Scrutatio

Sabato, 11 maggio 2024 - San Fabio e compagni ( Letture di oggi)

ΠΑΡΑΛΕΙΠΟΜΕΝΩΝ Β´ - 2 Cronache - Chronicles II 28


font
GREEK BIBLEBIBBIA TINTORI
1 Εικοσι ετων ηλικιας ητο ο Αχαζ οτε εβασιλευσε, και εβασιλευσε δεκαεξ ετη εν Ιερουσαλημ? δεν επραξεν ομως το ευθες ενωπιον Κυριου, ως ο Δαβιδ ο πατηρ αυτου?1 Acaz aveva vent'anni quan­do cominciò a regnare, e regnò sedici anni in Gerusalemme. Egli invece di far quel che era giusto nel cospetto del Signore, come David suo padre,
2 αλλα περιεπατησεν εν ταις οδοις των βασιλεων του Ισραηλ και εκαμεν ετι ειδωλα χωνευτα εις τους Βααλειμ.2 camminò nelle vie dei re d'Israele, e di più fece delle statue ai Baalim.
3 Και αυτος εθυμιασεν εν τη κοιλαδι του υιου Εννομ και διεβιβασε τα τεκνα αυτου δια του πυρος, κατα τα βδελυγματα των εθνων τα οποια εξεδιωξεν ο Κυριος απ' εμπροσθεν των υιων Ισραηλ.3 E' lui quello che bruciò incenso nella valle di Benennom, e, secondo il rito delle nazioni che il Signore aveva sterminate all'arrivo dei figli d'Israele, fece passare pel fuoco i suoi figli.
4 Και εθυσιαζε και εθυμιαζεν επι τους υψηλους τοπους και επι τους λοφους και υποκατω παντος δενδρου πρασινου.4 Inoltre sacrificava e bruciava profumi sugli alti luoghi, sui colli e sotto ogni albero frondoso.
5 Δια τουτο παρεδωκεν αυτον Κυριος ο Θεος αυτου εις την χειρα του βασιλεως της Συριας? και επαταξαν αυτον, και ελαβον αιχμαλωτους μεγα πληθος εξ αυτων και εφεραν αυτους εις Δαμασκον. Και παρεδοθη ετι εις την χειρα του βασιλεως του Ισραηλ, οστις επαταξεν αυτον εν σφαγη μεγαλη.5 E il Signore Dio suo lo diede in mano del re di Siria, che lo sconfìsse e, presa dal suo regno gran preda, la portò a Damasco. Fu anche dato nelle mani del re d'Israele, che gli diede una grande sconfìtta.
6 Διοτι Φεκα ο υιος του Ρεμαλια εθανατωσεν εκ του Ιουδα εκατον εικοσι χιλιαδας εν μια ημερα, παντας δυνατους εν ισχυι, επειδη εγκατελιπον Κυριον τον Θεον των πατερων αυτων.6 Infatti Facee, figlio di Romelia, uccise in un giorno centoventi mila uomini di Giuda, tutti uomini di valore; perchè essi avevan abbandonato il Signore Dio dei loro padri.
7 Και Ζιχρι, ανηρ δυνατος εκ του Εφραιμ, εθανατωσε Μαασιαν τον υιον του βασιλεως και Αζρικαμ τον επιστατην του παλατιου και Ελκανα τον δευτερον μετα τον βασιλεα.7 Allora Zecri, un potente di Efraim, uccise Maasia, figlio del re, Ezrica, suo maggiordomo, ed Elcana, il secondo dopo il re;
8 Και ηχμαλωτισαν οι υιοι Ισραηλ εκ των αδελφων αυτων διακοσιας χιλιαδας, γυναικας, υιους και θυγατερας, και ελαβον ετι λαφυρα πολλα εξ αυτων και εφεραν τα λαφυρα εις Σαμαρειαν.8 e i figli d'Israele fecero prigionieri duecento mila dei loro fratelli, donne, fanciulli e fanciulle, fecero pure gran preda che portarono a Samaria.
9 Ητο δε εκει προφητης του Κυριου, ονομαζομενος Ωδηδ? και εξηλθεν εις απαντησιν του στρατευματος του ερχομενου εις Σαμαρειαν και ειπε προς αυτους, Ιδου, επειδη Κυριος ο Θεος των πατερων σας εθυμωθη κατα του Ιουδα, παρεδωκεν αυτους εις την χειρα σας? και σεις εθανατωσατε αυτους εν μανια, ητις εφθασεν εως του ουρανου?9 Ivi era allora un profeta del Signore, chiamato Obed, il qua­le, uscito incontro all'esercito che tornava a Samaria, disse loro: « Ecco il Signore Dio dei padri vostri, sdegnato contro Giuda, li ha dati nelle vostre mani, e voi, dopo averli trucidati con tanta ferocia, che la vostra crudeltà è giunta fino al cielo.
10 και τωρα λεγετε να υποταξητε εις εαυτους τους υιους Ιουδα και της Ιερουσαλημ δια δουλους και δουλας? δεν ειναι με σας, με σας μαλιστα, αμαρτιαι εναντιον Κυριου του Θεου σας;10 Volete aggiungere di assoggettarvi come schiavi e schiave i figli di Giuda e di Gerusalemme. Ciò non doveva esser fatto: in questo avete peccato contro il Signore Dio vostro.
11 τωρα λοιπον ακουσατε μου και επιστρεψατε τους αιχμαλωτους, τους οποιους ηχμαλωτισατε εκ των αδελφων σας? διοτι οργη θυμου Κυριου επικειται εις εσας.11 Or dunque ascoltate il mio consiglio; riconducete i prigionieri che avete fatti tra i vostri fratelli, perchè l'ira grande di Dio vi sovrasta ».
12 Και εσηκωθησαν τινες εκ των αρχοντων των υιων Εφραιμ, Αζαριας ο υιος του Ιωαναν, Βαραχιας ο υιος του Μεσιλλεμωθ και Εζεκιας ο υιος του Σαλλουμ και Αμασα ο υιος του Αδλαι εναντιον των ερχομενων απο του πολεμου,12 Allora alcuni dei principi dei figli d'Efraim, Azaria figlio di Iohanan, Barachia figlio di Mosollamot, Ezechia figlio di Sellum, e Amasa figlio di Adali si fermarono in faccia a quelli che tornavano dalla battaglia,
13 και ειπον προς αυτους, Δεν θελετε εισαξει εδω τους αιχμαλωτους? διοτι ενω ηνομησαμεν εις Κυριον, θελετε να προσθεσητε εις τας αμαρτιας ημων και εις τας ανομιας ημων? διοτι μεγαλη ειναι ανομια ημων, και οργη θυμου επικειται επι τον Ισραηλ.13 e dissero loro: « Non dovete menare qua dentro questi prigionieri, chè non pecchiamo contro il Signore. Perchè volete accrescere il numero dei nostri peccati e colmar la misura delle antiche colpe? Questo è un gran peccato, e l'ira furibonda del Signore già pende sopra Israele ».
14 Και αφηκαν οι πολεμισται τους αιχμαλωτους και τα λαφυρα ενωπιον των αρχοντων και πασης της συναξεως.14 Dinanzi ai principi e a tutta la moltitudine, quegli uomini di guerra lasciarono la preda e tutto quello che avevano preso.
15 Και σηκωθεντες οι ανδρες, οι ονομασθεντες κατ' ονομα, ελαβον τους αιχμαλωτους και παντας τους γυμνους αυτων ενεδυσαν εκ των λαφυρων? και αφου ενεδυσαν αυτους και υπεδηματωσαν αυτους και εδωκαν εις αυτους να φαγωσι και να πιωσι και ηλειψαν αυτους, και παντας τους αδυνατους εξ αυτων μετεκομισαν επι ονους και εφεραν αυτους εις Ιεριχω, την πολιν των φοινικων, προς τους αδελφους αυτων? και επεστρεψαν εις Σαμαρειαν.15 E i soprannominati uomini, levatisi e presi i prigionieri, rivestirono colle spoglie quelli che erari nudi, e dopo averli vestiti, calzati, ristorati con cibi e bevande, unti a causa della loro stanchezza, dopo averli cosi ben trattati, posero sopra degli asini quelli che non potevano camminare ed eran deboli di corpo, e li condussero a Gerico, città delle palme, presso i loro fratelli, e poi se ne tornarono a Samaria.
16 Κατα τον καιρον εκεινον ο βασιλευς Αχαζ απεστειλε προς τους βασιλεις της Ασσυριας, δια να βοηθησωσιν αυτον.16 In quel tempo il re Acaz mandò a chiedere aiuto al re d'Assiria;
17 Διοτι ελθοντες παλιν οι Ιδουμαιοι επαταξαν τον Ιουδαν και ελαβον αιχμαλωτους.17 perchè anche gl'Idumei vennero e percossero molti di Giuda e fecero gran preda;
18 Και εφορμησαντες οι Φιλισταιοι εις τας πολεις της πεδινης και της μεσημβρινης του Ιουδα? εκυριευσαν την Βαιθ-σεμες και την Αιαλων και την Γεδηρωθ, και την Σοκχω και τας κωμας αυτης, και την Θαμνα και τας κωμας αυτης, και την Γιμζω και ταις κωμας αυτης? και κατωκησαν εκει.18 e anche i Filistei si sparsero nelle città della pianura e nella parte meridionale di Giuda, e presero Betsames, Aialon, Gaderot, Soco, Tamnan, Gamzo, coi loro sobborghi, e vi abitarono.
19 Διοτι ο Κυριος εταπεινωσε τον Ιουδαν δια τον Αχαζ βασιλεα του Ισραηλ? επειδη διεφθειρε τον Ιουδαν και ησεβησε σφοδρα εις τον Κυριον.19 Il Si­gnore aveva così umiliato Giuda a causa di Acaz re di Giuda, il quale, spogliato (Giuda) d'ogni soccorso, aveva disprezzato il Signore,
20 Και ηλθε προς αυτον ο Θελγαθ-φελνασαρ, βασιλευς της Ασσυριας, και κατεθλιψεν αυτον αντι να ενδυναμωση αυτον.20 che menò contro di lui Telgat-falnasar re d'Assiria, e que­sti pure lo ridusse alle strette e, senza trovar resistenza, lo rovinò.
21 Διοτι ο Αχαζ, λαβων τους θησαυρους του οικου του Κυριου και του οικου του βασιλεως και των αρχοντων, εδωκεν εις τον βασιλεα της Ασσυριας? πλην ουχι εις βοηθειαν αυτου.21 Allora Acaz, spogliata la casa del Signore, la casa reale e quella dei principi, diede doni al re d'Assiria; ma ciò non gli giovò a nulla.
22 Και εν τω καιρω της στενοχωριας αυτου ετι μαλλον παρηνομησεν εις τον Κυριον αυτος ο βασιλευς Αχαζ.22 Ed anche nel tempo delle sue strettezze, questo medesimo re Acaz crebbe nel disprezzo del Signore,
23 Και εθυσιαζεν εις τους θεους της Δαμασκου, τους παταξαντας αυτον? και ελεγεν, Επειδη οι θεοι του βασιλεως της Συριας βοηθουσιν αυτους, εις τουτους θελω θυσιασει, δια να βοηθησωσι και εμε. Εκεινοι ομως εσταθησαν η φθορα αυτου και παντος του Ισραηλ.23 e immolò vittime agli dèi di Damasco che l'avevano percosso, e disse: « Gli dèi del re di Siria vengono loro in aiuto, ma io li placherò colle vittime, ed essi aiuteranno me ». Invece furon di rovina a lui e a tutto Israele.
24 Και συνηθροισεν ο Αχαζ τα σκευη του οικου του Θεου, και κατεκοψε τα σκευη του οικου του Θεου και εκλεισε τας θυρας του οικου του Κυριου, και εκαμεν εις εαυτον θυσιαστηρια εν παση γωνια εν Ιερουσαλημ.24 Acaz, portati via e fatti in pezzi tutti i vasi della casa di Dio, chiuse le porte del tempio di Dio, e si eresse degli altari per tutte le cantonate di Gerusalemme.
25 Και εν παση πολει του Ιουδα εκαμεν υψηλους τοπους, δια να θυμιαζη εις αλλους θεους, και παρωργισε Κυριον τον Θεον των πατερων αυτου.25 Anche in tutte le città di Giuda eresse altari per bruciarvi incenso, e cosi provocò ad ira il Signore Dio dei suoi padri.
26 Αι δε λοιπαι πραξεις αυτου και πασαι αι οδοι αυτου, αι πρωται και αι εσχαται, ιδου, ειναι γεγραμμεναι εν τω βιβλιω των βασιλεων του Ιουδα και Ισραηλ.26 Il resto dei suoi atti e di tutte le sue imprese, dalle prime alle ultime, sta scritto nel libro dei re di Giuda e d'Israele.
27 Και εκοιμηθη ο Αχαζ μετα των πατερων αυτου, και εθαψαν αυτον εν τη πολει, εν Ιερουσαλημ? δεν εφεραν ομως αυτον εις τους ταφους των βασιλεων του Ισραηλ? εβασιλευσε δε αντ' αυτου Εζεκιας ο υιος αυτου.27 Poi Acaz si addormentò coi suoi padri. Lo seppellirono nella città di Gerusalemme, ma non lo misero nei sepolcri dei re d'Israele. Gli successe nel regno il suo figlio Ezechia.