Scrutatio

Venerdi, 17 maggio 2024 - San Pasquale Baylon ( Letture di oggi)

ΙΕΡΕΜΙΑΣ - Geremia - Jeremiah 22


font
GREEK BIBLEEL LIBRO DEL PUEBLO DE DIOS
1 Ουτω λεγει Κυριος? Καταβηθι εις τον οικον του βασιλεως του Ιουδα και λαλησον εκει τον λογον τουτον,1 Así habla el Señor: Baja a la casa del rey de Judá, y pronuncia allí esta palabra.
2 και ειπε, Ακουσον τον λογον του Κυριου, βασιλευ του Ιουδα, ο καθημενος επι του θρονου του Δαβιδ, συ και οι δουλοι σου και ο λαος σου, οι εισερχομενοι δια των πυλων τουτων?2 Tú dirás: Escucha la palabra del Señor, rey de Judá que te sientas en el trono de David, tú y también tus servidores y tu pueblo, que entran por estas puertas.
3 Ουτω λεγει Κυριος? Καμνετε κρισιν και δικαιοσυνην και ελευθερονετε τον γεγυμνωμενον εκ της χειρος του δυναστου? και μη αδικειτε μηδε καταδυναστευετε τον ξενον, τον ορφανον και την χηραν και αιμα αθωον μη χυνετε εν τω τοπω τουτω.3 Así habla el Señor: Practiquen el derecho y la justicia; libren al explotado de la mano del opresor; no maltraten ni hagan violencia al extranjero, al huérfano y a la viuda; no derramen sangre inocente en este lugar.
4 Διοτι εαν τωοντι καμνητε τον λογον τουτον, τοτε θελουσιν εισελθει δια των πυλων του οικου τουτου βασιλεις καθημενοι επι του θρονου του Δαβιδ, εποχουμενοι επι αμαξων και ιππων, αυτοι και οι δουλοι αυτων και ο λαος αυτων.4 Porque si ustedes cumplen realmente esta palabra, entonces, por las puertas de esta Casa, entrarán reyes que se sientan en el trono de David; entrarán montados en carros y caballos, ellos con sus servidores y su pueblo,
5 Αλλ' εαν δεν ακουσητε τους λογους τουτους, ομνυω εις εμαυτον, λεγει Κυριος, οτι ο οικος ουτος θελει κατασταθη ερημος.5 Pero si ustedes no escuchan estas palabras, juro por mí mismo –oráculo del Señor– que esta Casa se convertirá en un montón de ruinas.
6 Διοτι ουτω λεγει Κυριος προς τον οικον του βασιλεως του Ιουδα. Συ εισαι Γαλααδ εις εμε και κορυφη του Λιβανου? αλλα θελω σε καταστησει ερημιαν, πολεις ακατοικητους.6 Porque así habla el Señor acerca de la casa real de Judá: Tú eras para mí como Galaad, como una cumbre del Líbano, pero juro que te convertiré en un desierto, en una ciudad deshabitada.
7 Και θελω ετοιμασει εναντιον σου εξολοθρευτας, εκαστον μετα των οπλων αυτου? και θελουσι κατακοψει τας εκλεκτας κεδρους σου και ριψει εις το πυρ.7 Consagraré contra ti destructores, cada uno con sus armas; ellos talarán tus cedros escogidos y los harán caer en el fuego.
8 Και πολλα εθνη θελουσι διαβη δια της πολεως ταυτης και θελουσιν ειπει εκαστος προς τον πλησιον αυτου, Δια τι ο Κυριος εκαμεν ουτως εις ταυτην την μεγαλην πολιν;8 Numerosas naciones pasarán junto a esta ciudad, y se dirán unos a otros: «¿Por qué el Señor trató así a esta gran ciudad?».
9 Και θελουσιν αποκριθη, Διοτι εγκατελιπον την διαθηκην Κυριου του Θεου αυτων και προσεκυνησαν αλλους θεους και ελατρευσαν αυτους.9 Y se les responderá: «Porque abandonaron la alianza del Señor, su Dios, y los sirvieron».
10 Μη κλαιετε τον αποθανοντα και μη θρηνειτε αυτον? κλαυσατε πικρως τον εξερχομενον, διοτι δεν θελει επιστρεψει πλεον και ιδει την γην της γεννησεως αυτου.10 No lloren por el que está muerto ni se lamenten por él. Lloren más bien por el parte, porque él no volverá nunca más ni verá otra vez su país natal.
11 Διοτι ουτω λεγει Κυριος περι του Σαλλουμ, υιου του Ιωσιου, βασιλεως του Ιουδα, του βασιλευοντος αντι Ιωσιου του πατρος αυτου, οστις εξηλθεν εκ του τοπου τουτου? Δεν θελει επιστρεψει εκει πλεον,11 Porque así habla el Señor acerca de Salúm, hijo de Josías, Rey de Judá, que sucedió en el trono a su padre Josías: «El que salió de este lugar ya no regresará:
12 αλλα θελει αποθανει εν τω τοπω οπου εφεραν αυτον αιχμαλωτον, και δεν θελει ιδει πλεον την γην ταυτην.12 morirá en el lugar adonde ha sido deportado, no verá más que este país».
13 Ουαι εις τον οικοδομουντα τον οικον αυτου ουχι εν δικαιοσυνη και τα υπερωα αυτου ουχι εν ευθυτητι, τον μεταχειριζομενον την εργασιαν του πλησιον αυτου αμισθι και μη αποδιδοντα εις αυτον τον μισθον του κοπου αυτου,13 ¡Ay del que edifica su casa sin respetar la justicia y sus pisos altos sin respetar el derecho, del que hace trabajar de balde a su prójimo y no le remunera su trabajo!
14 τον λεγοντα, Θελω οικοδομησει εις εμαυτον οικον μεγαν και υπερωα ευρυχωρα, και ανοιγοντα εις εαυτον παραθυρα και στεγαζοντα με κεδρον και χρωματιζοντα με μιλτον.14 ¡Ay del que dice: «Me edificaré una casa espaciosa, con pisos altos bien aireados», y luego le abre ventanas, la recubre de cedro y la pinta de rojo vivo!
15 Θελεις βασιλευει, διοτι εγκλειεις σεαυτον εις κεδρον; ο πατηρ σου δεν ετρωγε και επινε, και επειδη εκαμνε κρισιν και δικαιοσυνην, ευημερει;15 ¿Eres acaso rey porque ostentas la mejor madera de cedro? ¿Acaso tu padre no comía y bebía? Pero también practicaba el derecho y la justicia, y entonces todo lo iba bien.
16 Εκρινε την κρισιν του πτωχου και του πενητος και τοτε ευημερει? δεν ητο τουτο να με γνωριζη; λεγει Κυριος.16 El juzgaba la causa del pobre y del indigente, y entonces todo le iba bien. ¿No es eso conocerme? –oráculo del Señor–.
17 Αλλ' οι οφθαλμοι σου και η καρδια σου δεν ειναι παρα εις την πλεονεξιαν σου και εις το να εκχεης αιμα αθωον και εις την δυναστειαν και εις την βιαν, δια να καμνης ταυτα.17 Pero tú no tienes ojos ni corazón más que para tus ganancias, para derramar sangre inocente, para practicar la opresión y la violencia.
18 Δια τουτο ουτω λεγει Κυριος περι του Ιωακειμ, υιου του Ιωσιου, βασιλεως του Ιουδα? Δεν θελουσι κλαυσει αυτον, λεγοντες, Ουαι αδελφε μου Ουαι αδελφη δεν θελουσι κλαυσει αυτον, λεγοντες, Ουαι κυριε η, Ουαι δοξα18 Por eso, así habla el Señor acerca de Joaquím, hijo de Josías, rey de Judá: ¡Pobre de ese hombre! Nadie se lamentará por él: «¡Ay, hermano mío! ¡Ay, hermana mía!». Nadie se lamentará por él: «¡Ay, señor! ¡Ay, su Majestad!».
19 Θελει ταφη ταφην ονου, συρομενος και ριπτομενος περαν των πυλων της Ιερουσαλημ.19 Será sepultado como un asno, será arrastrado y arrojado más allá de las puertas de Jerusalén.
20 Αναβηθι εις τον Λιβανον και βοησον και υψωσον την φωνην σου προς την Βασαν και βοησον απο Αβαριμ? διοτι ηφανισθησαν παντες οι ερασται σου.20 Sube hasta el Líbano y grita, levanta tu voz en Basán, grita desde los Abarím, porque todos tus amantes han sido destrozados!
21 Ελαλησα προς σε εν τη ευημερια σου, αλλ' ειπας, Δεν θελω ακουσει? ουτος εσταθη ο τροπος σου εκ νεοτητος σου, οτι δεν υπηκουσας εις την φωνην μου.21 Yo te hablé cuando estabas tranquila, pero tú dijiste: «¡No escucharé!». Este ha sido tu camino desde tu juventud: nunca has escuchado mi voz.
22 Ο ανεμος θελει καταβοσκησει παντας τους ποιμενας σου και οι ερασται σου θελουσιν υπαγει εις αιχμαλωσιαν? τοτε, ναι, θελεις αισχυνθη και εντραπη δια πασας τας ασεβειας σου.22 A todos tus pastores los apacentará el viento, tus amantes irán al cautiverio; entonces quedarás avergonzada y confundida por toda tu maldad.
23 Συ ητις κατοικεις εν τω Λιβανω, ητις καμνεις την φωλεαν σου εν ταις κεδροις, ποσον αξιοθρηνητος θελεις εισθαι, οταν ελθωσι λυπαι επι σε, ωδινες ως τικτουσης.23 Tú, que habitas en el Líbano, que anidas entre los cedros, ¡cómo gemirás cuando te asalten los dolores y un temblor como de parturienta!
24 Ζω εγω, λεγει Κυριος, και εαν ο Χονιας, ο υιος του Ιωακειμ, βασιλευς του Ιουδα, ηθελε γεινει σφραγις επι την δεξιαν μου χειρα, και εκειθεν ηθελον σε αποσπασει?24 ¡Lo juro por mi vida! –oráculo del Señor–: Aunque Conías, hijo de Joaquím, rey de Judá, fuera un anillo en mi mano derecha, de allí lo arrancaría.
25 και θελω σε παραδωσει εις την χειρα των ζητουντων την ψυχην σου και εις την χειρα εκεινων, των οποιων το προσωπον φοβεισαι, ναι, εις την χειρα του Ναβουχοδονοσορ βασιλεως της Βαβυλωνος και εις την χειρα των Χαλδαιων.25 Yo entregaré en manos de los que atentan contra tu vida, en manos de los que tú más temes, en manos de Nabucodonosor, rey de Babilonia, y en manos de los caldeos.
26 Και θελω απορριψει σε και την μητερα σου, ητις σε εγεννησεν, εις γην ξενην οπου δεν εγεννηθητε, και εκει θελετε αποθανει.26 Yo te arrojaré, a ti y a tu madre que te dio a luz, a un país extraño, donde ustedes no han nacido, y allí morirán.
27 Εις δε την γην, εις την οποιαν η ψυχη αυτων επιθυμει να επιστρεψωσιν, εκει δεν θελουσιν επιστρεψει.27 Pero al país al que ansían volver, allí no volverán.
28 Ο ανθρωπος ουτος ο Χονιας κατεσταθη ειδωλον καταπεφρονημενον και συντετριμμενον; σκευος, εν ω δεν υπαρχει χαρις; δια τι απεβληθησαν, αυτος και το σπερμα αυτου, και ερριφθησαν εις τοπον, τον οποιον δεν γνωριζουσιν;28 ¿Es este hombre, Conías, una vasija despreciable, rota, un objeto que ya nadie quiere? ¿Por qué él y su descendencia han sido arrojados, echados a un país que no conocían?
29 Ω γη, γη, γη, ακουε τον λογον του Κυριου.29 ¡Tierra, tierra, tierra! Escucha la palabra del Señor: Inscriban a este hombre: «Sin hijo, un fracasado en la vida», porque ninguno de su descendencia logrará sentarse en el trono de David ni seguir dominando en Judá.
30 Ουτω λεγει Κυριος? Γραψατε τον ανθρωπον τουτον ατεκνον, ανθρωπον οστις δεν θελει ευοδοθη εν ταις ημεραις αυτου? διοτι δεν θελει ευοδοθη εκ του σπερματος αυτου ανθρωπος καθημενος επι τον θρονον του Δαβιδ και εξουσιαζων πλεον επι του Ιουδα.