1 Διοτι ο νομος, εχων σκιαν των μελλοντων αγαθων, ουχι αυτην την εικονα των πραγματων, δεν δυναται ποτε δια των αυτων θυσιων, τας οποιας προσφερουσι κατ' ενιαυτον παντοτε να τελειοποιηση τους προσερχομενους? | 1 Perciocchè la legge, avendo l’ombra de’ futuri beni, non l’immagine viva stessa delle cose, non può giammai, per que’ sacrificii che sono gli stessi ogni anno, i quali son del continuo offerti, santificar quelli che si accostano all’altare. |
2 επειδη τοτε δεν ηθελον παυσει να προσφερωνται, διοτι οι λατρευται απαξ καθαρισθεντες, δεν ηθελον εχει πλεον ουδεμιαν συνειδησιν αμαρτιων? | 2 Altrimenti, sarebber restati d’essere offerti; perciocchè coloro che fanno il servigio divino, essendo una volta purificati, non avrebbero più avuta alcuna coscienza di peccati. |
3 αλλ' εν αυταις γινεται κατ' ενιαυτον αναμνησις αμαρτιων? | 3 Ma per essi si fa ogni anno rammemorazion dei peccati. |
4 διοτι αδυνατον ειναι αιμα ταυρων και τραγων να αφαιρη αμαρτιας. | 4 Perciocchè egli è impossibile che il sangue di tori e di becchi, tolga i peccati. |
5 Δια τουτο εισερχομενος εις τον κοσμον, λεγει? Θυσιαν και προσφοραν δεν ηθελησας, αλλ' ητοιμασας εις εμε σωμα? | 5 Perciò, entrando egli nel mondo, dice: Tu non hai voluto sacrificio, nè offerta; ma tu mi hai apparecchiato un corpo. |
6 εις ολοκαυτωματα και προσφορας περι αμαρτιας δεν ευηρεστηθης? | 6 Tu non hai gradito olocausti, nè sacrificii per lo peccato |
7 τοτε ειπον? Ιδου, ερχομαι, εν τω τομω του βιβλιου ειναι γεγραμμενον περι εμου, δια να καμω, ω Θεε, το θελημα σου. | 7 Allora io ho detto: Ecco, io vengo; egli è scritto di me nel rotolo del libro; io vengo per fare, o Dio, la tua volontà. |
8 Αφου ειπεν ανωτερω οτι θυσιαν και προσφοραν και ολοκαυτωματα και προσφορας περι αμαρτιας δεν ηθελησας ουδε ευηρεστηθης εις αυτας, αιτινες προσφερονται κατα τον νομον, | 8 Avendo detto innanzi: Tu non hai voluto, nè gradito sacrificio, nè offerta, nè olocausti, nè sacrificio per lo peccato i quali si offeriscono secondo la legge, |
9 τοτε ειπεν? Ιδου, ερχομαι δια να καμω, ω Θεε, το θελημα σου. Αναιρει το πρωτον, δια να συστηση το δευτερον. | 9 egli aggiunge: Ecco, io vengo, per fare, o Dio, la tua volontà. Egli toglie il primo, per istabilire il secondo. |
10 Με το οποιον θελημα ειμεθα ηγιασμενοι δια της προσφορας του σωματος του Ιησου Χριστου απαξ γενομενης. | 10 E per questa volontà siamo santificati, noi che lo siamo per l’offerta del corpo di Gesù Cristo, fatta una volta. |
11 Και πας μεν ιερευς ισταται καθ' ημεραν λειτουργων και τας αυτας πολλακις προσφερων θυσιας, αιτινες ποτε δεν δυνανται να αφαιρεσωσιν αμαρτιας? | 11 E oltre a ciò, ogni sacerdote è in piè ogni giorno ministrando, ed offerendo spesse volte i medesimi sacrificii, i quali giammai non possono togliere i peccati. |
12 αλλ' αυτος αφου προσεφερε μιαν θυσιαν υπερ αμαρτιων, εκαθησε διαπαντος εν δεξια του Θεου, | 12 Ma esso, avendo offerto un unico sacrificio per li peccati, si è posto a sedere in perpetuo alla destra di Dio; |
13 προσμενων του λοιπου εωσου τεθωσιν οι εχθροι αυτου υποποδιον των ποδων αυτου. | 13 nel rimanente, aspettando finchè i suoi nemici sieno posti per iscannello de’ suoi piedi. |
14 Διοτι με μιαν προσφοραν ετελειοποιησε δια παντος τους αγιαζομενους. | 14 Poichè per un’unica offerta, egli ha in perpetuo appieno purificati coloro che sono santificati. |
15 Μαρτυρει δε εις ημας και το Πνευμα το Αγιον? διοτι αφου ειπε προτερον, | 15 Or lo Spirito Santo ancora ce lo testifica; perciocchè, dopo avere innanzi detto: |
16 Αυτη ειναι η διαθηκη, την οποιαν θελω καμει προς αυτους μετα τας ημερας εκεινας, λεγει ο Κυριος? Θελω δωσει τους νομους μου εις τας καρδιας αυτων και θελω γραψει αυτους επι των διανοιων αυτων, προσθετει, | 16 Quest’è il patto, che io farò con loro dopo que’ giorni; il Signore dice: Io metterò le mie leggi ne’ loro cuori, e le scriverò nelle lor menti. |
17 Και τας αμαρτιας αυτων και τας ανομιας αυτων δεν θελω ενθυμεισθαι πλεον. | 17 E non mi ricorderò più de’ lor peccati, nè delle loro iniquità. |
18 Οπου δε ειναι αφεσις τουτων, δεν ειναι πλεον προσφορα περι αμαρτιας. | 18 Ora, dov’è remissione di queste cose, non vi è più offerta per lo peccato |
19 Εχοντες λοιπον, αδελφοι, παρρησιαν να εισελθωμεν εις τα αγια δια του αιματος του Ιησου, | 19 AVENDO adunque, fratelli, libertà d’entrare nel santuario, in virtù del sangue di Gesù, |
20 δια νεας και ζωσης οδου, την οποιαν καθιερωσεν εις ημας δια του καταπετασματος, τουτεστι της σαρκος αυτου, | 20 che è la via recente, e vivente, la quale egli ci ha dedicata, per la cortina, cioè per la sua carne, |
21 και εχοντες ιερεα μεγαν επι τον οικον του Θεου, | 21 ed un sommo sacerdote sopra la casa di Dio, |
22 ας πλησιαζωμεν μετα αληθινης καρδιας εν πληροφορια πιστεως, εχοντες τας καρδιας ημων κεκαθαρμενας απο συνειδησεως πονηρας και λελουμενοι το σωμα με υδωρ καθαρον? | 22 accostiamoci con un vero cuore, in piena certezza di fede, avendo i cuori cospersi e netti di mala coscienza, e il corpo lavato d’acqua pura. |
23 ας κρατωμεν την ομολογιαν της ελπιδος ασαλευτον? διοτι πιστος ο υποσχεθεις? | 23 Riteniamo ferma la confessione della nostra speranza; perciocchè fedele è colui che ha fatte le promesse. |
24 και ας φροντιζωμεν περι αλληλων, παρακινουντες εις αγαπην και καλα εργα, | 24 E prendiam guardia gli uni agli altri, per incitarci a carità, ed a buone opere; |
25 μη αφινοντες το να συνερχωμεθα ομου, καθως ειναι συνηθεια εις τινας, αλλα προτρεποντες αλληλους, και τοσουτω μαλλον, οσον βλεπετε πλησιαζουσαν την ημεραν. | 25 non abbandonando la comune nostra raunanza, come alcuni son usi di fare; ma esortandoci gli uni gli altri; e tanto più, che voi vedete approssimarsi il giorno. |
26 Διοτι εαν ημεις αμαρτανωμεν εκουσιως, αφου ελαβομεν την γνωσιν της αληθειας, δεν απολειπεται πλεον θυσια περι αμαρτιων, | 26 Perciocchè, se noi pecchiamo volontariamente, dopo aver ricevuta la conoscenza della verità, ei non vi resta più sacrificio per i peccati; |
27 αλλα φοβερα τις απεκδοχη κρισεως και εξαψις πυρος, το οποιον μελλει να κατατρωγη τους εναντιους. | 27 ma una spaventevole aspettazione di giudizio, ed una infocata gelosia, che divorerà gli avversari. |
28 Εαν τις αθετηση τον νομον του Μωυσεως, επι δυο η τριων μαρτυρων αποθνησκει χωρις ελεος? | 28 Se alcuno ha rotta la legge di Mosè, muore senza misericordia, in sul dire di due o tre testimoni. |
29 ποσον στοχαζεσθε χειροτερας τιμωριας θελει κριθη αξιος ο καταπατησας τον Υιον του Θεου και νομισας κοινον το αιμα της διαθηκης, με το οποιον ηγιασθη, και υβρισας το Πνευμα της χαριτος; | 29 Di quanto peggior supplicio stimate voi che sarà reputato degno colui che avrà calpestato il Figliuol di Dio, ed avrà tenuto per profano il sangue del patto, col quale è stato santificato; ed avrà oltraggiato lo Spirito della grazia? |
30 Διοτι εξευρομεν τον ειποντα? Εις εμε ανηκει η εκδικησις, εγω θελω καμει ανταποδοσιν, λεγει Κυριος? και παλιν? Ο Κυριος θελει κρινει τον λαον αυτου. | 30 Poichè noi sappiamo chi è colui che ha detto: A me appartiene la vendetta, io farò la retribuzione, dice il Signore. E altrove: Il Signore giudicherà il suo popolo. |
31 Φοβερον ειναι το να πεση τις εις χειρας Θεου ζωντος. | 31 Egli è cosa spaventevole di cader nelle mani dell’Iddio vivente. |
32 Αναφερετε δε εις την μνημην σας τας προτερας ημερας, εν αις αφου εφωτισθητε, υπεμεινατε μεγαν αγωνα παθηματων? | 32 Ora, ricordatevi de’ giorni di prima, ne’ quali, dopo essere stati illuminati, voi avete sostenuto un gran combattimento di sofferenze; |
33 ποτε μεν θεατριζομενοι με ονειδισμους και θλιψεις, ποτε δε γινομενοι κοινωνοι των τα τοιαυτα παθοντων. | 33 parte, messi in ispettacolo per vituperii e tribolazioni; parte ancora, essendo fatti compagni di coloro che erano in tale stato. |
34 Διοτι εδειξατε συμπαθειαν εις τα δεσμα μου και εδεχθητε μετα χαρας την αρπαγην των υπαρχοντων σας, εξευροντες οτι εχετε εις εαυτους περιουσιαν εν ουρανοις καλητεραν και διαμενουσαν. | 34 Poichè avete ancora patito meco ne’ miei legami, ed avete ricevuta con allegrezza la ruberia de’ vostri beni, sapendo che avete una sostanza ne’ cieli, che è migliore e permanente. |
35 Μη αποβαλητε λοιπον την παρρησιαν σας, ητις εχει μισθαποδοσιαν μεγαλην. | 35 Non gettate adunque via la vostra franchezza, la quale ha gran retribuzione. |
36 Διοτι εχετε χρειαν υπομονης, δια να καμητε το θελημα του Θεου και να λαβητε την επαγγελιαν. | 36 Perciocchè voi avete bisogno di pazienza; acciocchè, avendo fatta la volontà di Dio, otteniate la promessa. |
37 Διοτι ετι ολιγον καιρον, και θελει ελθει ο ερχομενος και δεν θελει βραδυνει. | 37 Imperocchè, fra qui e ben poco tempo, colui che deve venire verrà, e non tarderà. |
38 Ο δε δικαιος θελει ζησει εκ πιστεως? και εαν τις συρθη οπισω, η ψυχη μου δεν ευαρεστειται εις αυτον. | 38 E il giusto viverà per fede; ma se egli si sottrae, l’anima mia non lo gradisce. |
39 ημεις ομως δεν ειμεθα εκ των συρομενων οπισω προς απωλειαν, αλλ' εκ των πιστευοντων προς σωτηριαν της ψυχης. | 39 Ora, quant’è a noi, non siamo da sottrarci, a perdizione; ma da credere, per far guadagno dell’anima |