Scrutatio

Lunedi, 13 maggio 2024 - Beata Vergine Maria di Fatima ( Letture di oggi)

Atti degli Apostoli - Acts 13


font
GREEK BIBLENOVA VULGATA
1 Ησαν δε εν Αντιοχεια εν τη υπαρχουση εκκλησια προφηται τινες και διδασκαλοι, ο Βαρναβας και Συμεων ο καλουμενος Νιγερ, και Λουκιος ο Κυρηναιος, και Μαναην ο συνανατραφεις μετα του Ηρωδου του τετραρχου, και ο Σαυλος.1 Erant autem in ecclesia, quae erat Antiochiae, pro phetae et doctores:Barnabas et Simeon, qui vocabatur Niger, et Lucius Cyrenensis et Manaen, quierat Herodis tetrarchae collactaneus, et Saulus.
2 Και ενω υπηρετουν εις τον Κυριον και ενηστευον, ειπε το Πνευμα το Αγιον? Χωρισατε εις εμε τον Βαρναβαν και τον Σαυλον δια το εργον, εις το οποιον προσεκαλεσα αυτους.2 Ministrantibus autem illisDomino et ieiunantibus, dixit Spiritus Sanctus: “ Separate mihi Barnabam etSaulum in opus, ad quod vocavi eos ”.
3 Τοτε αφου ενηστευσαν και προσευχηθησαν και επεθεσαν τας χειρας επ' αυτους, απεστειλαν.3 Tunc ieiunantes et orantesimponentesque eis manus dimiserunt illos.
4 Ουτοι λοιπον πεμφθεντες υπο του Πνευματος του Αγιου, κατεβησαν εις την Σελευκειαν και εκειθεν απεπλευσαν εις την Κυπρον,4 Et ipsi quidem missi ab Spiritu Sancto devenerunt Seleuciam et indenavigaverunt Cyprum
5 και οτε ηλθον εις την Σαλαμινα, εκηρυττον τον λογον του Θεου εν ταις συναγωγαις των Ιουδαιων? ειχον δε και τον Ιωαννην υπηρετην.5 et, cum venissent Salamina, praedicabant verbum Dei insynagogis Iudaeorum; habebant autem et Ioannem ministrum.
6 Και αφου διηλθον την νησον μεχρι της Παφου, ευρον τινα μαγον ψευδοπροφητην Ιουδαιον ονομαζομενον Βαριησουν,6 Et cumperambulassent universam insulam usque Paphum, invenerunt quendam virum magumpseudoprophetam Iudaeum, cui nomen Bariesu,
7 οστις ητο μετα του ανθυπατου Σεργιου Παυλου, ανδρος συνετου. Ουτος προσκαλεσας τον Βαρναβαν και Σαυλον, εζητησε να ακουση τον λογον του Θεου?7 qui erat cum proconsule SergioPaulo, viro prudente. Hic, accitis Barnaba et Saulo, quaesivit audire verbumDei;
8 ανθιστατο δε εις αυτους Ελυμας ο μαγος, διοτι ουτω μεθερμηνευεται το ονομα αυτου, ζητων να αποτρεψη τον ανθυπατον απο της πιστεως.8 resistebat autem illis Elymas, magus, sic enim interpretatur nomen eius,quaerens avertere proconsulem a fide.
9 Πλην ο Σαυλος, ο και Παυλος, πλησθεις Πνευματος Αγιου και ατενισας εις αυτον,9 Saulus autem, qui et Paulus, repletusSpiritu Sancto, intuens in eum
10 ειπεν? Ω πληρης παντος δολου και πασης ραδιουργιας, υιε του διαβολου, εχθρε πασης δικαιοσυνης, δεν θελεις παυσει διαστρεφων τας ευθειας οδους του Κυριου;10 dixit: “ O plene omni dolo et omni fallacia,fili Diaboli, inimice omnis iustitiae, non desines subvertere vias Dominirectas?
11 Και τωρα ιδου, χειρ του Κυριου ειναι κατα σου, και θελεις εισθαι τυφλος, μη βλεπων τον ηλιον μεχρι καιρου. Και παρευθυς επεπεσεν επ' αυτον αμαυρωσις και σκοτος, και περιστρεφομενος εζητει χειραγωγους.11 Et nunc, ecce manus Domini super te; et eris caecus, non videns solemusque ad tempus ”. Et confestim cecidit in eum caligo et tenebrae, etcircumiens quaerebat, qui eum manum darent.
12 Τοτε ιδων ο ανθυπατος το γεγονος επιστευσεν, εκπληττομενος εις την διδαχην του Κυριου.12 Tunc proconsul, cum vidissetfactum, credidit admirans super doctrinam Domini.
13 Αποπλευσαντες δε απο της Παφου ο Παυλος και οι περι αυτον ηλθον εις την Περγην της Παμφυλιας? ο δε Ιωαννης, χωρισθεις απ' αυτων, υπεστρεψεν εις τα Ιεροσολυμα.13 Et cum a Papho navigassent, qui erant cum Paulo, venerunt Pergen Pamphyliae;Ioannes autem discedens ab eis reversus est Hierosolymam.
14 Αυτοι δε περασαντες απο της Περγης, εφθασαν εις Αντιοχειαν της Πισιδιας, και εισελθοντες εις την συναγωγην τη ημερα του σαββατου εκαθησαν.14 Illi veropertranseuntes, a Perge venerunt Antiochiam Pisidiae, et ingressi synagogam diesabbatorum sederunt.
15 Και μετα την αναγνωσιν του νομου και των προφητων απεστειλαν εις αυτους οι αρχισυναγωγοι, λεγοντες? Ανδρες αδελφοι, εαν εχητε λογον τινα προτροπης εις τον λαον, λεγετε.15 Post lectionem autem Legis et Prophetarum, miseruntprincipes synagogae ad eos dicentes: “ Viri fratres, si quis est in vobissermo exhortationis ad plebem, dicite! ”.
16 Σηκωθεις δε ο Παυλος και σεισας την χειρα, ειπεν? Ανδρες Ισραηλιται και οι φοβουμενοι τον Θεον, ακουσατε.16 Surgens autem Paulus et manu silentium indicens ait: “ Viri Israelitae etqui timetis Deum, audite.
17 Ο Θεος του λαου τουτου Ισραηλ εξελεξε τους πατερας ημων και υψωσε τον λαον παροικουντα εν γη Αιγυπτου, και μετα βραχιονος υψηλου εξηγαγεν αυτους εξ αυτης,17 Deus plebis huius Israel elegit patres nostros etplebem exaltavit, cum essent incolae in terra Aegypti, et in brachio excelsoeduxit eos ex ea;
18 και εως τεσσαρακοντα ετη υπεφερε τους τροπους αυτων εν τη ερημω,18 et per quadraginta fere annorum tempus mores eorumsustinuit in deserto;
19 και αφου κατεστρεψεν επτα εθνη εν γη Χανααν, διεμερισεν εις αυτους κατα κληρον την γην αυτων.19 et destruens gentes septem in terra Chanaan sortedistribuit terram eorum,
20 Και μετα ταυτα ως τετρακοσια και πεντηκοντα περιπου ετη εδωκεν εις αυτους κριτας εως Σαμουηλ του προφητου.20 quasi quadringentos et quinquaginta annos. Et posthaec dedit iudices usque ad Samuel prophetam.
21 Και επειτα εζητησαν βασιλεα, και εδωκεν εις αυτους ο Θεος τον Σαουλ, υιον του Κις, ανδρα εκ της φυλης Βενιαμιν, τεσσαρακοντα ετη?21 Et exinde postulaverunt regem,et dedit illis Deus Saul filium Cis, virum de tribu Beniamin, annis quadraginta.
22 και μεταστησας αυτον, ανεστησεν εις αυτους βασιλεα τον Δαβιδ, περι του οποιου και ειπε μαρτυρησας? Ευρον Δαβιδ τον του Ιεσσαι, ανδρα κατα την καρδιαν μου, οστις θελει καμει παντα τα θεληματα μου.22 Et amoto illo, suscitavit illis David in regem, cui et testimonium perhibensdixit: “Inveni David filium Iesse, virum secundum cor meum, qui faciet omnesvoluntates meas”.
23 Απο του σπερματος τουτου ο Θεος κατα την επαγγελιαν αυτου ανεστησεν εις τον Ισραηλ σωτηρα τον Ιησουν,23 Huius Deus ex semine secundum promissionem eduxit Israel salvatorem Iesum,
24 αφου ο Ιωαννης προ της ελευσεως αυτου προεκηρυξε βαπτισμα μετανοιας εις παντα τον λαον του Ισραηλ.24 praedicante Ioanne ante adventum eius baptismum paenitentiae omni populo Israel.
25 Και ενω ο Ιωαννης ετελειονε τον δρομον αυτου, ελεγε? Τινα με στοχαζεσθε οτι ειμαι; δεν ειμαι εγω, αλλ' ιδου, ερχεται μετ' εμε εκεινος, του οποιου δεν ειμαι αξιος να λυσω το υποδημα των ποδων.25 Cum impleret autem Ioannes cursum suum, dicebat: “Quid me arbitramini esse?Non sum ego; sed ecce venit post me, cuius non sum dignus calceamenta pedumsolvere”.
26 Ανδρες αδελφοι, υιοι του γενους του Αβρααμ και οι εν υμιν φοβουμενοι τον Θεον, προς εσας απεσταλη ο λογος της σωτηριας ταυτης.26 Viri fratres, filii generis Abraham et qui in vobis timent Deum, nobis verbumsalutis huius missum est.
27 Διοτι οι κατοικουντες εν Ιερουσαλημ και οι αρχοντες αυτων, μη γνωρισαντες τουτον μηδε τας ρησεις των προφητων, τας αναγινωσκομενας κατα παν σαββατον, επληρωσαν αυτας κριναντες τουτον,27 Qui enim habitabant Ierusalem et principes eorum,hunc ignorantes et voces Prophetarum, quae per omne sabbatum leguntur,iudicantes impleverunt;
28 και μη ευροντες μηδεμιαν αιτιαν θανατου, εζητησαν παρα του Πιλατου να θανατωθη.28 et nullam causam mortis invenientes petierunt aPilato, ut interficeretur;
29 Αφου δε ετελειωσαν παντα τα περι αυτου γεγραμμενα, καταβιβασαντες αυτον απο του ξυλου εθεσαν εις μνημειον.29 cumque consummassent omnia, quae de eo scriptaerant, deponentes eum de ligno posuerunt in monumento.
30 Ο Θεος ομως ανεστησεν αυτον εκ νεκρων?30 Deus vero suscitaviteum a mortuis;
31 οστις εφανη επι πολλας ημερας εις τους μετ' αυτου αναβαντας απο της Γαλιλαιας εις Ιερουσαλημ, οιτινες ειναι μαρτυρες αυτου προς τον λαον.31 qui visus est per dies multos his, qui simul ascenderant cumeo de Galilaea in Ierusalem, qui nunc sunt testes eius ad plebem.
32 Και ημεις ευαγγελιζομεθα προς εσας την γενομενην εις τους πατερας επαγγελιαν,32 Et nos vobis evangelizamus eam, quae ad patres promissio facta est,
33 οτι ταυτην ο Θεος εξεπληρωσεν εις ημας τα τεκνα αυτων, αναστησας τον Ιησουν, ως ειναι γεγραμμενον και εν τω ψαλμω τω δευτερω? Υιος μου εισαι συ, εγω σημερον σε εγεννησα.33 quoniam hanc Deus adimplevit filiis eorum, nobis resuscitans Iesum, sicut et inPsalmo secundo scriptum est:
“Filius meus es tu; ego hodie genui te”.
34 Οτι δε ανεστησεν αυτον εκ νεκρων, μη μελλοντα πλεον να υποστρεψη εις την διαφθοραν, λεγει ουτως, οτι θελω σας δωσει τα ελεη του Δαβιδ τα πιστα.34 Quod autem suscitaverit eum a mortuis, amplius iam non reversurum incorruptionem, ita dixit: “Dabo vobis sancta David fidelia”.
35 Δια τουτο και εν αλλω ψαλμω λεγει? Δεν θελεις αφησει τον οσιον σου να ιδη διαφθοραν.35 Ideoque et in alio dicit:
“Non dabis Sanctum tuum videre corruptionem”.
36 Διοτι ο μεν Δαβιδ, αφου υπηρετησε την βουλην του Θεου εν τη γενεα αυτου, εκοιμηθη και προσετεθη εις τους πατερας αυτου και ειδε διαφθοραν?36 David enim sua generatione cum administrasset voluntati Dei, dormivit etappositus est ad patres suos et vidit corruptionem;
37 εκεινος ομως, τον οποιον ο Θεος ανεστησε, δεν ειδε διαφθοραν.37 quem vero Deussuscitavit, non vidit corruptionem.
38 Εστω λοιπον γνωστον εις εσας, ανδρες αδελφοι, οτι δια τουτου κηρυττεται προς εσας αφεσις αμαρτιων.38 Notum igitur sit vobis, viri fratres,quia per hunc vobis remissio peccatorum annuntiatur; ab omnibus, quibus nonpotuistis in lege Moysi iustificari,
39 Και απο παντων, αφ' οσων δεν ηδυνηθητε δια του νομου του Μωυσεως να δικαιωθητε, δια τουτου πας ο πιστευων δικαιουται.39 in hoc omnis, qui credit, iustificatur.
40 Βλεπετε λοιπον μη επελθη εφ' υμας το λαληθεν υπο των προφητων?40 Videte ergo, ne superveniat, quod dictum est in Prophetis:
41 Ιδετε, οι καταφρονηται, και θαυμασατε και αφανισθητε, διοτι εργον εγω εργαζομαι εν ταις ημεραις υμων, εργον, εις το οποιον δεν θελετε πιστευσει, εαν τις διηγηθη εις εσας.41 “Videte, contemptores,
et admiramini et disperdimini,
quia opus operor ego in diebus vestris,
opus, quod non credetis, si quis enarraverit vobis!” ”.
42 Ενω δε εξηρχοντο εκ της συναγωγης των Ιουδαιων, παρεκαλουν τα εθνη να κηρυχθωσιν εις αυτους οι λογοι ουτοι το ακολουθον σαββατον.42 Exeuntibus autem illis, rogabant, ut sequenti sabbato loquerentur sibi verbahaec.
43 Και αφου ελυθη η συναγωγη, πολλοι εκ των Ιουδαιων και των ευσεβων προσηλυτων ηκολουθησαν τον Παυλον και τον Βαρναβαν, οιτινες λαλουντες προς αυτους, επειθον αυτους να εμμενωσιν εις την χαριν του Θεου.43 Cumque dimissa esset synagoga, secuti sunt multi Iudaeorum et colentiumproselytorum Paulum et Barnabam, qui loquentes suadebant eis, ut permanerent ingratia Dei.
44 το δε ερχομενον σαββατον σχεδον ολη η πολις συνηχθη δια να ακουσωσι τον λογον του Θεου.44 Sequenti vero sabbato paene universa civitas convenit audire verbum Domini.
45 Ιδοντες δε οι Ιουδαιοι τα πλη0η, επλησθηααν φθονου και ηναντιουντο εις τα υπο του Παυλου λεγομενα, αντιλεγοντες και βλασφημουντες.45 Videntes autem turbas Iudaei, repleti sunt zelo; et contradicebant his, quaea Paulo dicebantur, blasphemantes.
46 Ο Παυλος δε και ο Βαρναβας, λαλουντες μετα παρρησιας, ειπον? Εις εσας πρωτον ητο αναγκαιον να λαληθη ο λογος του Θεου? αλλ' επειδη απορριπτετε αυτον και δεν κρινετε εαυτους αξιους της αιωνιου ζωης, ιδου, στρεφομεθα εις τα εθνη?46 Tunc audenter Paulus et Barnabas dixerunt: “ Vobis oportebat primum loquiverbum Dei; sed quoniam repellitis illud et indignos vos iudicatis aeternaevitae, ecce convertimur ad gentes.
47 διοτι ουτω προσεταξεν ημας ο Κυριος, λεγων? Σε εθεσα φως των εθνων, δια να ησαι προς σωτηριαν εως εσχατου της γης.47 Sic enim praecepit nobis Dominus:
“Posui te in lumen gentium,
ut sis in salutem usque ad extremum terrae” ”.
48 Και οι εθνικοι ακουσαντες εχαιρον και εδοξαζον τον λογον του Κυριου, και επιστευσαν οσοι ησαν ωρισμενοι δια την αιωνιον ζωην?48 Audientes autem gentes gaudebant et glorificabant verbum Domini, etcrediderunt, quotquot erant praeordinati ad vitam aeternam;
49 και ο λογος του Κυριου διεδιδετο δι' ολου του τοπου.49 ferebatur autemverbum Domini per universam regionem.
50 Οι δε Ιουδαιοι παρεκινησαν τας ευλαβεις και επισημους γυναικας και τους πρωτους της πολεως και διηγειραν διωγμον κατα του Παυλου και του Βαρναβα, και εξεβαλον αυτους απο των οριων αυτων.50 Iudaei autem concitaverunt honestasinter colentes mulieres et primos civitatis et excitaverunt persecutionem inPaulum et Barnabam et eiecerunt eos de finibus suis.
51 Εκεινοι δε εκτιναξαντες τον κονιορτον των ποδων αυτων επ' αυτους, ηλθον εις το Ικονιον.51 At illi, excusso pulverepedum in eos, venerunt Iconium;
52 Και οι μαθηται επληρουντο χαρας και Πνευματος Αγιου.52 discipuli quoque replebantur gaudio etSpiritu Sancto.