Scrutatio

Mercoledi, 15 maggio 2024 - Sant'Isidoro agricoltore ( Letture di oggi)

Királyok második könyve 24


font
KÁLDI-NEOVULGÁTALXX
1 Az ő napjaiban jött fel Nebukadnezár, Babilon királya és Joakim a szolgája lett három esztendeig. Aztán ismét elpártolt tőle.1 εν ταις ημεραις αυτου ανεβη ναβουχοδονοσορ βασιλευς βαβυλωνος και εγενηθη αυτω ιωακιμ δουλος τρια ετη και επεστρεψεν και ηθετησεν εν αυτω
2 Ekkor rábocsátotta az Úr a kaldeusok portyázóit és Szíria portyázóit és Moáb portyázóit és Ammon fiainak portyázóit. Rábocsátotta őket Júdára, hogy pusztítsák el az Úr azon szava szerint, amelyet szolgái, a próféták által szólt.2 και απεστειλεν αυτω τους μονοζωνους των χαλδαιων και τους μονοζωνους συριας και τους μονοζωνους μωαβ και τους μονοζωνους υιων αμμων και εξαπεστειλεν αυτους εν τη γη ιουδα του κατισχυσαι κατα τον λογον κυριου ον ελαλησεν εν χειρι των δουλων αυτου των προφητων
3 Az Úr parancsára történt ez Júdával, azért, hogy eltávolítsa őt maga elől Manassze mindazon bűnéért, amelyet elkövetett,3 πλην επι τον θυμον κυριου ην εν τω ιουδα αποστησαι αυτον απο προσωπου αυτου εν αμαρτιαις μανασση κατα παντα οσα εποιησεν
4 s azért az ártatlan vérért, amelyet kiontott, úgyhogy megtöltötte Jeruzsálemet ártatlan vérrel: ezért nem akart az Úr megengesztelődni.4 και γε αιμα αθωον εξεχεεν και επλησεν την ιερουσαλημ αιματος αθωου και ουκ ηθελησεν κυριος ιλασθηναι
5 Joakim egyéb dolgai pedig, s mindaz, amit cselekedett, nemde meg vannak írva Júda királyainak krónikás könyvében? Amikor aztán Joakim aludni tért atyáihoz,5 και τα λοιπα των λογων ιωακιμ και παντα οσα εποιησεν ουκ ιδου ταυτα γεγραμμενα επι βιβλιω λογων των ημερων τοις βασιλευσιν ιουδα
6 fia, Joachin, lett a király helyette.6 και εκοιμηθη ιωακιμ μετα των πατερων αυτου και εβασιλευσεν ιωακιμ υιος αυτου αντ' αυτου
7 Egyiptom királya azonban többé nem jött ki földjéről, mert Babilon királya elvette Egyiptom patakjától az Eufrátesz folyóig mindazt, ami Egyiptom királyáé volt.7 και ου προσεθετο ετι βασιλευς αιγυπτου εξελθειν εκ της γης αυτου οτι ελαβεν βασιλευς βαβυλωνος απο του χειμαρρου αιγυπτου εως του ποταμου ευφρατου παντα οσα ην του βασιλεως αιγυπτου
8 Tizennyolc esztendős volt Joachin, amikor uralkodni kezdett és három hónapig uralkodott Jeruzsálemben. Anyját, aki a jeruzsálemi Elnátán lánya volt, Nehustának hívták.8 υιος οκτωκαιδεκα ετων ιωακιμ εν τω βασιλευειν αυτον και τριμηνον εβασιλευσεν εν ιερουσαλημ και ονομα τη μητρι αυτου νεσθα θυγατηρ ελλαναθαν εξ ιερουσαλημ
9 Azt cselekedte, ami gonosz az Úr előtt, egészen úgy, ahogy apja cselekedett.9 και εποιησεν το πονηρον εν οφθαλμοις κυριου κατα παντα οσα εποιησεν ο πατηρ αυτου
10 Ebben az időben felvonultak Nebukadnezár, Babilon királyának szolgái Jeruzsálem ellen s körülvették ostromművekkel a várost.10 εν τω καιρω εκεινω ανεβη ναβουχοδονοσορ βασιλευς βαβυλωνος εις ιερουσαλημ και ηλθεν η πολις εν περιοχη
11 Majd eljött Nebukadnezár, Babilon királya is szolgáival a város ellen, hogy megostromolják azt.11 και εισηλθεν ναβουχοδονοσορ βασιλευς βαβυλωνος εις την πολιν και οι παιδες αυτου επολιορκουν επ' αυτην
12 Kiment erre Joachin, Júda királya, Babilon királyához anyjával, szolgáival, főembereivel és udvari tisztjeivel együtt, de Babilon királya elfogatta uralkodásának nyolcadik esztendejében.12 και εξηλθεν ιωακιμ βασιλευς ιουδα επι βασιλεα βαβυλωνος αυτος και οι παιδες αυτου και η μητηρ αυτου και οι αρχοντες αυτου και οι ευνουχοι αυτου και ελαβεν αυτον βασιλευς βαβυλωνος εν ετει ογδοω της βασιλειας αυτου
13 Aztán elhurcolta onnan az Úr házának valamennyi kincsét, meg a királyi ház kincseit s összevagdalta mindazokat az aranytárgyakat, amelyeket Salamon, Izrael királya, az Úr templomában csináltatott – ahogy az Úr megmondta –,13 και εξηνεγκεν εκειθεν παντας τους θησαυρους οικου κυριου και τους θησαυρους οικου του βασιλεως και συνεκοψεν παντα τα σκευη τα χρυσα α εποιησεν σαλωμων βασιλευς ισραηλ εν τω ναω κυριου κατα το ρημα κυριου
14 és fogságba hurcolta egész Jeruzsálemet, az összes főembert, a sereg összes vitézét, tízezer embert, az összes mesterembert és lakatost, úgyhogy nem maradt ott senki sem, csak a föld szegény népe.14 και απωκισεν την ιερουσαλημ και παντας τους αρχοντας και τους δυνατους ισχυι αιχμαλωσιας δεκα χιλιαδας αιχμαλωτισας και παν τεκτονα και τον συγκλειοντα και ουχ υπελειφθη πλην οι πτωχοι της γης
15 Elhurcolta Joachint is Babilonba, meg a király anyját, feleségeit és udvari tisztjeit. Az ország bíráit is fogságba vitte Jeruzsálemből Babilonba.15 και απωκισεν τον ιωακιμ εις βαβυλωνα και την μητερα του βασιλεως και τας γυναικας του βασιλεως και τους ευνουχους αυτου και τους ισχυρους της γης απηγαγεν αποικεσιαν εξ ιερουσαλημ εις βαβυλωνα
16 Az összes vitézi embert, hétezret, a mesterembereket és a lakatosokat, ezret, az összes vitéz és hadravaló embert foglyul vitte Babilon királya Babilonba.16 και παντας τους ανδρας της δυναμεως επτακισχιλιους και τον τεκτονα και τον συγκλειοντα χιλιους παντες δυνατοι ποιουντες πολεμον και ηγαγεν αυτους βασιλευς βαβυλωνος μετοικεσιαν εις βαβυλωνα
17 Helyébe apai nagybátyját, Mattanját tette királlyá, de elnevezte Cidkijának.17 και εβασιλευσεν βασιλευς βαβυλωνος τον μαθθανιαν υιον αυτου αντ' αυτου και επεθηκεν το ονομα αυτου σεδεκια
18 Huszonegy esztendős volt Cidkija, amikor uralkodni kezdett s tizenegy esztendeig uralkodott Jeruzsálemben. Anyját, aki a libnai Jeremiás lánya volt, Amitálnak hívták.18 υιος εικοσι και ενος ενιαυτου σεδεκιας εν τω βασιλευειν αυτον και ενδεκα ετη εβασιλευσεν εν ιερουσαλημ και ονομα τη μητρι αυτου αμιταλ θυγατηρ ιερεμιου
19 Azt cselekedte, ami gonosz az Úr előtt, egészen úgy, ahogy Joakim cselekedett.19 και εποιησεν το πονηρον ενωπιον κυριου κατα παντα οσα εποιησεν ιωακιμ
20 Az Úr ugyanis haragudott Jeruzsálemre és Júdára, amíg el nem vetette őket színe elől. Cidkija elpártolt Babilon királyától.20 οτι επι τον θυμον κυριου ην επι ιερουσαλημ και εν τω ιουδα εως απερριψεν αυτους απο προσωπου αυτου και ηθετησεν σεδεκιας εν τω βασιλει βαβυλωνος