Scrutatio

Martedi, 28 maggio 2024 - Santi Emilio, Felice, Priamo e Feliciano ( Letture di oggi)

ΗΣΑΙΑΣ - Isaia - Isaiah 26


font
GREEK BIBLEBIBBIA VOLGARE
1 Εν εκεινη τη ημερα το ασμα τουτο θελει ψαλη εν γη Ιουδα Εχομεν πολιν οχυραν? σωτηριαν θελει βαλει ο Θεος αντι τειχων και προτειχισματων.1 In quel dì si canterà questo cantico nella terra di Giuda: Cittade di mia fortezza se' tu Sion salvatore; in quella sarà posto lo muro e lo antimuro.
2 Ανοιξατε τας πυλας και θελει εισελθει το δικαιον εθνος το φυλαττον την αληθειαν.2 Aprite le porte, ed entreracci dentro la gente giusta, la quale osserverà la verità.
3 Θελεις φυλαξει εν τελεια ειρηνη το πνευμα το επι σε επιστηριζομενον, διοτι επι σε θαρρει.3 E lo antico errore s'è partito; tu osserverai la pace, però che in te (Signore) avemmo speranza.
4 Θαρρειτε επι τον Κυριον παντοτε? διοτι εν Κυριω τω Θεω ειναι αιωνιος δυναμις.4 Voi speraste nel Signore nelli secoli eterni, nel forte Iddio in perpetuo.
5 Διοτι ταπεινονει τους κατοικουντας εν υψηλοις? κρημνιζει την υψηλην πολιν? κρημνιζει αυτην εως εδαφους? καταβαλλει αυτην εως χωματος.5 Però che umilierà quelli che àbitano in altura, e la città alta. La farà venire insino alla terra, e tireralla insino alla polvere.
6 Ο πους θελει καταπατησει αυτην, οι ποδες του πτωχου, τα βηματα του ενδεους.6 Lo piede del povero la conculcherà, e l' andamento de' bisognosi.
7 Η οδος του δικαιου ειναι η ευθυτης? συ, ευθυτατε, σταθμιζεις την οδον του δικαιου.7 La via del giusto è diritta, e lo suo sentiero sì è molto diritto ad andare.
8 Ναι, εν τη οδω, των κρισεων σου, Κυριε, σε περιεμειναμεν? ο ποθος της ψυχης ημων ειναι εις το ονομα σου και εις την ενθυμησιν σου.8 Noi sostenemmo te, Signore, nella via de' tuoi giudicii; lo tuo nome e la tua memoria è nel desiderio dell' anima (mia).
9 Με την ψυχην μου σε εποθησα την νυκτα? ναι, με το πνευμα μου εντος μου σε εξεζητησα το πρωι? διοτι οταν αι κρισεις σου ηναι εν τη γη, οι κατοικοι του κοσμου θελουσι μαθει δικαιοσυνην.9 L'anima mia desiderò te nella notte; ma con lo spirito mio e nel mio cuore io veglierò a te la mattina. Quando averai fatti li tuoi giudicii in terra, (tutti) li abitatori del mondo impareranno giustizia.
10 Και αν ελεηθη ο ασεβης, δεν θελει μαθει δικαιοσυνην? εν τη γη της ευθυτητος θελει πραξει αδικως και δεν θελει εμβλεψει εις την μεγαλειοτητα του Κυριου.10 Abbiamo misericordia al malvagio, e non apparerà a fare giustizia; nella terra de' santi èssi portato malvagiamente, e non vederà la gloria di Dio.
11 Η χειρ σου, Κυριε, υψουται, αλλ' αυτοι δεν θελουσιν ιδει? θελουσιν ομως ιδει και καταισχυνθη? ο ζηλος ο υπερ του λαου σου, μαλιστα το πυρ το κατα των εχθρων σου θελει καταφαγει αυτους.11 O Signore, sia esaltata la tua mano, e non la veggiano; veggiano, e siano confusi li amatori del populo; e lo fuoco divori li tuoi inimici.
12 Κυριε, ειρηνην θελεις δωσει εις ημας? διοτι συ εκαμες και παντα ημων τα εργα δια ημας.12 Signore, darai la pace a noi; perchè tutte le opere nostre tu hai adoperate in noi.
13 Κυριε ο Θεος ημων, αλλοι κυριοι, πλην σου, εξουσιασαν εφ' ημας? αλλα τωρα δια σου μονον θελομεν αναφερει το ονομα σου.13 Signore Iddio nostro, li signori possederono noi senza te; pure in te noi ci ricordiamo del tuo nome.
14 Απεθανον, δεν θελουσιν αναζησει? ετελευτησαν, δεν θελουσιν αναστηθη? δια τουτο επεσκεφθης και εξωλοθρευσας αυτους και εξηλειψας παν το μνημοσυνον αυτων.14 Li morenti non vivano, e li giganti non si rilevino; però tu li visitasti e rompesti, e uccidesti ogni loro memoria.
15 Επληθυνας το εθνος, Κυριε, επληθυνας το εθνος? εδοξασθης? εμακρυνας αυτο εις παντα τα εσχατα της γης.15 E tu, Signore, perdonasti alla gente, tu perdonasti alla gente: or (non) se' tu glorificato? tu allungasti tutti i termini della terra.
16 Κυριε, εν τη θλιψει προσετρεξαν προς σε? εξεχεαν στεναγμον, οτε η παιδεια σου ητο επ' αυτους.16 O Signore, elli ti richiesono nelle angoscie; e nelle tribulazioni della mormorazione la tua dottrina fue a loro.
17 Ως εγκυος γυνη, οταν πλησιαση εις την γενναν, κοιλοπονει, φωναζουσα εν τοις πονοις αυτης, ουτως εγειναμεν ενωπιον σου, Κυριε.17 Si come quella che concepì, quando s' approssima al parto, dolendosi grida nelli suoi dolori, così siamo fatti noi nella tua faccia, o Signore.
18 Συνελαβομεν, εκοιλοπονησαμεν, πλην ως να εγεννησαμεν ανεμον? ουδεμιαν ελευθερωσιν κατωρθωσαμεν εν τη γη? ουδε επεσαν οι κατοικοι του κοσμου.18 Noi concepimmo, e quasi partorimmo, partorimmo spirito di salute; noi non facemmo giustizia in terra, e però non caddero li abitatori della terra.
19 Οι νεκροι σου θελουσι ζησει, μετα του νεκρου σωματος μου θελουσιν αναστηθη? εξεγερθητε και ψαλλετε, σεις οι κατοικουντες εν τω χωματι? διοτι η δροσος σου ειναι ως η δροσος των χορτων, και η γη θελει εκριψει τους νεκρους.19 Li tuoi morti viveranno, e li miei morti si rileveranno; desedatevi, e date lode, i quali abitate nella polvere; però che rugiada di luce è la rugiada tua, e la terra de' giganti trarrai in rovina.
20 Ελθε, λαε μου, εισελθε εις τα ταμεια σου και κλεισον τας θυρας σου οπισω σου? κρυφθητι δια ολιγον καιρον, εωσου παρελθη η οργη.20 Va, o popolo mio, ed entra nelli tuoi letti, e chiudi li tuoi usci di retro da te; nasconditi uno poco per uno momento, insino a tanto che passi la (mia) indignazione.
21 Διοτι, ιδου, ο Κυριος εξερχεται απο του τοπου αυτου δια να παιδευση τους κατοικους της γης ενεκεν της ανομιας αυτων? η δε γη θελει ανακαλυψει τα αιματα αυτης και δεν θελει σκεπασει πλεον τους πεφονευμενους αυτης.21 Ecco, Iddio uscirà del suo luogo (santo); visiterà la iniquitade dello abitatore della terra contro a lui; e la terra rivelerà lo suo sangue, e non coprirà più li suoi morti.