Scrutatio

Mercoledi, 15 maggio 2024 - Sant'Isidoro agricoltore ( Letture di oggi)

ΕΚΚΛΗΣΙΑΣΤΗΣ - Qoelet - Ecclesiastes 5


font
GREEK BIBLEDIODATI
1 Φυλαττε τον ποδα σου, οταν υπαγης εις τον οικον του Θεου? και προθυμου μαλλον να ακουης, παρα να προσφερης θυσιαν αφρονων, οιτινες δεν αισθανονται οτι πραττουσι κακως.1 GUARDA il tuo piè, quando tu andrai nella Casa di Dio; ed appressati per ascoltare, anzi che per dar quello che dànno gli stolti, cioè, sacrificio; perciocchè essi, facendo male, non però se ne avveggono.
2 Μη σπευδε δια του στοματος σου, και η καρδια σου ας μη επιταχυνη να προφερη λογον ενωπιον του Θεου? διοτι ο Θεος ειναι εν τω ουρανω, συ δε επι της γης? οθεν οι λογοι σου ας ηναι ολιγοι.2 Non esser precipitoso nel tuo parlare, e il tuo cuore non si affretti a proferire alcuna parola nel cospetto di Dio; perciocchè Iddio, è nel cielo, e tu sei in terra; però sieno le tue parole poche;
3 Επειδη το μεν ονειρον ερχεται εν τω πληθει των περισπασμων? η δε φωνη του αφρονος εν τω πληθει των λογων.3 perciocchè dalla moltitudine delle occupazioni procede il sogno, e dalla moltitudine delle parole procede la voce stolta
4 Οταν ευχηθης ευχην εις τον Θεον, μη βραδυνης να αποδωσης αυτην? διοτι δεν ευαρεστειται εις τους αφρονας? αποδος ο, τι ηυχηθης.4 Quando avrai votato a Dio alcun voto, non indugiare di adempierlo; perciocchè gli stolti non gli son punto grati; adempi ciò che avrai votato.
5 Καλλιον να μη ευχηθης, παρα ευχηθεις να μη αποδωσης.5 Meglio è che tu non voti, che se tu voti, e non adempi.
6 Μη συγχωρησης εις το στομα σου να φερη επι σε αμαρτιαν? μηδε ειπης ενωπιον του αγγελου, οτι ητο εξ αγνοιας? δια τι να οργισθη ο Θεος εις την φωνην σου και να αφανιση τα εργα των χειρων σου;6 Non recar la tua bocca a far peccar la tua persona; e non dire davanti all’Angelo, che è stato errore; perchè si adirerebbe Iddio per la tua voce, e dissiperebbe l’opera delle tue mani?
7 Διοτι εν τω πληθει των ονειρων και εν τω πληθει των λογων ειναι ματαιοτητες? συ δε φοβου τον Θεον.7 Certo, in moltitudine di sogni vi sono ancora delle vanità assai; così ancora ve ne son molte in molte parole; ma tu, temi Iddio.
8 Εαν ιδης καταθλιψιν πενητος και παραβιασιν κρισεως και δικαιοσυνης εν τη χωρα, μη θαυμασης δια τουτο? διοτι ο επι τον υψηλον υψηλοτερος επιτηρει? και επι τουτους υψηλοτεροι.8 Se tu vedi nella provincia l’oppression del povero, e la ruberia del giudicio e della giustizia, non maravigliarti di questa cosa; perciocchè vi è uno Eccelso di sopra all’eccelso, che vi prende guardia; anzi, vi sono degli eccelsi sopra essi tutti
9 Η γη ωφελει υπερ παντα? και αυτος ο βασιλευς υπο των αγρων υπηρετειται.9 Ora la terra è la più profittevole di tutte l’altre cose; il re stesso è sottoposto al campo.
10 Ο αγαπων το αργυριον δεν θελει χορτασθη αργυριου? ουδε εισοδηματων ο αγαπων την αφθονιαν? ματαιοτης και τουτο.10 CHI ama l’argento non è saziato con l’argento; e chi ama i gran tesori è senza rendita. Anche questo è vanità.
11 Πληθυνομενων των αγαθων πληθυνονται και οι τρωγοντες αυτα? και τις η ωφελεια εις τους κυριους αυτων, ειμη το να θεωρωσιν αυτα δια των οφθαλμων αυτων;11 Dove son molti beni, sono anche molti mangiatori di essi; e che pro ne torna al padrone di essi, salvo la vista degli occhi?
12 Ο υπνος του εργαζομενου ειναι γλυκυς, ειτε ολιγον φαγη, ειτε πολυ? ο δε του πλουσιου χορτασμος δεν αφινει αυτον να κοιμαται.12 Il sonno del lavoratore è dolce, poco o assai ch’egli mangi; ma la sazietà del ricco non lo lascia dormire.
13 Υπαρχει κακον θλιβερον, το οποιον ειδον υπο τον ηλιον? πλουτος φυλαττομενος υπο του εχοντος αυτον προς βλαβην αυτου.13 Vi è una mala doglia, la quale io ho veduta sotto il sole, cioè: che vi son delle ricchezze, conservate a’ lor padroni per lor male.
14 Και ο πλουτος εκεινος χανεται υπο συμφορας κακης? αυτος δε γεννα υιον και δεν εχει ουδεν εν τη χειρι αυτου.14 Ed esse ricchezze periscono per mal affare, sì che, se il padrone di esse ha generato un figliuolo, non gliene riman nulla in mano.
15 Καθως εξηλθεν εκ της κοιλιας της μητρος αυτου, γυμνος θελει επιστρεψει, υπαγων καθως ηλθε? και δεν θελει βασταζει ουδεν εκ του κοπου αυτου, δια να εχη εν τη χειρι αυτου.15 Un tale se ne torna ignudo, come è uscito del seno di sua madre, andandosene come è venuto; e non prende nulla della sua fatica, ch’egli se ne porti via nella mano.
16 Και τουτο ετι κακον θλιβερον, καθως ηλθεν, ουτω να υπαγη? και τις ωφελεια εις αυτον οτι εκοπιασε δια τον ανεμον;16 Anche questo è una mala doglia; conciossiachè egli se ne vada come egli è venuto; e che profitto ha egli di essersi affaticato per del vento?
17 Θελει προσετι τρωγει κατα πασας αυτου τας ημερας εν σκοτει και εν πολλη λυπη και αρρωστια και βασανω.17 Ed anche tutti i giorni della sua vita egli avrà mangiato in tenebre, con molta tristezza, e doglia, e cruccio
18 Ιδου, τι ειδον εγω αγαθον? ειναι καλον να τρωγη τις και να πινη και να απολαμβανη τα αγαθα ολου του κοπου αυτου, τον οποιον κοπιαζει υπο τον ηλιον, κατα τον αριθμον των ημερων της ζωης αυτου, οσας εδωκεν ο Θεος εις αυτον? διοτι τουτο ειναι η μερις αυτου.18 Ecco ciò che io ho veduto: ch’egli è una buona e bella cosa che l’uomo mangi, e beva, e goda del bene con tutta la sua fatica ch’egli dura sotto il sole, tutti i giorni della sua vita, i quali Iddio gli ha dati; perchè questo è la sua parte.
19 Και εις οντινα ανθρωπον ο Θεος δοσας πλουτη και υπαρχοντα, εδωκεν εις αυτον και εξουσιαν να τρωγη απ' αυτων και να λαμβανη το μεριδιον αυτου και να ευφραινεται εις τον κοπον αυτου, τουτο ειναι δωρον Θεου?19 Ed anche quando Iddio, avendo date a chi che sia ricchezze e facoltà, gli dà ancora il potere di mangiarne, e di prenderne la sua parte, e di rallegrarsi della sua fatica: ciò è un dono di Dio.
20 διοτι δεν θελει ενθυμεισθαι πολυ τας ημερας της ζωης αυτου? επειδη ο Θεος αποκρινεται εις την καρδιαν αυτου δι' ευφροσυνης.20 Perciocchè un tale non si ricorderà molto dei giorni della sua vita; conciossiachè Iddio gli risponda per l’allegrezza del suo cuore