε πας ο ανθρωπος ω εδωκεν αυτω ο θεος πλουτον και υπαρχοντα και εξουσιασεν αυτον του φαγειν απ' αυτου και του λαβειν το μερος αυτου και του ευφρανθηναι εν μοχθω αυτου τουτο δομα θεου εστιν |
19 Nem gondol ugyanis az ilyen sokat élete napjaival, mert Isten a szívét a gyönyörökkel tölti el. | 19 οτι ου πολλα μνησθησεται τας ημερας της ζωης αυτου οτι ο θεος περισπα αυτον εν ευφροσυνη καρδιας αυτου |