Scrutatio

Mercoledi, 15 maggio 2024 - Sant'Isidoro agricoltore ( Letture di oggi)

ΒΑΣΙΛΕΙΩΝ Γ´ - 1 Re - Kings III 14


font
GREEK BIBLEBIBBIA MARTINI
1 Κατ' εκεινον τον καιρον ηρρωστησεν Αβια ο υιος του Ιεροβοαμ.1 In quel tempo Abìa figliuolo di Geroboam si ammalò.
2 Και ειπεν ο Ιεροβοαμ προς την γυναικα αυτου, Σηκωθητι, παρακαλω, και μετασχηματισθητι, ωστε να μη γνωρισωσιν οτι εισαι γυνη του Ιεροβοαμ, και υπαγε εις Σηλω? ιδου, εκει ειναι Αχια ο προφητης, οστις ειπε προς εμε οτι θελω βασιλευσει επι τον λαον τουτον?2 E Geroboam disse a sua moglie: Va, cambia di vestito, affinchè non sii riconosciuta per moglie di Geroboam, e va a Silo, dove è Ahia profeta, il quale mi predisse ch'io sarei stato re di questo popolo.
3 και λαβε εις την χειρα σου δεκα αρτους και κολλυρια και σταμνιον μελιτος και υπαγε προς αυτον? αυτος θελει σοι αναγγειλει τι θελει γεινει εις το παιδιον.3 Prendi ancora teco dieci pani, una torta, e un vaso di miele, e va a trovarlo; perocché egli ti dirà quello, che abbia da essere di questo fanciullo.
4 Και εκαμεν ουτως η γυνη του Ιεροβοαμ? και σηκωθεισα, υπηγεν εις Σηλω και ηλθεν εις τον οικον του Αχια. Ο δε Αχια δεν ηδυνατο να βλεπη? διοτι οι οφθαλμοι αυτου ημβλυωπουν εκ του γηρατος αυτου.4 Fece la moglie di Geroboam quello, che egli le avea detto; e si partì, e andò a Silo, e giunse a casa ai Ahia. Or egli non potea vedere; perocché se gli era offuscata la vista per la vecchiezza.
5 Ειχε δε ειπει ο Κυριος προς τον Αχια, Ιδου, η γυνη του Ιεροβοαμ ερχεται να ζητηση παρα σου λογον περι του υιου αυτης, διοτι ειναι αρρωστος? ουτω και ουτω θελεις λαλησει προς αυτην? διοτι, οταν εισελθη, θελει προσποιηθη οτι ειναι αλλη.5 Ma il Signore disse ad Ahia: Ecco la moglie di Geroboam, la quale viene a consultarti riguardo al suo figliuolo, che è ammalato: tu le dirai questo, e questo. Mentre adunque ella entrava nascondendo il suo essere,
6 Και ως ηκουσεν ο Αχια τον ηχον των ποδων αυτης, ενω εισηρχετο εις την θυραν, ειπεν, Εισελθε, γυνη του Ιεροβοαμ? δια τι προσποιεισαι οτι εισαι αλλη; αλλ' εγω ειμαι αποστολος προς σε σκληρων αγγελιων?6 Sentì Ahia il rumor de' piedi di lei, che entrava nella porta, e disse Entra pure, moglie di Geroboam: per qual motivo ti fingi tutt' altra? or io son mandato a darti cattive nuove.
7 υπαγε, ειπε προς τον Ιεροβοαμ, ουτω λεγει Κυριος ο Θεος του Ισραηλ? Επειδη εγω σε υψωσα εκ μεσου του λαου και σε κατεστησα ηγεμονα επι τον λαον μου Ισραηλ,7 Va, e dì a Jeroboam: Queste cose dice il Signore Dio d'Israele: Io ti ho esaltato dalla turba del popolo, e ti ho fatto capo del popol mio d'Israele:
8 και διαρρηξας την βασιλειαν απο του οικου του Δαβιδ, εδωκα αυτην εις σε, και συ δεν εσταθης καθως ο δουλος μου Δαβιδ, οστις εφυλαξε τας εντολας μου και οστις με ηκολουθησεν εξ ολης αυτου της καρδιας, εις το να καμνη μονον το ευθες ενωπιον μου,8 E ho spezzato il regno della casa di Davidde, e l'ho dato a te; ma tu non se' stato qual fu il mio servo Davidde, il quale osservò i miei comandamenti, e seguì me con tutto il cuor suo, facendo quello, che piaceva a me:
9 αλλ' υπερεβης εις το κακον παντας οσοι εσταθησαν προτεροι σου, διοτι υπηγες και εκαμες εις σεαυτον αλλους θεους και χωνευτα ειδωλα, δια να με παροργισης, και με απερριψας οπισω της ραχης σου.9 Ma tu hai fatto del male più di tutti quelli, che furono prima di te, e ti se' fatti degli dei stranieri, e di getto, per provocare il mio sdegno, e hai gettato me dietro alle tue spalle:
10 δια τουτο, ιδου, θελω φερει κακον επι τον οικον του Ιεροβοαμ, και θελω εξολοθρευσει του Ιεροβοαμ τον ουρουντα εις τον τοιχον, τον πεφυλαγμενον και τον αφειμενον εν τω Ισραηλ, και θελω σαρωσει κατοπιν του οικου του Ιεροβοαμ, καθως σαρονει τις την κοπρον εωσου εκλειψη?10 Per questo ecco, che io pioverò sciagure sopra la casa di Geroboam, e ucciderò della casa di Geroboam fino i cani, e i rinchiusi, e gli ultimi d'Israele; e spazzerò gli avanzi della casa di Geroboam, come suole spazzarsi lo sterco fino all'intera ripulitura.
11 οστις εκ του Ιεροβοαμ αποθανη εν τη πολει, οι κυνες θελουσι καταφαγει αυτον? και οστις αποθανη εν τω αγρω, τα πετεινα του ουρανου θελουσι καταφαγει αυτον? διοτι ο Κυριος ελαλησε.11 Quelli della casa di Geroboam, che morranno in città, saran mangiati da' cani: e quelli, che resteran morti in campagna, li divoreranno gli uccelli dell'aria; perocché il Signore ha parlato.
12 Συ λοιπον σηκωθεισα υπαγε εις την οικιαν σου? ενω οι ποδες σου εμβαινουσιν εις την πολιν, το παιδιον θελει αποθανει12 Tu pertanto parti, e vattene a casa tua, e in quel punto che tu porrai il piede in città, morrà il fanciullo,
13 και θελει πενθησει αυτο πας ο Ισραηλ, και θελουσιν ενταφιασει αυτο? διοτι αυτο μονον εκ του Ιεροβοαμ θελει ελθει εις τον ταφον, επειδη εν αυτω ευρεθη τι καλον ενωπιον Κυριου, του Θεου του Ισραηλ, εν τω οικω του Ιεροβοαμ.13 E tutto Israele lo piangerà, e gli darà sepoltura; imperocché questi è il solo della stirpe di Geroboam, che sarà messo nel sepolcro, perchè in lui il Signore Dio d'Israele ha trovato del bene in casa di Geroboam.
14 Και θελει αναστησει ο Κυριος εις εαυτον βασιλεα επι τον Ισραηλ, οστις θελει εξολοθρευσει τον οικον του Ιεροβοαμ την ημεραν εκεινην? αλλα τι; τωρα μαλιστα.14 Or il Signore si è eletto un re per Israele, il quale sterminerà la casa di Geroboam in questo dì, e in questo tempo:
15 Και θελει παταξει ο Κυριος τον Ισραηλ, ωστε να κινηται ως καλαμος εν τω υδατι, και θελει εκριζωσει τον Ισραηλ εκ της γης ταυτης της αγαθης, την οποιαν εδωκεν εις τους πατερας αυτων, και διασκορπισει αυτους περαν του ποταμου? επειδη εκαμον τα αλση αυτων, δια να παροργισωσι τον Κυριον?15 E il Signore Dio sconvolgerà Israele, come una canna è agitata dalle acque, ed estirperà Israele da questa buona terra data da lui ai padri loro, e gli sperpera oltre il fiume, perchè hanno dedicati dei boschetti, per irritare il Signore.
16 και θελει παραδωσει τον Ισραηλ εξ αιτιας των αμαρτιων του Ιεροβοαμ, οστις ημαρτησε και οστις εκαμε τον Ισραηλ να αμαρτηση.16 E il Signore lascerà in abbandono Israele pei peccati di Geroboam, il quale peccò, e fece peccare Israele.
17 Και εσηκωθη η γυνη του Ιεροβοαμ και ανεχωρησε και ηλθεν εις Θερσα? καθως αυτη επατησε το κατωφλιον της θυρας του οικου, απεθανε το παιδιον?17 Si partì adunque la moglie di Geroboam, e se n'andò a Thersa, e mentre ella metteva il piede sulla soglia di casa, il fanciullo morì,
18 και εθαψαν αυτο? και επενθησεν αυτο πας ο Ισραηλ, κατα τον λογον του Κυριου, τον οποιον ελαλησε δια του δουλου αυτου Αχια του προφητου.18 E lo seppellirono: e tutto Israele le pianse secondo la parola detta dal Signore per bocca di Ahia profeta suo servo.
19 Αι δε λοιπαι των πραξεων του Ιεροβοαμ, πως επολεμησε και τινι τροπω εβασιλευσεν, ιδου, ειναι γεγραμμενα εν τω βιβλιω των χρονικων των βασιλεων του Ισραηλ.19 Il resto poi delle azioni di Geroboam, e le sue guerre, e in qual modo ei regnasse, tutte queste cose sono scritti nel Giornale dei re d'Israele.
20 Και αι ημεραι, τας οποιας εβασιλευσεν ο Ιεροβοαμ, ησαν εικοσιδυο ετη? και εκοιμηθη μετα των πατερων αυτου, και εβασιλευσεν αντ' αυτου Ναδαβ ο υιος αυτου.20 E la durata del regno di Geroboam, fu di ventidue anni; e si addormentò co' padri suoi: e gli succedette nel regno Nadab suo figliuolo.
21 Ο δε Ροβοαμ ο υιος του Σολομωντος εβασιλευσεν επι τον Ιουδαν. Τεσσαρακοντα και ενος ετους ητο ο Ροβοαμ οτε εγεινε βασιλευς, και εβασιλευσε δεκαεπτα ετη εν Ιερουσαλημ, τη πολει την οποιαν ο Κυριος εξελεξεν εκ πασων των φυλων του Ισραηλ δια να θεση το ονομα αυτου εκει. Και το ονομα της μητρος αυτου ητο Νααμα η Αμμωνιτις.21 Roboamo poi figliuolo di Salomone regnò in Giuda. Quarant'un anno avea Roboamo, guando cominciò a regnare: e regnò diciassette anni in Gerusalemme città eletta dal Signore tra tutte le tribù d'Israele, per istabilirvi il suo nome. La madre sua chiamavasi Naama, ed era Ammonita.
22 Επραξε δε ο Ιουδας πονηρα ενωπιον του Κυριου και παρωξυναν αυτον εις ζηλοτυπιαν με τας αμαρτιας αυτων, τας οποιας ημαρτησαν υπερ παντα οσα επραξαν οι πατερες αυτων.22 E Giuda fece il male al cospetto del Signore, ed essi lo irritarono più di quello, che avesser fatto con tutte le loro male opere i padri loro.
23 Διοτι και αυτοι ωκοδομησαν εις εαυτους τοπους υψηλους, και εκαμον αγαλματα και αλση επι παντος υψηλου λοφου και υποκατω παντος δενδρου πρασινου.23 Perocché eglino pure si eressero altari, e statue, e boschetti sopra tutte le alte colline, e sotto ogni albero ombroso.
24 Ησαν δε ετι εν τη γη και σοδομιται και επραττον κατα παντα τα βδελυγματα των εθνων, τα οποια ο Κυριος εξεδιωξεν απ' εμπροσθεν των υιων Ισραηλ.24 E oltre a questo eranvi nel paese dei giovani effeminati, i quali, rinnovellarono tutte le abominazioni delle genti, le quali il Signore distrusse all'arrivo de' figliuoli d'Israele.
25 Και εν τω πεμπτω ετει της βασιλειας του Ροβοαμ, ανεβη Σισακ ο βασιλευς της Αιγυπτου εναντιον της Ιερουσαλημ.25 Or l'anno quinto del regno di Roboamo, Sesac re d'Egitto venne a Gerusalemme.
26 Και ελαβε τους θησαυρους του οικου του Κυριου και τους θησαυρους του οικου του βασιλεως? τα παντα ελαβεν? ελαβεν ετι πασας τας χρυσας ασπιδας, τας οποιας εκαμεν ο Σολομων.26 E portò via i tesori della casa del Signore, e i tesori del re, e depredò ogni cosa, e fino gli scudi d'oro fatti da Salomone:
27 Και αντι τουτων ο βασιλευς Ροβοαμ εκαμε χαλκινας ασπιδας και παρεδωκεν αυτας εις τας χειρας των αρχοντων των δορυφορων, οιτινες εφυλαττον την θυραν του οικου του βασιλεως.27 In vece de' quali il re Roboamo fece degli scudi di bronzo, e li pose nelle mani dei capitani delle guardie, e di quelli, che facevano sentinella dinanzi alla porta della casa del re.
28 Και οτε εισηρχετο ο βασιλευς εις τον οικον του Κυριου, εβασταζον αυτας οι δορυφοροι επειτα επανεφερον αυτας εις το οικημα των δορυφορων.28 E quando il re entrava nella casa del Signore, li portavano quelli, che dovean precederlo; e poi li riportavano all'arsenale delle guardie.
29 Αι δε λοιπαι των πραξεων του Ροβοαμ και παντα οσα εκαμε, δεν ειναι γεγραμμενα εν τω βιβλιω των χρονικων των βασιλεων του Ιουδα;29 Il resto poi delle azioni di Roboamo, e tutto quello, ch'ei fece, sta scritto nel Giornale delle cose dei re di Giuda.
30 Ητο δε πολεμος αναμεσον Ροβοαμ και Ιεροβοαμ πασας τας ημερας.30 E fu guerra continua tra Roboamo, e Geroboam.
31 Και εκοιμηθη ο Ροβοαμ μετα των πατερων αυτου και εταφη μετα των πατερων αυτου εν τη πολει Δαβιδ. Και το ονομα της μητρος αυτου ητο Νααμα η Αμμωνιτις. Εβασιλευσε δε αντ' αυτου Αβιαμ ο υιος αυτου.31 E Roboamo si addormentò co' padri suoi, e fu con essi sepolto nella città di Davidde: il nome poi di sua madre fu Naama, ed ella era Ammonita. E il suo figliuolo Abiam fu suo successore nel regno.