Scrutatio

Sabato, 11 maggio 2024 - San Fabio e compagni ( Letture di oggi)

ΙΕΡΕΜΙΑΣ - Geremia - Jeremiah 4


font
GREEK BIBLEKÁLDI-NEOVULGÁTA
1 Εαν επιστρεψης, Ισραηλ, λεγει Κυριος, επιστρεψον προς εμε? και εαν εκβαλης τα βδελυγματα σου απ' εμπροσθεν μου, τοτε δεν θελεις μετατοπισθη.1 »Ha megtérsz, Izrael, – mondja az Úr –, ha hozzám megtérsz, ha eltávolítod utálatosságaidat színem elől, és nem tévelyegsz,
2 Και θελεις ομοσει, λεγων, Ζη Κυριος, εν αληθεια εν κρισει και εν δικαιοσυνη? και τα εθνη θελουσιν ευλογεισθαι εν αυτω και εν αυτω θελουσι δοξασθη.2 ha így esküszöl: ‘Él az Úr!’, hűséggel, törvénnyel és igazsággal, akkor áldást nyernek benne a nemzetek, és benne fognak dicsekedni.
3 Διοτι ουτω λεγει Κυριος προς τους ανδρας Ιουδα και προς την Ιερουσαλημ? Αροτριασατε τους κεχερσωμενους αγρους σας και μη σπειρετε μεταξυ ακανθων.3 Mert így szól az Úr Júda férfiaihoz és Jeruzsálemhez: Szántsatok fel magatoknak ugart, és ne vessetek tövisek közé!
4 Περιτμηθητε εις τον Κυριον και αφαιρεσατε τας ακροβυστιας της καρδιας σας, ανδρες Ιουδα και κατοικοι της Ιερουσαλημ, μηποτε εξελθη ο θυμος μου ως πυρ και εξαφθη, και ουδεις θελει εισθαι ο σβεσων, ενεκεν της κακιας των πραξεων σας.4 Metélkedjetek körül az Úrnak, és távolítsátok el szívetek előbőrét, Júda férfiai és Jeruzsálem lakói! Nehogy előtörjön haragom, mint a tűz, és fellángoljon, mert nincs, aki eloltsa, tetteitek gonoszsága miatt!
5 Αναγγειλατε προς τον Ιουδαν και κηρυξατε προς την Ιερουσαλημ? και ειπατε και ηχησατε σαλπιγγα εις την γην? βοησατε, συναθροισθητε και ειπατε, Συναχθητε και ας εισελθωμεν εις τας ωχυρωμενας πολεις.5 Hirdessétek Júdában, adjátok tudtul Jeruzsálemben, és mondjátok, fújjátok meg a harsonát az országban, kiáltsatok teli torokból, és mondjátok: ‘Gyülekezzetek, és menjünk a megerősített városokba!’
6 Υψωσατε σημαιαν προς την Σιων? συρθητε, μη σταθητε? διοτι εγω θελω φερει κακον απο βορρα και συντριμμον μεγαν.6 Emeljetek jelzőpóznát Sion irányában, meneküljetek, meg ne álljatok, mert veszedelmet hozok észak felől, és nagy pusztulást!
7 Ο λεων ανεβη εκ του δασους αυτου και ο εξολοθρευτης των εθνων εσηκωθη? εξηλθεν εκ του τοπου αυτου δια να ερημωση την γην σου? αι πολεις σου θελουσι καταστραφη, ωστε δεν θελει εισθαι ουδεις ο κατοικων.7 Előjött az oroszlán a bozótjából, és a nemzetek pusztítója elindult, kijött helyéről, hogy pusztasággá tegye országodat. Városaid romba dőlnek, lakó nélkül maradnak.
8 Δια τουτο περιζωσθητε σακκους, θρηνησατε και ολολυξατε? διοτι ο φλογερος θυμος του Κυριου δεν εστραφη αφ' ημων.8 Ezért öltsetek zsákruhát, sírjatok és jajgassatok, mert nem fordult el tőlünk az Úr izzó haragja!
9 Και εν εκεινη τη ημερα, λεγει Κυριος, η καρδια του βασιλεως θελει χαθη και η καρδια των αρχοντων? και οι ιερεις θελουσιν εκθαμβηθη και οι προφηται θελουσιν εκπλαγη.9 Ez történik majd azon a napon – mondja az Úr –: odalesz a király szíve és a fejedelmek szíve; elborzadnak a papok, és a próféták megdöbbennek.«
10 Τοτε ειπα, Ω Κυριε Θεε απατων λοιπον ηπατησας τον λαον τουτον και την Ιερουσαλημ, λεγων, Ειρηνην θελετε εχει? ενω η μαχαιρα εφθασεν εως της ψυχης.10 Így szóltam: »Jaj, Uram, Isten! Bizony nagyon rászedted ezt a népet és Jeruzsálemet, amikor azt mondtad: ‘Békességetek lesz’, holott lelkünkig hatolt a kard!«
11 Εν εκεινω τω καιρω θελουσιν ειπει προς τον λαον τουτον και προς την Ιερουσαλημ, Ανεμος καυστικος των υψηλων τοπων της ερημου φυσα προς την θυγατερα του λαου μου, ουχι δια να ανεμιση ουδε δια να καθαριση?11 Abban az időben ezt mondják majd ennek a népnek és Jeruzsálemnek: »Kopár halmok forró szele a pusztában, népem leányának útján, nem szelelésre és nem tisztításra!
12 ανεμος σφοδροτερος παρα τουτους θελει ελθει δι' εμε? εγω δε τωρα θελω εκφερει κρισεις εις αυτους.12 Ennél erősebb szél jön felém! Most én is ítéletet mondok fölöttük.«
13 Ιδου, ως νεφελη θελει αναβη, και αι αμαξαι αυτου θελουσιν εισθαι ως ανεμοστροβιλος? οι ιπποι αυτου ειναι ελαφροτεροι των αετων. Ουαι εις ημας, διοτι εχαθημεν.13 Íme, mint a felhők, úgy vonul fel, és mint a szélvész, olyanok a szekerei; gyorsabbak a sasoknál lovai. Jaj nekünk, mert elvesztünk!
14 Ιερουσαλημ, αποπλυνον την καρδιαν σου απο κακιας, δια να σωθης? εως ποτε θελουσι κατοικει εν σοι οι ματαιοι διαλογισμοι σου;14 Tisztítsd meg a rossztól szívedet, Jeruzsálem, hogy megszabadulj! Meddig tartózkodnak még bensődben gonosz gondolataid?
15 Διοτι φωνη αναγγελλει εκ του Δαν και κηρυττει θλιψιν απο του ορους Εφραιμ.15 Mert hírmondó hangja hallatszik Dánból, és veszedelmet hirdetőé Efraim hegyéről.
16 Ενθυμισατε τουτο εις τα εθνη? ιδου, διακηρυξατε εναντιον της Ιερουσαλημ, οτι πολιορκηται ερχονται απο γης μακρας και εκπεμπουσι την φωνην αυτων εναντιον των πολεων Ιουδα.16 Figyelmeztessétek a nemzeteket: Íme, itt vannak! Hirdessétek Jeruzsálemnek: »Ostromlók jönnek a messzi földről, és kieresztik hangjukat Júda városai ellen.
17 Ως φυλακες αγρου παρεταχθησαν εναντιον αυτης κυκλοθεν? διοτι απεστατησεν εναντιον μου, λεγει Κυριος.17 Mint mezőőrök, olyanok vele szemben körös-körül, mert nekem ellenszegült« – mondja az Úr.
18 Αι οδοι σου και τα επιτηδευματα σου επροξενησαν εις σε ταυτα? αυτη η κακια σου εσταθη μαλιστα πικρα, ναι, εφθασεν εως της καρδιας σου.18 Utad és tetteid okozták ezeket neked; ez a te gonoszságod bizony keserű, bizony a szívedig hatolt!
19 Τα εντοσθια μου, τα εντοσθια μου? πονω εις τα βαθη της καρδιας μου? η καρδια μου θορυβειται εν εμοι? δεν δυναμαι να σιωπησω, διοτι ηκουσας, ψυχη μου, ηχον σαλπιγγος, αλαλαγμον πολεμου.19 A bensőm, a bensőm! Gyötrődöm! A szívem falai! Háborog bennem a szívem, nem hallgathatok, mert kürtszót hall a lelkem, harci riadót.
20 Συντριμμος επι συντριμμον διακηρυττεται? διοτι πασα η γη ερημουται? εξαιφνης αι σκηναι μου ηρημωθησαν και τα παραπετασματα μου εν μια στιγμη.20 Csapás csapást ért, bizony elpusztult az egész ország; hirtelen pusztultak el sátraim, egy szempillantás alatt sátorkárpitjaim.
21 Εως ποτε θελω βλεπει την σημαιαν, θελω ακουει τον ηχον της σαλπιγγος;21 Meddig kell még zászlót látnom, kürtszót hallanom?
22 Διοτι ο λαος μου ειναι αφρων? δεν με εγνωρισαν? ειναι υιοι αφρονες και δεν εχουσι συνεσιν? ειναι σοφοι εις το να κακοποιωσι, να αγαθοποιωσιν ομως δεν εξευρουσιν.22 »Bizony, oktalan az én népem, nem ismernek engem; esztelen fiak ők, és nem értelmesek. Értenek ahhoz, hogy rosszat tegyenek, de jót tenni nem tudnak.«
23 Επεβλεψα επι την γην και ιδου, αμορφος και ερημος? και εις τους ουρανους και δεν υπηρχε το φως αυτων.23 Láttam a földet: íme, puszta és kietlen; és az eget: nincs világossága.
24 Ειδον τα ορη και ιδου, ετρεμον και παντες οι λοφοι κατεσειοντο.24 Láttam a hegyeket: íme, rengenek, és a halmok is mind megrendültek.
25 Ειδον και ιδου, δεν υπηρχεν ανθρωπος και παντα τα πετεινα του ουρανου ειχον φυγει.25 Láttam, hogy íme, nincs ember, s az ég madarai is mind elmenekültek.
26 Ειδον και ιδου, ο Καρμηλος ερημος και πασαι αι πολεις αυτου κατηδαφισμεναι απο προσωπου Κυριου, απο του φλογερου θυμου αυτου.26 Láttam, hogy íme, a gyümölcsöskert puszta lett, és minden városa romba dőlt az Úr színe előtt, izzó haragja előtt.
27 Διοτι ουτω λεγει Κυριος? πασα η γη θελει εισθαι ερημος? συντελειαν ομως δεν θελω καμει.27 Mert így szól az Úr: »Pusztasággá lesz az egész föld, bár véget nem vetek neki.
28 Δια τουτο η γη θελει πενθησει και οι ουρανοι ανωθεν θελουσι συσκοτασει? διοτι εγω ελαλησα, απεφασισα και δεν θελω μετανοησει ουδε θελω επιστρεψει απο τουτου.28 Ezért gyászol a föld, és elsötétednek az egek odafenn; mert megmondtam, elterveztem, nem bánom meg, és nem térek el tőle.«
29 Πασα η πολις θελει φυγει υπο του θορυβου των ιππεων και των τοξοτων θελουσιν ελθει εις τα δαση και αναβη επι τους βραχους? πασα πολις θελει εγκαταλειφθη και δεν θελει εισθαι ανθρωπος κατοικων εν αυταις.29 Lovasok és íjászok hangja elől menekül az egész város; bemennek a sűrűségekbe, és a sziklákra másznak; minden város elhagyatott, és nem lakik bennük senki.
30 Και συ, ηφανισμενη, τι θελεις καμει; και αν ενδυθης κοκκινον, και αν στολισθης με στολισμους χρυσους, και αν διατεινης με στιμμι τους οφθαλμους σου, εις ματην θελεις καλλωπισθη? οι ερασται σου θελουσι σε καταφρονησει, θελουσι ζητει την ζωην σου.30 És te, elpusztítva mit teszel majd? Öltözz bár bíborba, ékesítsd bár magad aranyékszerekkel, fesd ki bár festékkel szemedet: hiába szépíted magadat! Megvetettek téged szeretőid, életedre törnek.
31 Διοτι ηκουσα φωνην ως κοιλοπονουσης, στεναγμον ως πρωτογεννωσης φωνην της θυγατρος Σιων, ητις θρηνολογει εαυτην, εκτεινει τας χειρας αυτης, λεγουσα, Ουαι εις εμε τωρα, διοτι η ψυχη μου εκλειπει ενεκεν των φονευτων.31 Mert hangot hallok, mint vajúdó asszonyét, mint annak szorongását, aki először szül; Sion leányának hangját, aki sóhajt, és kitárja kezét: »Jaj nekem, mert kimerült a lelkem a gyilkosok miatt!«