Scrutatio

Sabato, 11 maggio 2024 - San Fabio e compagni ( Letture di oggi)

ΔΑΝΙΗΛ - Daniele - Daniel 5


font
GREEK BIBLEDIODATI
1 Βαλτασαρ ο βασιλευς εκαμε συμποσιον μεγα εις χιλιους εκ των μεγιστανων αυτου και επινεν οινον ενωπιον των χιλιων.1 IL re Belsasar fece un gran convito a mille de’ suoi grandi, e bevea del vino in presenza di que’ mille.
2 Και εν τη γευσει του οινου προσεταξεν ο Βαλτασαρ να φερωσι τα σκευη τα χρυσα και τα αργυρα, τα οποια Ναβουχοδονοσορ ο πατηρ αυτου αφηρεσεν εκ του ναου του εν Ιερουσαλημ, δια να πιωσιν εν αυτοις ο βασιλευς και οι μεγιστανες αυτου, αι γυναικες αυτου και αι παλλακαι αυτου.2 E Belsasar, avendo assaporato il vino, comandò che fossero portati i vasi d’oro e d’argento, che Nebucadnesar, suo padre, avea tratti fuor del Tempio, ch’era in Gerusalemme, acciocchè il re, e i suoi grandi, le sue mogli, e le sue concubine, vi bevessero dentro.
3 Και εφερθησαν τα σκευη τα χρυσα, τα οποια αφηρεθησαν εκ του ναου του οικου του Θεου του εν Ιερουσαλημ? και επινον εν αυτοις ο βασιλευς και οι μεγιστανες αυτου, αι γυναικες αυτου και αι παλλακαι αυτου.3 Allora furono portati i vasi d’oro, ch’erano stati tratti fuor del Tempio della Casa del Signore, ch’era in Gerusalemme. E il re, e i suoi grandi, le sue mogli, e le sue concubine, vi bevvero dentro.
4 Επινον οινον και ηνεσαν τους θεους τους χρυσους και αργυρους, τους χαλκους, τους σιδηρους, τους ξυλινους και τους λιθινους.4 Essi beveano del vino, e lodavano gl’iddii d’oro, e d’argento, di rame, di ferro, di legno, e di pietra.
5 Εν αυτη τη ωρα εξηλθον δακτυλοι χειρος ανθρωπου και εγραψαν κατεναντι της λυχνιας επι το κονιαμα του τοιχου του παλατιου του βασιλεως? και ο βασιλευς εβλεπε την παλαμην της χειρος, ητις εγραψε.5 In quella stessa ora uscirono delle dita di man d’uomo, le quali scrivevano dirincontro al candelliere, in su lo smalto della parete del palazzo reale; e il re vide quel pezzo di mano che scriveva.
6 Τοτε η οψις του βασιλεως ηλλοιωθη και οι διαλογισμοι αυτου συνεταραττον αυτον, ωστε οι συνδεσμοι της οσφυος αυτου διελυοντο και τα γονατα αυτου συνεκρουοντο.6 Allora il color della faccia del re si mutò, e i suoi pensieri lo spaventarono, e i cinti de’ suoi lombi si sciolsero, e le sue ginocchia si urtarono l’un contro all’altro.
7 Και εβοησεν ο βασιλευς μεγαλοφωνως να εισαξωσι τους επαοιδους, τους Χαλδαιους και τους μαντεις. Τοτε ο βασιλευς ελαλησε και ειπε προς τους σοφους της Βαβυλωνος, Οστις αναγνωση την γραφην ταυτην και μοι δειξη την ερμηνειαν αυτης, θελει ενδυθη πορφυραν, και η αλυσος η χρυση θελει τεθη περι τον τραχηλον αυτου και θελει εισθαι ο τριτος αρχων του βασιλειου.7 E il re gridò di forza che si facesser venire gli astrologi, i Caldei, e gl’indovini. E il re prese a dire a’ savi di Babilonia: Chiunque leggerà questa scrittura, e me ne dichiarerà l’interpretazione, sarà vestito di porpora, e porterà una collana d’oro in collo, e sarà il terzo signore nel regno.
8 Τοτε εισηλθον παντες οι σοφοι του βασιλεως? πλην δεν ηδυναντο να αναγνωσωσι την γραφην ουδε την ερμηνειαν αυτης να φανερωσωσι προς τον βασιλεα.8 Allora entrarono tutti i savi del re; ma non poterono leggere quella scrittura, nè dichiararne al re l’interpretazione.
9 Και ο βασιλευς Βαλτασαρ εταραχθη μεγαλως και ηλλοιωθη εν αυτω η οψις αυτου και οι μεγιστανες αυτου συνεταραχθησαν.9 Allora il re Belsasar fu grandemente spaventato, e il color della sua faccia si mutò in lui; i suoi grandi ancora furono smarriti
10 Η βασιλισσα εκ των λογων του βασιλεως και των μεγιστανων αυτου εισηλθεν εις τον οικον του συμποσιου? και ελαλησεν η βασιλισσα και ειπε, Βασιλευ, ζηθι εις τον αιωνα? μη σε ταραττωσιν οι διαλογισμοι σου και η οψις σου ας μη αλλοιουται.10 La regina, alle parole del re, e de’ suoi grandi, entrò nel luogo del convito, e fece motto al re, e gli disse: O re, possi tu vivere in perpetuo; i tuoi pensieri non ti spaventino, e il colore della tua faccia non si muti.
11 Υπαρχει ανθρωπος εν τω βασιλειω σου, εις τον οποιον ειναι το πνευμα των αγιων θεων? και εν ταις ημεραις του πατρος σου φως και συνεσις και σοφια, ως η σοφια των θεων, ευρεθησαν εν αυτω, τον οποιον ο βασιλευς Ναβουχοδονοσορ ο πατηρ σου, ο βασιλευς ο πατηρ σου, κατεστησεν αρχοντα των μαγων, των επαοιδων, των Χαλδαιων και των μαντεων.11 Vi è un uomo nel tuo regno, in cui è lo spirito degl’iddii santi; e al tempo di tuo padre si trovò in lui illuminazione, ed intendimento, e sapienza, pari alla sapienza degl’iddii; e il re Nebucadnesar, tuo padre, o re, lo costituì capo de’ magi, degli astrologi, de’ Caldei, e degl’indovini.
12 Διοτι πνευμα εξοχον και γνωσις και συνεσις, ερμηνεια ενυπνιων και εξηγησις αινιγματων και λυσις αποριων, ευρεθησαν εν αυτω τω Δανιηλ, τον οποιον ο βασιλευς μετωνομασε Βαλτασασαρ? τωρα λοιπον ας προσκληθη ο Δανιηλ, και θελει δειξει την ερμηνειαν.12 Conciossiachè in lui, che è Daniele, a cui il re avea posto nome Beltsasar, fosse stato trovato uno spirito eccellente, e conoscimento, e intendimento, per interpretar sogni, e per dichiarar detti oscuri, e per isciogliere enimmi. Ora chiamisi Daniele, ed egli dichiarerà l’interpretazione.
13 Τοτε εισηχθη ο Δανιηλ εμπροσθεν του βασιλεως. Και ο βασιλευς ελαλησε και ειπε προς τον Δανιηλ, Συ εισαι ο Δανιηλ εκεινος, οστις εισαι εκ των υιων της αιχμαλωσιας του Ιουδα, τους οποιους εφερεν εκ της Ιουδαιας ο βασιλευς ο πατηρ μου;13 Allora Daniele fu menato davanti al re. E il re fece motto a Daniele, e gli disse: Sei tu quel Daniele, che è de’ Giudei che sono in cattività, i quali il re, mio padre, condusse di Giudea?
14 Ηκουσα τωοντι περι σου, οτι το πνευμα των θεων ειναι εν σοι και φως και συνεσις και σοφια εξοχος ευρεθησαν εν σοι.14 Io ho inteso dir di te, che lo spirito degl’iddii santi è in te, e che si è trovata in te illuminazione, e intendimento, e sapienza eccellente.
15 Και τωρα εισηλθον εμπροσθεν μου οι σοφοι και οι επαοιδοι, δια να αναγνωσωσι την γραφην ταυτην και να φανερωσωσιν εις εμε την ερμηνειαν αυτης, πλην δεν ηδυνηθησαν να δειξωσι του πραγματος την ερμηνειαν.15 Or al presente i savi, e gli astrologi, sono stati menati davanti a me, affin di leggere questa scrittura, e dichiararmi la sua interpretazione; ma non possono dichiarar l’interpretazione della cosa.
16 Και εγω ηκουσα περι σου, οτι δυνασαι να ερμηνευης και να λυης αποριας? τωρα λοιπον, εαν δυνηθης να αναγνωσης την γραφην και να φανερωσης προς εμε την ερμηνειαν αυτης θελεις ενδυθη πορφυραν και η αλυσος η χρυση θελει τεθη περι τον τραχηλον σου και θελεις εισθαι ο τριτος αρχων του βασιλειου.16 Ma io ho udito dir di te, che tu puoi dare interpretazioni, e sciogliere enimmi. Ora, se tu puoi legger questa scrittura, e dichiararmene l’interpretazione, tu sarai vestito di porpora, e porterai una collana d’oro in collo, e sarai il terzo signore nel regno.
17 Τοτε ο Δανιηλ απεκριθη και ειπεν εμπροσθεν του βασιλεως, Τα δωρα σου ας ηναι εν σοι και δος εις αλλον τας αμοιβας σου? εγω δε θελω αναγνωσει την γραφην εις τον βασιλεα και θελω φανερωσει την ερμηνειαν προς αυτον.17 Allora Daniele rispose, e disse in presenza del re: Tienti i tuoi doni, e da’ ad un altro i tuoi presenti; pur nondimeno io leggerò la scrittura al re, e gliene dichiarerò l’interpretazione.
18 Βασιλευ, ο Θεος ο υψιστος εδωκεν εις τον Ναβουχοδονοσορ τον πατερα σου βασιλειαν και μεγαλειοτητα και δοξαν και τιμην.18 O tu re, l’Iddio altissimo avea dato regno, e grandezza, e gloria, e magnificenza, a Nebucadnesar, tuo padre;
19 Και δια την μεγαλειοτητα, την οποιαν εδωκεν εις αυτον, παντες οι λαοι, εθνη και γλωσσαι ετρεμον και εφοβουντο εμπροσθεν αυτου? οντινα ηθελεν εφονευε και οντινα ηθελεν εφυλαττε ζωντα και οντινα ηθελεν υψωνε και οντινα ηθελεν εταπεινονεν?19 e per la grandezza, ch’egli gli avea data, tutti i popoli, nazioni, e lingue, tremavano, e temevano della sua presenza; egli uccideva chi egli voleva, ed altresì lasciava in vita chi egli voleva; egli innalzava chi gli piaceva, ed altresì abbassava chi gli piaceva.
20 αλλ' οτε η καρδια αυτου επηρθη και ο νους αυτου εσκληρυνθη εν τη υπερηφανια, κατεβιβασθη απο του βασιλικου θρονου αυτου και αφηρεθη η δοξα αυτου απ' αυτου?20 Ma, quando il cuor suo s’innalzò, e il suo spirito s’indurò, per superbire, fu tratto giù dal suo trono reale, e la sua gloria gli fu tolta.
21 και εξεδιωχθη εκ των υιων των ανθρωπων, και η καρδια αυτου εγεινεν ως των θηριων και η κατοικια αυτου ητο μετα των αγριων ονων? με χορτον ως οι βοες ετρεφετο και το σωμα αυτου εβρεχετο υπο της δροσου του ουρανου? εωσου εγνωρισεν οτι ο Θεος ο υψιστος ειναι Κυριος της βασιλειας των ανθρωπων και οντινα θελει, στηνει επ' αυτην.21 E fu scacciato d’infra gli uomini, e il cuor suo fu renduto simile a quel delle bestie, e la sua dimora fu con gli asini salvatichi; egli pascè l’erba come i buoi, e il suo corpo fu bagnato della rugiada del cielo, finchè riconobbe che l’Iddio altissimo signoreggia sopra il regno degli uomini, e ch’egli stabilisce sopra quello chi gli piace.
22 Και συ ο υιος αυτου, ο Βαλτασαρ, δεν εταπεινωσας την καρδιαν σου, ενω εγνωριζες παντα ταυτα?22 Or tu, Belsasar, suo figliuolo, non hai umiliato il tuo cuore, con tutto che tu sapessi tutto ciò.
23 αλλ' υψωθης εναντιον του Κυριου του ουρανου? και τα σκευη του οικου αυτου εφεραν εμπροσθεν σου, και επινετε οινον εξ αυτων και συ και οι μεγιστανες σου, αι γυναικες σου και αι παλλακαι σου? και εδοξολογησας τους θεους τους αργυρους και τους χρυσους, τους χαλκους, τους σιδηρους, τους ξυλινους και τους λιθινους, οιτινες δεν βλεπουσιν ουδε ακουουσιν ουδε νοουσι? τον δε Θεον, εις του οποιου την χειρα ειναι η πνοη σου και εις την εξουσιαν αυτου πασαι αι οδοι σου, δεν εδοξασας.23 Anzi ti sei innalzato contro al Signore del cielo, e sono stati portati davanti a te i vasi della sua Casa, e in quelli avete bevuto, tu, e i tuoi grandi, e le tue mogli, e le tue concubine; e tu hai lodati gl’iddii d’argento, d’oro, di rame, di ferro, di legno, e di pietra, i quali non veggono, e non odono, e non hanno conoscimento alcuno; e non hai glorificato Iddio, nella cui mano è l’anima tua, ed a cui appartengono tutte le tue vie.
24 Δια τουτο εσταλη απ' εμπροσθεν αυτου η παλαμη της χειρος και ενεχαραχθη η γραφη αυτη.24 Allora da parte sua è stato mandato quel pezzo di mano, ed è stata disegnata quella scrittura.
25 Και αυτη ειναι η γραφη ητις ενεχαραχθη? Μενε, Μενε, Θεκελ, Ο υ φ α ρ σ ι ν.25 Or quest’è la scrittura ch’è stata disegnata: MENE, MENE, TECHEL, UPHARSIN.
26 Αυτη ειναι η ερμηνεια του πραγματος? Μενε, εμετρησεν ο Θεος την βασιλειαν σου και ετελειωσεν αυτην?26 Questa è l’interpretazione delle parole: MENE: Iddio ha fatto ragione del tuo regno, e l’ha saldata.
27 Θεκελ, εζυγισθης εν τη πλαστιγγι και ευρεθης ελλιπης?27 TECHEL: tu sei stato pesato alle bilance, e sei stato trovato mancante.
28 Φερες, διηρεθη η βασιλεια σου και εδοθη εις τους Μηδους και Περσας.28 PERES: il tuo regno è messo in pezzi, ed è dato a’ Medi, ed a’ Persiani.
29 Τοτε προσεταξεν ο Βαλτασαρ και ενεδυσαν τον Δανιηλ την πορφυραν, και περιεθηκαν την αλυσον την χρυσην περι τον τραχηλον αυτου, και διεκηρυξαν περι αυτου, να ηναι ο τριτος αρχων του βασιλειου.29 Allora, per comandamento di Belsasar, Daniele fu vestito di porpora, e portò in collo una collana d’oro; e per bando pubblico egli fu dichiarato il terzo signore nel regno
30 Την αυτην νυκτα εφονευθη ο Βαλτασαρ ο βασιλευς των Χαλδαιων.30 In quella stessa notte Belsasar, re dei Caldei, fu ucciso.
31 Και Δαρειος ο Μηδος ελαβε την βασιλειαν, ων περιπου ετων εξηκοντα δυο.31 E Dario Medo ricevette il regno, essendo d’età d’intorno a sessantadue anni