Scrutatio

Giovedi, 16 maggio 2024 - San Simone Stock ( Letture di oggi)

ΒΑΣΙΛΕΙΩΝ Γ´ - 1 Re - Kings III 16


font
GREEK BIBLEDIODATI
1 Και ηλθε λογος Κυριου προς τον Ιηου, τον υιον του Ανανι, εναντιον του Βαασα, λεγων,1 Allora la parola del Signore fu indirizzata a Iehu, figliuolo di Hanani, contro a Baasa, dicendo:
2 Επειδη, ενω σε υψωσα εκ του χωματος, και σε κατεστησα ηγεμονα επι τον λαον μου Ισραηλ, συ περιεπατησας εις την οδον του Ιεροβοαμ, και εκαμες τον λαον μου Ισραηλ να αμαρτηση, δια να με παροργισης δια των αμαρτιων αυτων,2 Perciocchè avendoti io innalzato dalla polvere, ed avendoti posto per conduttore sopra il mio popolo Israele, pur sei camminato nella via di Geroboamo, e hai fatto peccare il mio popolo Israele, per dispettarmi co’ lor peccati;
3 ιδου, εγω εξολοθρευω κατα κρατος τον Βαασα και τον οικον αυτου? και θελω καταστησει τον οικον σου ως τον οικον του Ιεροβοαμ υιου του Ναβατ?3 ecco io sarò dietro a Baasa, e dietro alla sua casa, per torla via; e farò che la tua casa sarà come la casa di Geroboamo, figliuolo di Nebat.
4 οστις εκ του Βαασα αποθανη εν τη πολει, οι κυνες θελουσι φαγει αυτον? και οστις εξ αυτου αποθανη εν τοις αγροις, τα πετεινα του ουρανου θελουσι φαγει αυτον.4 Colui che sarà morto a Baasa nella città, i cani lo mangeranno; e colui che gli sarà morto per i campi, gli uccelli del cielo lo mangeranno.
5 Αι δε λοιπαι των πραξεων του Βαασα και οσα επραξε και τα κατορθωματα αυτου δεν ειναι γεγραμμενα εν τω βιβλιω των χρονικων των βασιλεων του Ισραηλ;5 Ora, quant’è al rimanente de’ fatti di Baasa, e ciò ch’egli fece, e le sue prodezze; queste cose non son esse scritte nel Libro delle Croniche dei re d’Israele?
6 Και εκοιμηθη ο Βαασα μετα των πατερων αυτου και εταφη εν Περσα? εβασιλευσε δε αντ' αυτου Ηλα ο υιος αυτου.6 E Baasa giacque co’ suoi padri, e fu seppellito in Tirsa; ed Ela, suo figliuolo, regnò in luogo suo.
7 Και ετι δια Ιηου του προφητου, υιου του Ανανι, ηλθεν ο λογος του Κυριου κατα του Βαασα και κατα του οικου αυτου και κατα πασων των κακιων οσας επραξεν ενωπιον του Κυριου, παροργισας αυτον δια των εργων των χειρων αυτου, ωστε να γεινη καθως ο οικος του Ιεροβοαμ? και διοτι εθανατωσεν αυτον.7 Ora il Signore avea parlato per lo profeta Iehu, figliuolo di Hanani, contro a Baasa, e contro alla sua casa, così per cagione di tutto il male ch’egli avea commesso davanti al Signore, dispettandolo con le opere delle sue mani; dinunziandogli ch’ella sarebbe come la casa di Geroboamo; come anche perciocchè egli l’avea percossa.
8 Κατα το εικοστον εκτον ετος του Ασα βασιλεως του Ιουδα, εβασιλευσεν ο Ηλα υιος του Βαασα επι τον Ισραηλ εν Φερσα και εβασιλευσε δυο ετη.8 L’ANNO ventesimosesto d’Asa, re di Giuda, Ela, figliuolo di Baasa, cominciò a regnare sopra Israele, e regnò in Tirsa due anni.
9 Συνωμοσε δε κατ' αυτου ο δουλος αυτου Ζιμβρι, ο αρχηγος του ημισεως των πολεμικων αμαξων, ενω ητο εν Θερσα πινων και μεθυων εν τω οικω του Αρσα, οικονομου του οικου αυτου εν Θερσα.9 E Zimri, suo servitore, capitano della metà de’ suoi carri, congiurò contro a lui. Or egli era in Tirsa, bevendo, ed ebbro, in casa di Arsa, suo mastro di casa in Tirsa.
10 Και εισηλθεν ο Ζιμβρι και επαταξεν αυτον και εθανατωσεν αυτον, εις το εικοστον εβδομον ετος του Ασα βασιλεως του Ιουδα, και εβασιλευσεν αντ' αυτου.10 E Zimri venne, e lo percosse, e l’uccise l’anno ventesimosettimo d’Asa, re di Giuda, e regnò in luogo suo.
11 Και ως εβασιλευσεν, αμα εκαθησεν επι του θρονου αυτου, επαταξε παντα τον οικον του Βαασα? δεν αφηκεν εις αυτον ουρουντα προς τοιχον ουδε συγγενεις αυτου ουδε φιλους αυτου.11 E quando egli fu re, come prima fu assiso sopra il trono di Ela, egli percosse tutta la casa di Baasa; egli non gli lasciò in vita pur un bambino, nè parenti, nè amici.
12 Και εξωλοθρευσεν ο Ζιμβρι παντα τον οικον του Βαασα, κατα τον λογον του Κυριου, τον οποιον ελαλησεν εναντιον του Βαασα δια Ιηου του προφητου,12 Così Zimri distrusse tutta la casa di Baasa, secondo la parola del Signore, ch’egli avea pronunziata contro a Baasa, per Iehu profeta;
13 δια πασας τας αμαρτιας του Βαασα και τας αμαρτιας Ηλα του υιου αυτου, τας οποιας ημαρτησαν, και δια των οποιων εκαμον τον Ισραηλ να αμαρτηση, παροργισαντες, Κυριον τον Θεον του Ισραηλ δια των ματαιοτητων αυτων.13 per tutti i peccati di Baasa, e di Ela, suo figliuolo, i quali aveano commessi, ed aveano fatti commettere ad Israele, dispettando il Signore Iddio d’Israele con gl’idoli loro.
14 Αι δε λοιπαι των πραξεων του Ηλα και παντα οσα επραξε, δεν ειναι γεγραμμενα εν τω βιβλιω των χρονικων των βασιλεων του Ισραηλ;14 Or, quant’è al rimanente de’ fatti d’Ela, e tutto ciò ch’egli fece; queste cose non son esse scritte nel Libro delle Croniche dei re d’Israele?
15 Κατα το εικοστον εβδομον ετος του Ασα βασιλεως του Ιουδα, εβασιλευσεν ο Ζιμβρι επτα ημερας εν Θερσα. Ο δε λαος ητο εστρατοπεδευμενος κατα της Γιββεθων, ητις ητο των Φιλισταιων.15 L’anno ventesimosettimo d’Asa, re di Giuda, Zimri cominciò a regnare, e regnò sette giorni in Tirsa. Or il popolo era a campo contro a Ghibbeton de’ Filistei.
16 Και ακουσας ο λαος ο εστρατοπεδευμενος οτι ελεγον, Ο Ζιμβρι συνωμοσε και μαλιστα επαταξε τον βασιλεα, απας ο Ισραηλ εκαμε τον Αμρι, τον αρχηγον του στρατευματος, βασιλεα επι τον Ισραηλ την ημεραν εκεινην εν τω στρατοπεδω.16 Ed avendo udito che Zimri avea fatta una congiura, e che avea eziandio percosso il re, tutti gl’Israeliti, quel giorno istesso, costituirono re sopra Israele Omri, capo dell’esercito, nel campo.
17 Και ανεβη ο Αμρι και απας ο Ισραηλ μετ' αυτου απο Γιββεθων, και επολιορκησαν την Θερσα.17 Ed Omri salì, insieme con tutto Israele, da Ghibbeton, ed assediarono Tirsa.
18 Και ως ειδεν ο Ζιμβρι οτι εκυριευθη η πολις, εισηλθεν εις το παλατιον του οικου του βασιλεως και εκαυσεν εφ' εαυτον τον οικον του βασιλεως εν πυρι και απεθανε,18 E come Zimri vide che la città era presa, entrò nel palazzo della casa reale, ed arse col fuoco la casa reale sopra sè, e così morì;
19 δια τας αμαρτιας αυτου, τας οποιας ημαρτησε, πραξας πονηρα ενωπιον του Κυριου, επειδη περιεπατησεν εις την οδον του Ιεροβοαμ και εις τας αμαρτιας αυτου, τας οποιας επραξε, καμνων τον Ισραηλ να αμαρτηση.19 per i suoi peccati ch’egli avea commessi, facendo ciò che dispiace al Signore, camminando nella via di Geroboamo, e nel peccato di esso, il quale egli avea commesso, facendo peccare Israele.
20 Αι δε λοιπαι των πραξεων του Ζιμβρι και η συνωμοσια αυτου, την οποιαν εκαμε, δεν ειναι γεγραμμενα εν τω βιβλιω των χρονικων των βασιλεων του Ισραηλ;20 Ora, quant’è al rimanente de’ fatti di Zimri, e la congiura ch’egli fece; queste cose non son esse scritte nel Libro delle Croniche dei re d’Israele?
21 Τοτε διηρεθη ο λαος του Ισραηλ εις δυο μερη? το ημισυ του λαου ηκολουθησε τον Θιβνι υιον του Γιναθ, δια να καμη αυτον βασιλεα? και το ημισυ ηκολουθησε τον Αμρι.21 Allora il popolo d’Israele fu diviso in due parti; l’una seguitava Tibni, figliuolo di Ghinat, per farlo re; e l’altra seguitava Omri.
22 Ο λαος ομως ο ακολουθησας τον Αμρι υπερισχυσε κατα του λαου του ακολουθησαντος τον Θιβνι υιον του Γιναθ? και απεθανεν ο Θιβνι, και εβασιλευσεν ο Αμρι.22 Ma il popolo, che seguitava Omri, fu più forte che quello che seguitava Tibni, figliuolo di Ghinat; e Tibni morì, ed Omri regnò.
23 Κατα το τριακοστον πρωτον ετος του Ασα βασιλεως του Ιουδα, εβασιλευσεν Αμρι επι τον Ισραηλ, και εβασιλευσε δωδεκα ετη? εξ ετη εβασιλευσεν εν Θερσα.23 L’anno trentuno d’Asa, re di Giuda, Omri cominciò a regnare sopra Israele, e regnò dodici anni; in Tirsa regnò sei anni.
24 Και ηγορασε το ορος της Σαμαρειας παρα του Σεμερ δια δυο ταλαντα αργυριου, και εκτισε πολιν επι του ορους και εκαλεσε το ονομα της πολεως, την οποιαν εκτισε, κατα το ονομα του Σεμερ, κυριου του ορους, Σαμαρειαν.24 E comperò il monte di Samaria da Semer, per due talenti di argento, ed edificò una città in quel monte; e chiamò quella città, ch’egli edificò: Samaria, del nome di Semer, ch’era stato signore di quel monte.
25 Επραξε δε ο Αμρι πονηρα ενωπιον του Κυριου και επραξε χειροτερα παρα παντας τους προ αυτου?25 Ed Omri fece ciò che dispiace al Signore, e fece peggio che tutti quelli ch’erano stati davanti a lui;
26 και περιεπατησεν εις πασας τας οδους του Ιεροβοαμ, υιου του Ναβατ, και εις τας αμαρτιας εκεινου, δια των οποιων εκαμε τον Ισραηλ να αμαρτηση, παροργισας Κυριον τον Θεον του Ισραηλ δια των ματαιοτητων αυτων.26 e camminò in tutte le vie di Geroboamo, figliuolo di Nebat, e nel peccato di esso, col quale egli avea fatto peccare Israele, dispettando il Signore Iddio d’Israele co’ loro idoli.
27 Αι δε λοιπαι των πραξεων του Αμρι τας οποιας επραξε και τα κατορθωματα αυτου οσα εκαμε, δεν ειναι γεγραμμενα εν τω βιβλιω των χρονικων των βασιλεων του Ισραηλ;27 Ora, quant’è al rimanente de’ fatti d’Omri, e le prodezze ch’egli fece; queste cose non sono esse scritte nel Libro delle Croniche dei re d’Israele?
28 Και εκοιμηθη ο Αμρι μετα των πατερων αυτου και εταφη εν Σαμαρεια? εβασιλευσε δε αντ' αυτου Αχααβ ο υιος αυτου.28 Ed Omri giacque co’ suoi padri, e fu seppellito in Samaria; ed Achab, suo figliuolo, regnò in luogo suo
29 Ο δε Αχααβ ο υιος του Αμρι εβασιλευσεν επι τον Ισραηλ κατα το τριακοστον ογδοον ετος του Ασα βασιλεως του Ιουδα? και εβασιλευσεν Αχααβ ο υιος του Αμρι επι τον Ισραηλ εν Σαμαρεια εικοσιδυο ετη.29 ED Achab, figliuolo d’Omri, cominciò a regnare sopra Israele l’anno trentesimottavo d’Asa, re di Giuda; e regnò in Samaria sopra Israele ventidue anni.
30 Και επραξεν ο Αχααβ ο υιος του Αμρι πονηρα ενωπιον του Κυριου, υπερ παντας τους προ αυτου.30 Ed Achab, figliuolo d’Omri, fece ciò che dispiace al Signore, più che tutti quelli ch’erano stati davanti a lui.
31 Και ως αν ητο μικρον το να περιπατη εις τας αμαρτιας του Ιεροβοαμ, υιου του Ναβατ, ελαβεν ετι δια γυναικα Ιεζαβελ, την θυγατερα του Εθβααλ, βασιλεως των Σιδωνιων, και υπηγε και ελατρευσε τον Βααλ και προσεκυνησεν αυτον.31 Ed avvenne che, come se fosse stata leggier cosa di camminare ne’ peccati di Geroboamo, figliuolo di Nebat, egli prese per moglie Izebel, figliuola d’Et-baal, re de’ Sidonii; e andò, e servì a Baal, e l’adorò;
32 Και ανηγειρε βωμον εις τον Βααλ εντος του οικου του Βααλ, τον οποιον ωκοδομησεν εν Σαμαρεια.32 e rizzò un altare a Baal, nella casa di Baal, la quale egli avea edificata in Samaria.
33 Και εκαμεν ο Αχααβ αλσος? και δια να παροργιση Κυριον τον Θεον του Ισραηλ, επραξεν ο Αχααβ περισσοτερον παρα παντας τους βασιλεις του Ισραηλ, οσοι εσταθησαν προ αυτου.33 Achab fece ancora un bosco. Ed Achab fece vie peggio che tutti i re d’Israele, ch’erano stati davanti a lui, per dispettare il Signore Iddio d’Israele.
34 Εν ταις ημεραις αυτου ωκοδομησε Χιηλ ο Βαιθηλιτης την Ιεριχω? εβαλε τα θεμελια αυτης επι Αβειρων του πρωτοτοκου αυτου, και εστησε τας πυλας αυτης επι Σεγουβ του νεωτερου υιου αυτου, κατα τον λογον του Κυριου, τον οποιον ελαλησε δια Ιησου υιου του Ναυη.34 Nel suo tempo, Hiel, da Betel, riedificò Gerico, e la fondò sopra Abiram, suo primogenito; e posò le porte di essa sopra Segub, suo figliuol minore; secondo la parola del Signore, la quale egli avea pronunziata per Giosuè, figliuolo di Nun