Scrutatio

Sabato, 11 maggio 2024 - San Fabio e compagni ( Letture di oggi)

ΑΡΙΘΜΟΙ - Numeri - Numbers 24


font
GREEK BIBLEBIBBIA RICCIOTTI
1 Και ιδων ο Βαλααμ οτι ητο αρεστον ενωπιον του Κυριου να ευλογηση τον Ισραηλ, δεν υπηγε, καθως αλλοτε, να ζητηση μαντειας, αλλ' εστησε το προσωπον αυτου προς την ερημον.1 - Allora Balaam, avendo veduto che al Signore piaceva ch'egli benedicesse Israele, non andò altrimenti, come aveva fatto prima, a cercare l'augurio, ma voltatosi verso il deserto,
2 Και ανυψωσεν ο Βαλααμ τους οφθαλμους αυτου και ειδε τον Ισραηλ κατεσκηνωμενον κατα τας φυλας αυτων? και ηλθεν επ' αυτον το πνευμα του Θεου.2 e levati gli occhi, vide Israele nelle sue tende, tribù per tribù; e rapito dallo spirito di Dio,
3 Και αρχισας την παραβολην αυτου ειπε, Βαλααμ ο υιος του Βεωρ ειπε, και ο ανθρωπος, ο εχων ανοικτους τους οφθαλμους αυτου, ειπεν?3 cominciò a vaticinare dicendo: «Parlò Balaam figlio di Beor; parlò l'uomo dall'occhio chiuso;
4 ειπεν εκεινος, οστις ηκουσε τα λογια του Θεου, Οστις ειδεν ορασιν του Παντοδυναμου, πεσων εις εκστασιν, εχων ομως ανοικτους τους οφθαλμους αυτου.4 parlò quegli che ode le parole di Dio, che scorse la visione dell'Onnipotente, quegli che cade, e poi gli s'aprono gli occhi.
5 Ποσον ωραιαι ειναι αι κατοικιαι σου, Ιακωβ, αι σκηναι σου, Ισραηλ.5 Come son belli i tuoi padiglioni, o Giacobbe, e le tue tende, o Israele!
6 Ως κοιλαδες ειναι εξηπλωμεναι, ως παραδεισοι εις οχθας ποταμου, ως δενδρα αλοης τα οποια εφυτευσεν ο Κυριος, ως κεδροι πλησιον των υδατων.6 Come valli boscose, come orti irrigui lungo i fiumi, come tabernacoli piantati dal Signore, come cedri presso alle acque.
7 Θελει εκχεει υδωρ εκ της αντλιας αυτου, και το σπερμα αυτου θελει εισθαι εις υδατα πολλα, και ο βασιλευς αυτου θελει εισθαι υψηλοτερος του Αγαγ, και η βασιλεια αυτου θελει μεγαλυνθη.7 L'acqua fluirà dalla sua secchia, e la sua discendenza sarà di molte acque. Il suo re verrà rispettato a causa di Agag, e gli sarà tolto il regno.
8 Ο Θεος εξηγαγεν αυτον εξ Αιγυπτου? εχει ως δυναμιν μονοκερωτος? θελει καταφαγει τα εθνη τους πολεμιους αυτου, και θελει συντριψει τα οστα αυτων, και θελει κατατοξευσει αυτους με τα βελη αυτου.8 Iddio lo cavò dall'Egitto, e la sua forza è come quella del rinoceronte. Divoreranno le genti loro nemiche, ne spezzeranno le ossa, le trapasseranno con le saette.
9 Αναπεσων, εκοιμηθη ως λεων, και ως σκυμνος λεοντος? τις θελει εξεγειρει αυτον; Ευλογημενος ο ευλογων σε και κατηραμενος ο καταρωμενος σε.9 Si sdraia per dormire, come un leone, o come una leonessa che nessuno oserebbe svegliare. Chi ti benedirà sarà anch'egli benedetto; chi ti maledirà, gli sarà contato in maledizione.»
10 Και εξηφθη ο θυμος του Βαλακ εναντιον του Βαλααμ και συνεκροτησε τας χειρας αυτου? και ειπεν ο Βαλακ προς τον Βαλααμ, δια να καταρασθης τους εχθρους μου σε εκαλεσα? και ιδου, συ ευλογων ευλογησας αυτους τριτην ταυτην φοραν?10 Sdegnato Balac contro Balaam, battendo le mani, disse: «Io ti ho chiamato per maledire i miei nemici, e tu invece per tre volte li hai benedetti.
11 τωρα λοιπον φυγε εις τον τοπον σου? ελεγον να σε τιμησω με τιμας? αλλ' ιδου, ο Κυριος σε εστερησε της τιμης.11 Torna al tuo paese. Io avevo stabilito di ricompensarti magnificamente, ma il Signore t'ha fatto perdere la ricompensa preparata».
12 Και ειπεν ο Βαλααμ προς τον Βαλακ, Δεν ειπον και προς τους απεσταλμενους σου, τους οποιους απεστειλας προς εμε, λεγων,12 Rispose Balaam a Balac: «Agli ambasciatori che mi mandasti, non dissi io:
13 Και αν μοι δωση ο Βαλακ την οικιαν αυτου πληρη αργυριου και χρυσιου, δεν δυναμαι να παραβω την προσταγην του Κυριου, ωστε να καμω καλον η κακον απ' εμαυτου, αλλ' ο, τι ο Κυριος λαληση, τουτο θελω ειπει;13 - Se Balac mi desse la sua casa piena d'argento e d'oro, non potrei trasgredire gli ordini del Signore Dio mio, o dire di mia volontà cosa alcuna di bene o di male; ma qualunque cosa mi dirà il Signore, quella dirò? -
14 και τωρα, ιδου, εγω υπαγω προς τον λαον μου? ελθε λοιπον να σοι φανερωσω τι θελει καμει ο λαος ουτος εις τον λαον σου εις τας εσχατας ημερας.14 Tuttavia, sul punto di ritornare al mio popolo, ti darò un consiglio, intorno a ciò che il tuo popolo farà a questo popolo negli ultimi tempi».
15 Και αρχισας την παραβολην αυτου ειπε, Βαλααμ ο υιος του Βεωρ ειπε, και ο ανθρωπος, ο εχων ανοικτους τους οφθαλμους αυτου, ειπεν?15 Ricominciando dunque a vaticinare disse: «Parlò Balaam figlio di Beor; parlò l'uomo al quale s'è chiuso l'occhio;
16 ειπεν εκεινος, οστις ηκουσε τα λογια του Θεου, και ελαβε την γνωσιν του Υψιστου, οστις ειδεν ορασιν του Παντοδυναμου, πεσων εις εκστασιν, εχων ομως ανοικτους τους οφθαλμους αυτου?16 parlò colui che ascolta le parole di Dio, che conosce la dottrina dell'Altissimo, che vede le visioni dell'Onnipotente, che cade, ed ha aperti gli occhi.
17 Θελω ιδει αυτον, αλλ' ουχι τωρα? θελω θεωρησει αυτον, αλλ' ουχι εκ του πλησιον? θελει ανατειλει αστρον εξ Ιακωβ, και θελει αναστηθη σκηπτρον εκ του Ισραηλ, και θελει παταξει τους αρχηγους Μωαβ, και εξολοθρευσει παντας τους υιους του Σηθ?17 Io lo vedrò, ma non ora; lo rimirerò, ma non da vicino. Una stella nascerà da Giacobbe, uno scettro si leverà da Israele; e percoterà i capi di Moab; disperderà tutti i figli di Set.
18 και ο Εδωμ θελει εισθαι κληρονομια, και ο Σηειρ θελει εισθαι κληρονομια εις τους εχθρους αυτου? και ο Ισραηλ θελει πραξει εν ισχυι?18 L'Idumea sarà sua possessione, l'eredità di Seir andrà a' suoi nemici; ma Israele si condurrà da forte.
19 και θελει εξελθει εξ Ιακωβ ο εξουσιαζων, και θελει εξολοθρευσει τον διασωθεντα εκ της πολεως.19 Da Giacobbe uscirà il dominatore, e sperderà gli avanzi delle città.»
20 Και ιδων τον Αμαληκ, ηρχισε την παραβολην αυτου και ειπεν, Ο Αμαληκ ειναι αρχη των εθνων? αλλ' εν τω τελει αυτου θελει αφανισθη.20 Rimirando poi Amalec, riprese il suo sermone, e disse:«Amalec, primizia delle nazioni; sua fine sarà la distruzione.»
21 Και ιδων τον Κεναιον, ηρχισε την παραβολην αυτου και ειπεν, Ισχυρα ειναι η κατοικια σου, και θετεις την φωλεαν σου επι την πετραν?21 Vide anche il Cineo, e, ripreso il suo vaticinio, disse: «Forte è veramente il tuo rifugio; ma anche se ti fossi annidato nella pietra,
22 πλην ο Κεναιος θελει καταπορθηθη, εωσου σε φερη αιχμαλωτον ο Ασσουρ.22 e tu fossi l'eletto della stirpe di Cin, quanto potresti durare? Perchè Assur ti farà prigioniero.»
23 Και επανελαβε την παραβολην αυτου και ειπεν, Ω τις θελει ζησει, οταν ο Θεος καμη τουτο;23 Poi, ripreso il suo eloquio, disse ancora: «Ahimè, chi sarà vivo quando Dio farà queste cose?
24 Και πλοια θελουσιν ελθει απο των παραλιων των Κητιαιων, και θελουσι καταθλιψει τον Ασσουρ, και θελουσι καταθλιψει τον Εβερ? αλλα και εκεινοι θελουσιν εξαφανισθη.24 Verranno dall'Italia sulle navi, vinceranno gli Assiri, disperderanno gli Ebrei, ed in ultimo periranno essi pure.»
25 Και σηκωθεις ο Βαλααμ ανεχωρησε και επεστρεψεν εις τον τοπον αυτου? ο δε Βαλακ απηλθε και αυτος εις την οδον αυτου.25 Quindi Balaam si levò, e tornò al suo paese. Anche Balac se ne ritornò per la stessa via per la quale era venuto.