Scrutatio

Giovedi, 23 maggio 2024 - San Giovanni Battista de Rossi ( Letture di oggi)

Vangelo secondo Luca - Luke 17


font
GREEK BIBLEBIBBIA VOLGARE
1 Ειπε δε προς τους μαθητας? Αδυνατον ειναι να μη ελθωσι τα σκανδαλα? πλην ουαι εις εκεινον, δια του οποιου ερχονται.1 Ed egli disse alli discepoli suoi: egli è impossibile che non venga li scandali; ma guai, per cui vengono!
2 Συμφερει εις αυτον να κρεμασθη περι τον τραχηλον αυτου μυλου πετρα και να ριφθη εις την θαλασσαν, παρα να σκανδαλιση ενα των μικρων τουτων.2 Egli è più utile, se fusse posta una pietra di mola dintorno al collo suo, e sia gittato nel mare, ch' egli scandalizzi uno di questi piccolini.
3 Προσεχετε εις εαυτους. Εαν δε ο αδελφος σου αμαρτηση εις σε, επιπληξον αυτον? και εαν μετανοηση, συγχωρησον αυτον.3 Attendete: se il tuo fratello arà peccato in te, riprendilo; e se egli farà penitenza, perdonagli.
4 και εαν επτακις της ημερας αμαρτηση εις σε, και επτακις της ημερας επιστρεψη προς σε λεγων? Μετανοω, θελεις συγχωρησει αυτον.4 E se sette fiate nel giorno in te egli arà peccato, e sette fiate nel giorno si convertirà a te, dicendo: sommi pentito, perdonali.
5 Και ειπον οι αποστολοι προς τον Κυριον? Αυξησον εις ημας την πιστιν.5 Di che gli apostoli dissero al Signore: accresci a noi la fede.
6 Ο δε Κυριος ειπεν? Εαν εχετε πιστιν ως κοκκον σιναπεως, ηθελετε ειπει εις την συκαμινον ταυτην, Εκριζωθητι και φυτευθητι εις την θαλασσαν? και ηθελε σας υπακουσει.6 Onde disse il Signore: se arete fede, come è uno grano di senape, e direte a questo arboro di moro; scàvati con la radice, e sii piantato nel mare, egli a voi obedirà.
7 Τις δε απο σας εχων δουλον αροτριωντα η ποιμαινοντα, θελει ειπει προς αυτον, ευθυς αφου ελθη εκ του αγρου? Υπαγε, καθησον να φαγης,7 Qual è di voi che ha il servo aratore, ovvero che pascola li buoi, il quale ritornato dal campo, dica a quello sùbito: vieni e poniti a cena;
8 και δεν θελει ειπει προς αυτον? Ετοιμασον τι να δειπνησω, και περιζωσθεις υπηρετει με, εωσου φαγω και πιω, και μετα ταυτα θελεις φαγει και πιει συ;8 e non gli dica: apparecchia, ch' io ceni, ? cingiti e servimi insino ch' io manuchi e bevi; poscia tu manucarai e beverai?
9 Μηπως γνωριζει χαριν εις τον δουλον εκεινον, διοτι εκαμε τα διαταχθεντα εις αυτον; δεν μοι φαινεται.9 Or non renderà ello grazie a quel servo, conciò sia ch' egli ha fatto quel che gli avea comandato?
10 Ουτω και σεις, οταν καμητε παντα τα διαταχθεντα εις εσας, λεγετε οτι δουλοι αχρειοι ειμεθα, επειδη εκαμαμεν ο, τι εχρεωστουμεν να καμωμεν.10 Non credo. Così e voi, quando arete fatto tutte le cose che vi son comandate, dite: siamo servi disutili; quel che dovevamo fare, abbiamo fatto.
11 Και οτε αυτος επορευετο εις την Ιερουσαλημ, διεβαινε δια μεσου της Σαμαρειας και Γαλιλαιας.11 E fatto è, mentre ch' egli andasse in Ierusalem, che passando per mezzo di Samaria e di Galilea,
12 Και ενω εισηρχετο εις τινα κωμην, απηντησαν αυτον δεκα ανθρωποι λεπροι, οιτινες εσταθησαν μακροθεν,12 ed entrando in uno castello, incontrossi in dieci uomini leprosi, li quali stavano da lungi,
13 και αυτοι υψωσαν φωνην, λεγοντες? Ιησου, Επιστατα, ελεησον ημας.13 e ad alta voce dicevano: Iesù precettore, abbi misericordia di noi.
14 Και ιδων ειπε προς αυτους? Υπαγετε και δειξατε εαυτους εις τους ιερεις. Και ενω, επορευοντο, εκαθαρισθησαν.14 Ed egli, come gli vide, disse a loro andate e mostratevi alli sacerdoti. Ed egli andorono, e diventorono sani.
15 Εις δε εξ αυτων, ιδων οτι ιατρευθη, υπεστρεψε μετα φωνης μεγαλης δοξαζων τον Θεον,15 E uno di loro vedendosi sanato tornò, con grande voce magnificando Iddio.
16 και επεσε κατα προσωπον εις τους ποδας αυτου, ευχαριστων αυτον? και αυτος ητο Σαμαρειτης.16 E gittossi alli piedi di Iesù colla faccia alla terra, rendendogli grazie; e questi era Samaritano.
17 Αποκριθεις δε ο Ιησους ειπε? Δεν εκαθαρισθησαν οι δεκα; οι δε εννεα που ειναι;17 Disse allora Iesù: non sono egli dieci i mondati? adunque gli nove dove sono?
18 Δεν ευρεθησαν αλλοι να υποστρεψωσι δια να δοξασωσι τον Θεον ειμη ο αλλογενης ουτος;18 Onde non fu niuno che tornasse a ringraziar, e dare gloria a Dio, se non questi ch' era forestiere.
19 Και ειπε προς αυτον? Σηκωθεις υπαγε? η πιστις σου σε εσωσεν.19 Disse Iesù a costui: sta su e va, imperò che la tua fede ti ha fatto salvo.
20 Ερωτηθεις δε υπο των Φαρισαιων, ποτε ερχεται η βασιλεια του Θεου, απεκριθη προς αυτους και ειπε? Δεν ερχεται η βασιλεια του Θεου ουτως ωστε να παρατηρηται?20 Onde addimandato dalli Farisei, quando verrà il regno di Dio, e respondendo a loro, disse: il regno di Dio non verrà con osservazione.
21 ουδε θελουσιν ειπει? Ιδου, εδω ειναι, η Ιδου εκει? διοτι ιδου, η βασιλεια του Θεου ειναι εντος υμων.21 E non diranno: ecco ch' egli è quivi, ovvero: ecco ch' egli è ivi. Ecco che certo il regno di Dio è intra voi.
22 Ειπε δε προς τους μαθητας? θελουσιν ελθει ημεραι, οτε θελετε επιθυμησει να ιδητε μιαν των ημερων του Υιου του ανθρωπου, και δεν θελετε ιδει.22 E disse alli suoi discepoti: verranno gli giorni, quando voi desiderarete [vedere] uno giorno del Figliuolo dell' uomo, e nol vederete.
23 και θελουσι σας ειπει? Ιδου, εδω ειναι, η Ιδου εκει? μη υπαγητε μηδ' ακολουθησητε.23 E a voi diranno: ecco ch' egli è quivi, ed ecco ch' egli è ivi. Non vogliate andare, e non seguitate.
24 Διοτι ως η αστραπη η αστραπτουσα εκ της υπ' ουρανον λαμπει εις την υπ' ουρανον, ουτω θελει εισθαι και ο Υιος του ανθρωπου εν τη ημερα αυτου.24 Imperò ch' egli è come coruscante folgore dal cielo, e risplenderà in quelle cose che sono sotto il cielo; così sarà il Figliuolo dell' uomo nel giorno. [suo].
25 Πρωτον ομως πρεπει αυτος να παθη πολλα και να καταφρονηθη απο της γενεας ταυτης.25 In prima bisogna ch' egli patisca molte cose, ed essere riprovato da questa generazione.
26 Και καθως εγεινεν εν ταις ημεραις του Νωε, ουτω θελει εισθαι και εν ταις ημεραις του Υιου του ανθρωπου?26 E come fu fatto ne' giorni di Noè, così sarà etiam nelli giorni del Figliuolo dell' uomo.
27 ετρωγον, επινον, ενυμφευον, ενυμφευοντο, μεχρι της ημερας καθ' ην ο Νωε εισηλθεν εις την κιβωτον, και ηλθεν ο κατακλυσμος και απωλεσεν απαντας.27 Loro manucavano e bevevano, menavano mogliere e facevano nozze, insino al giorno che Noè entrò nell' arca; e venne il diluvio, e furono tutti consumati.
28 Ομοιως και καθως εγεινεν εν ταις ημεραις του Λωτ? ετρωγον, επινον, ηγοραζον, επωλουν, εφυτευον, ωκοδομουν?28 Similmente come fu fatto nelli giorni di Lot; loro manucavano e bevevano, [comperavano] e vendevano, piantavano ed edificavano.
29 καθ' ην δε ημεραν εξηλθεν ο Λωτ απο Σοδομων, εβρεξε πυρ και θειον απ' ουρανου και απωλεσεν απαντας.29 In quel giorno Lot (si partì e) uscì fuori da Sodoma; Iddio piovette il fuoco e il sulfure dal cielo, e consumò tutti.
30 Ωσαυτως θελει εισθαι καθ' ην ημεραν ο Υιος του ανθρωπου θελει φανερωθη.30 Secondo queste tali cose sarà in quel giorno che manifestarassi il Figliuolo dell' uomo.
31 Κατ' εκεινην την ημεραν οστις ευρεθη επι του δωματος και τα σκευη αυτου εν τη οικια, ας μη καταβη δια να λαβη αυτα, και οστις εν τω αγρω ομοιως ας μη επιστρεψη εις τα οπισω.31 In quell' ora, chi sarà nel tetto, e li suoi vasi nella casa, non discenda a togliere quelli; e chi sarà nel campo, similmente non ritorni indietro.
32 Ενθυμεισθε την γυναικα του Λωτ.32 Arricordatevi della moglie di Lot.
33 Οστις ζητηση να σωση την ζωην αυτου, θελει απολεσει αυτην, και οστις απολεση αυτην, θελει διαφυλαξει αυτην.33 Qualunque cercarà di fare salva l'anima sua, perderà quella; e qualunque perderà quella, vivificaralla.
34 Σας λεγω, Εν τη νυκτι εκεινη θελουσιν εισθαι δυο επι μιας κλινης, ο εις παραλαμβανεται και ο αλλος αφινεται?34 Io vi dico: in quella notte saranno due in uno letto; uno sarà levato, e l' altro lassato.
35 δυο γυναικες θελουσιν αλεθει ομου, η μια παραλαμβανεται και η αλλη αφινεται?35 Saranno due femine in uno molino macinanti; una sarà levata, e l'altra lassata; due uomini saranno nel campo; uno sarà levato, e l'altro lassato.
36 δυο θελουσιν εισθαι εν τω αγρω, ο εις παραλαμβανεται και ο αλλος αφινεται.36 E rispondendo li discepoli dissero dove, Signore?
37 Και αποκριθεντες λεγουσι προς αυτον? Που, Κυριε; Ο δε ειπε προς αυτους? Οπου ειναι το σωμα, εκει θελουσι συναχθη οι αετοι.37 Ed egli li disse: dovunque sarà il corpo, ivi raunaransi le aquile.