Scrutatio

Lunedi, 20 maggio 2024 - San Bernardino da Siena ( Letture di oggi)

Prima lettera a Timoteo - 1 Timothy 6


font
GREEK BIBLESTUTTGARTENSIA-DELITZSCH
1 Οσοι ειναι υπο ζυγον δουλειας, ας νομιζωσι τους κυριους αυτων αξιους πασης τιμης, δια να μη βλασφημηται το ονομα του Θεου και η διδασκαλια.1 כֹּל אֲשֶׁר־הֵם תַּחַת עֹל הָעַבְדוּת יַחְשְׁבוּ אֶת־אֲדֹנֵיהֶם רְאוּיִם לְכָל־כָּבוֹד לְמַעַן לֹא־יְחֻלַּל שֵׁם הָאֱלֹהִים וְהַלֶּקַח
2 Οι δε εχοντες πιστους κυριους ας μη καταφρονωσιν αυτους, διοτι ειναι αδελφοι, αλλα προθυμοτερον ας δουλευωσι, διοτι ειναι πιστοι και αγαπητοι οι απολαμβανοντες την ευεργεσιαν. Ταυτα διδασκε και νουθετει.2 וְאֵלֶּה אֲשֶׁר אֲדֹנֵיהֶם בְּנֵי אֱמוּנָה אַל־יָקֵלּוּ אֹתָם עַל־הֱיוֹתָם אַחִים כִּי אִם־יַעַבְדוּם בְּיוֹתֵר בַּעֲבוּר כִּי־מַאֲמִינִים וַאֲהוּבִים הֵם הַמִּשְׁתַּדְּלִים לִגְמֹל חָסֶד אֶת־זֹאת תְּלַמֵּד וּתְצַוֶּה
3 Εαν τις ετεροδιδασκαλη και δεν ακολουθη τους υγιαινοντας λογους του Κυριου ημων Ιησου Χριστου και την διδασκαλιαν την κατ' ευσεβειαν,3 הָאִישׁ אֲשֶׁר יוֹרֶה תּוֹרָה אַחֶרֶת וְלֹא יַעֲמֹד בַּדְּבָרִים הַבְּרִיאִים שֶׁל־אֲדֹנֵינוּ יֵשׁוּעַ הַמָּשִׁיחַ וּבְלֶקַח הַחֲסִידוּת
4 ειναι τετυφωμενος και δεν εξευρει ουδεν, αλλα νοσει περι συζητησεις και λογομαχιας, εκ των οποιων προερχεται φθονος, ερις, βλασφημιαι, υπονοιαι πονηραι,4 נַפְשׁוֹ עֻפְּלָה וְלֹא יָדַע מְאוּמָה כִּי אִם־חֹלֶה הוּא בִּשְׁאֵלוֹת וּמַחֲלֹקוֹת מִלִּים הַמְּבִיאוֹת לִידֵי קִנְאָה וּמְרִיבָה וְגִדּוּפִים וַחֲשָׁד רָע
5 ματαιαι συνδιαλεξεις ανθρωπων διεφθαρμενων τον νουν και απεστερημενων της αληθειας, νομιζοντων την ευσεβειαν οτι ειναι πλουτισμος. Απομακρυνου απο των τοιουτων.5 וִכּוּחֵי הֶבֶל שֶׁל־אֲנָשִׁים נִשְׁחֲתֵי דַעַת וּמְחֻסְּרֵי אֱמֶת הַשָּׂמִים אֶת־הַחֲסִידוּת לִדְבַר בָּצַע סוּר מֵאֲנָשִׁים כָּאֵלֶּה
6 Μεγας δε πλουτισμος ειναι η ευσεβεια μετα αυταρκειας.6 וְאַף־אָמְנָם יִתְרוֹן גָּדוֹל הִיא הַחֲסִידוּת עִם־לֵב שָׂמֵחַ בְּחֶלְקוֹ
7 Διοτι δεν εφεραμεν ουδεν εις τον κοσμον, φανερον οτι ουδε δυναμεθα να εκφερωμεν τι?7 כִּי לֹא־הֵבֵאנוּ מְאוּמָה לָעוֹלָם בְּיָדוּעַ שֶׁגַּם־לֹא נוּכַל לְהוֹצִיא מִמֶּנּוּ מְאוּמָה
8 εχοντες δε διατροφας και σκεπασματα, ας αρκωμεθα εις ταυτα.8 וְעַל־כֵּן אִם־יֵשׁ לָנוּ מָזוֹן וּכְסוּת נִסְתַּפְּקָה בָּהֶם
9 Οσοι δε θελουσι να πλουτωσι πιπτουσιν εις πειρασμον και παγιδα και εις επιθυμιας πολλας ανοητους και βλαβερας, αιτινες βυθιζουσι τους ανθρωπους εις ολεθρον και απωλειαν.9 אֲבָל הַמְבַקְשִׁים לְהַעֲשִׁיר יִפְּלוּ בְנִסָּיוֹן וּבְמוֹקְשִׁים וּבְרֹב תַּאֲוֺת סְכָלוֹת וּמַשְׁחִיתוֹת הַמַּשְׁקִיעוֹת אֶת־הָאָדָם בַּשַּׁחַת וּבָאֲבַדּוֹן
10 Διοτι ριζα παντων των κακων ειναι η φιλαργυρια, την οποιαν τινες ορεγομενοι απεπλανηθησαν απο της πιστεως και διεπερασαν εαυτους με οδυνας πολλας.10 כִּי שֹׁרֶשׁ כָּל־הָרָעוֹת אַהֲבַת הַכֶּסֶף וְיֵשׁ אֲשֶׁר עָרְגוּ לוֹ וַיָּסוּרוּ מִן־הָאֱמוּנָה וַיַּעֲצִיבוּ אֶת־נַפְשָׁם בְּמַכְאֹבִים רַבִּים
11 Συ ομως, ω ανθρωπε του Θεου, ταυτα φευγε? ζητει δε δικαιοσυνην, ευσεβειαν, πιστιν, αγαπην, υπομονην, πραοτητα.11 וְאַתָּה אִישׁ הָאֱלֹהִים בְּרַח־לְךָ מֵאֵלֶּה וּרְדֹף צְדָקָה וַחֲסִידוּת וֶאֱמוּנָה וְאַהֲבָה וְסַבְלָנוּת וַעֲנָוָה
12 Αγωνιζου τον καλον αγωνα της πιστεως? κρατει την αιωνιον ζωην, εις την οποιαν και προσεκληθης και ωμολογησας την καλην ομολογιαν ενωπιον πολλων μαρτυρων.12 הִלָּחֵם הַמִּלְחָמָה הַטּוֹבָה שֶׁל־הָאֱמוּנָה וֶאֱחֹז חַיֵּי עוֹלָמִים אֲשֶׁר נִקְרֵאתָ לָהֶם וְהוֹדֵיתָ הוֹדָאָה יָפָה בִּפְנֵי עֵדִים רַבִּים
13 Σε παραγγελλω ενωπιον του Θεου του ζωοποιουντος τα παντα και του Ιησου Χριστου του μαρτυρησαντος ενωπιον του Ποντιου Πιλατου την καλην ομολογιαν,13 הִנְנִי מְצַוְּךָ נֶגֶד הָאֱלֹהִים הַמְחַיֶּה אֶת־כֹּל וְנֶגֶד הַמָּשִׁיחַ יֵשׁוּעַ אֲשֶׁר הֵעִיד הַהוֹדָאָה הַיָּפָה לִפְנֵי פָּנְטִיּוֹס פִּילָטוֹס
14 να φυλαξης την εντολην αμολυντον, αμεμπτον, μεχρι της επιφανειας του Κυριου ημων Ιησου Χριστου,14 כִּי־שָׁמוֹר תִּשְׁמֹר אֶת־הַמִּצְוָה בְּאֵין־שֶׁמֶץ וָדֹפִי עַד־הוֹפָעַת הַמָּשִׁיחַ יֵשׁוּעַ אֲדֹנֵינוּ
15 την οποιαν εν τοις ωρισμενοις καιροις θελει δειξει ο μακαριος και μονος Δεσποτης, ο Βασιλευς των βασιλευοντων, και Κυριος των κυριευοντων,15 אֲשֶׁר יַרְאֶנָּה בְעִתָּהּ הַמְבֹרָךְ וְהַשַּׁלִּיט לְבַדּוֹ מֶלֶךְ הַמְּלָכִים וַאֲדֹנֵי הָאֲדֹנִים
16 οστις μονος εχει την αθανασιαν, κατοικων φως απροσιτον, τον οποιον ουδεις των ανθρωπων ειδεν ουδε δυναται να ιδη? εις τον οποιον εστω τιμη και κρατος αιωνιον? αμην.16 אֲשֶׁר הוּא לְבַדּוֹ חַי וְקַיָּם וְהוּא הַדָּר בְּאוֹר נִשְׂגָּב וְאִישׁ לֹא רָאָהוּ וְלֹא יוּכַל לִרְאוֹתוֹ וְלוֹ הַכָּבוֹד וּגְבוּרַת עוֹלָמִים אָמֵן
17 Εις τους πλουσιους του κοσμου τουτου παραγγελλε να μη υψηλοφρονωσι, μηδε να ελπιζωσιν επι την αδηλοτητα του πλουτου, αλλ' επι τον Θεον τον ζωντα, οστις διδει εις ημας πλουσιως παντα εις απολαυσιν,17 אֶת־עֲשִׁירֵי הָעוֹלָם הַזֶּה תְּצַוֶּה שֶׁלֹּא יָרוּם לְבָבָם גַּם לֹא־יִבְטְחוּ בָּעשֶׁר הַבּוֹגֵד כִּי אִם־בֵּאלֹהִים חַיִּים הַמְסַפֵּק לָנוּ דַּי וְהוֹתֵר לִשְׂבֹּעַ
18 να αγαθοεργωσι, να πλουτωσιν εις εργα καλα, να ηναι ευμεταδοτοι, κοινωνικοι,18 וְיִגְמְלוּ טוֹב וְיַעְשִׁירוּ בְּמַעֲשִׂים טוֹבִים לָתֵת מֵהוֹנָם וְלַעֲזֹר לְזוּלָתָם
19 θησαυριζοντες εις εαυτους θεμελιον καλον εις το μελλον, δια να απολαυσωσι την αιωνιον ζωην.19 וְיַאַצְרוּ לָהֶם אוֹצָר לִיסוֹד טוֹב לֶעָתִיד שֶׁיַּשִּׂיגוּ אֶת־חַיֵּי הָעוֹלָמִים
20 Ω Τιμοθεε, την παρακαταθηκην φυλαξον, αποστρεφομενος τας βεβηλους ματαιολογιας και τας αντιλογιας της ψευδωνυμου γνωσεως,20 אַתָּה טִימוֹתִיּוֹס שְׁמֹר אֶת־הַפִּקָּדוֹן וְהִתְרַחֵק מִדִּבְרֵי הֶבֶל הַפְּסוּלִים וּמִן־וִכּוּחֵי הַמַּדָּע הַנִּקְרָא כֵן בְּשָׁקֶר
21 την οποιαν τινες επαγγελλομενοι επλανηθησαν κατα την πιστιν. Η χαρις ειη μετα σου? αμην.21 אֲשֶׁר יֵשׁ מִתְפָּאֲרִים בּוֹ וַיִּתְעוּ מִן־הָאֱמוּנָה הַחֶסֶד עִמָּךְ אָמֵן