Scrutatio

Martedi, 14 maggio 2024 - San Mattia ( Letture di oggi)

ΒΑΣΙΛΕΙΩΝ Γ´ - 1 Re - Kings III 11


font
GREEK BIBLEBIBLES DES PEUPLES
1 Ηγαπησε δε ο βασιλευς Σολομων πολλας ξενας γυναικας, εκτος της θυγατρος του Φαραω, Μωαβιτιδας, Αμμωνιτιδας, Ιδουμαιας, Σιδωνιας, Χετταιας?1 Le roi Salomon aima beaucoup de femmes étrangères:
2 εκ των εθνων περι των οποιων ο Κυριος ειπε προς τους υιους Ισραηλ, Δεν θελετε εισελθει προς αυτα, ουδε αυτα θελουσιν εισελθει προς εσας, μηποτε εκκλινωσι τας καρδιας σας κατοπιν των θεων αυτων? εις αυτα ο Σολομων προσεκολληθη με ερωτα.2 11:3 il eut 700 femmes de rang princier et 300 concubines (en plus de la fille du Pharaon): des Moabites, des Ammonites, des Édomites, des Sidoniennes, des Hittites (et ses femmes détournèrent son cœur).
3 Και ειχε γυναικας βασιλιδας επτακοσιας και παλλακας τριακοσιας? και αι γυναικες αυτου εξεκλιναν την καρδιαν αυτου.3 11:2 Elles étaient de ces nations dont Yahvé avait dit: “Vous n’entrerez pas chez elles et elles n’entreront pas chez vous, car sûrement elles vous entraîneraient à la suite d’autres dieux.” Mais Salomon s’attacha à elles, il les aima.
4 Διοτι οτε εγηρασεν ο Σολομων, αι γυναικες αυτου εξεκλιναν την καρδιαν αυτου κατοπιν αλλων θεων? και η καρδια αυτου δεν ητο τελεια μετα του Κυριου του Θεου αυτου, ως η καρδια Δαβιδ του πατρος αυτου.4 Lorsque Salomon prit de l’âge, ses femmes entraînèrent son cœur à la suite d’autres dieux, il ne fut plus tout entier à Yahvé son Dieu, comme l’avait été son père David.
5 Και επορευθη ο Σολομων κατοπιν της Ασταρτης, της θεας των Σιδωνιων, και κατοπιν του Μελχωμ, του βδελυγματος των Αμμωνιτων.5 Salomon suivit Astarté, la déesse des Sidoniens, et Milkom, l’abomination des Ammonites.
6 Και επραξεν ο Σολομων πονηρα ενωπιον του Κυριου και δεν επορευθη εντελως κατοπιν του Κυριου, ως Δαβιδ ο πατηρ αυτου.6 Il fit ce qui déplaît à Yahvé au lieu d’obéir parfaitement comme son père David.
7 Τοτε ωκοδομησεν ο Σολομων υψηλον τοπον εις τον Χεμως, το βδελυγμα του Μωαβ, εν τω ορει τω απεναντι της Ιερουσαλημ, και εις τον Μολοχ, το βδελυγμα των υιων Αμμων.7 En ce temps-là il construisit sur la montagne à l’est de Jérusalem un sanctuaire à Kémoch, l’abomination de Moab, et un autre à Milkom, l’abomination des Ammonites.
8 Και ουτως εκαμε δι' ολας τας γυναικας αυτου τας ξενας, αιτινες εθυμιαζον και εθυσιαζον εις τους θεους αυτων.8 Voilà ce qu’il fit pour toutes ses femmes étrangères qui offraient de l’encens et des sacrifices à leurs dieux.
9 Και ωργισθη ο Κυριος κατα του Σολομωντος επειδη η καρδια αυτου εξεκλινεν απο του Κυριου του Θεου του Ισραηλ, οστις εφανερωθη δις εις αυτον,9 Yahvé fut en colère contre Salomon, car il s’était détourné de Yahvé Dieu d’Israël, qui pourtant lui était apparu deux fois
10 και προσεταξεν εις αυτον περι του πραγματος τουτου, να μη υπαγη κατοπιν αλλων θεων? δεν εφυλαξεν ομως εκεινο, το οποιον ο Κυριος προσεταξε.10 et lui avait interdit de suivre d’autres dieux. Salomon n’avait pas respecté les ordres de Yahvé,
11 Δια τουτο ειπεν ο Κυριος εις τον Σολομωντα, Επειδη τουτο ευρεθη εν σοι, και δεν εφυλαξας την διαθηκην μου και τα διαταγματα μου, τα οποια προσεταξα εις σε, θελω εξαπαντος διαρρηξει την βασιλειαν απο σου και δωσει αυτην εις τον δουλον σου?11 et Yahvé lui dit: “Parce que tu as fait cela, que tu n’as pas observé mon alliance et les lois que je t’avais données, je t’enlèverai le royaume et je le donnerai à ton serviteur: c’est décidé.
12 πλην εν ταις ημεραις σου δεν θελω καμει τουτο, χαριν Δαβιδ του πατρος σου? εκ της χειρος του υιου σου θελω διαρρηξει αυτην?12 Seulement, à cause de ton père David, je ne ferai pas cela de ton vivant: c’est à ton fils que je le reprendrai.
13 δεν θελω ομως διαρρηξει πασαν την βασιλειαν? μιαν φυλην θελω δωσει εις τον υιον σου, χαριν Δαβιδ του δουλου μου, και χαριν της Ιερουσαλημ, την οποιαν εξελεξα.13 Et encore, je ne lui enlèverai pas tout le royaume: je lui laisserai une tribu à cause de David mon serviteur et de Jérusalem que j’ai choisie.”
14 Και εσηκωσεν ο Κυριος αντιπαλον εις τον Σολομωντα, τον Αδαδ τον Ιδουμαιον? ουτος ητο εκ του σπερματος των βασιλεων της Ιδουμαιας.14 Yahvé donna à Salomon un adversaire, Hadad, qui était de la famille royale d’Édom.
15 Διοτι, οτε ητο ο Δαβιδ εν τη Ιδουμαια και Ιωαβ ο αρχιστρατηγος ανεβη να θαψη τους θανατωθεντας και επαταξε παν αρσενικον εν τη Ιδουμαια,15 Lorsque David avait battu Édom et que Joab, le chef de l’armée, était allé pour enterrer les morts, il avait tué tous les mâles en Édom.
16 επειδη εξ μηνας εκαθησεν εκει ο Ιωαβ μετα παντος του Ισραηλ, εωσου εξωλοθρευσε παν αρσενικον εκ της Ιδουμαιας,16 Joab était resté 6 mois avec Israël, jusqu’à l’extermination complète de tous les mâles d’Édom.
17 τοτε ο Αδαδ εφυγεν, αυτος και μετ' αυτου τινες Ιδουμαιοι εκ των δουλων του πατρος αυτου, δια να υπαγωσιν εις την Αιγυπτον? ητο δε ο Αδαδ μικρον παιδιον.17 Mais Hadad avait pris la fuite avec des Édomites serviteurs de son père pour se rendre en Égypte; Hadad était encore très jeune en ce temps-là.
18 Και εσηκωθησαν εκ της Μαδιαμ και ηλθον εις Φαραν? και ελαβον μεθ' εαυτων ανδρας εκ Φαραν και ηλθον εις Αιγυπτον προς τον Φαραω βασιλεα της Αιγυπτου? οστις εδωκεν εις αυτον οικιαν και διεταξεν εις αυτον τροφας και γην εδωκεν εις αυτον.18 Ils partirent de Madian et se rendirent à Paran, puis il repartirent entraînant avec eux des hommes de Paran. Ils arrivèrent ainsi en Égypte auprès du Pharaon, roi d’Égypte, qui lui donna une maison, de la nourriture et des terres.
19 Και ευρηκεν ο Αδαδ μεγαλην χαριν ενωπιον του Φαραω, ωστε εδωκεν εις αυτον γυναικα την αδελφην της γυναικος αυτου, την αδελφην της Ταχπενες της βασιλισσης.19 Le Pharaon avait de l’estime pour Hadad, il lui donna comme épouse la sœur de sa femme (l’épouse royale se dit Tafnès en Égyptien).
20 Και εγεννησεν εις αυτον η αδελφη της Ταχπενες τον Γενουβαθ τον υιον αυτου, τον οποιον η Ταχπενες απεγαλακτισεν εντος του οικου του Φαραω? και ητο ο Γενουβαθ εν τω οικω του Φαραω, μεταξυ των υιων του Φαραω.20 La sœur de Tafnès donna un fils à Hadad: il l’appela Guénoubat. Tafnès éleva Guénoubat dans la maison du Pharaon; il vivait dans le palais au milieu des enfants du Pharaon.
21 Και οτε ηκουσεν ο Αδαδ εν Αιγυπτω οτι εκοιμηθη ο Δαβιδ μετα των πατερων αυτου και οτι απεθανεν Ιωαβ ο αρχιστρατηγος, ειπεν ο Αδαδ προς τον Φαραω, Εξαποστειλον με, δια να απελθω εις την γην μου.21 Hadad apprit en Égypte la mort de David et celle de Joab, chef de l’armée; il dit alors au Pharaon: “Laisse-moi retourner dans mon pays.”
22 Και ειπε προς αυτον ο Φαραω, Αλλα τι σοι λειπει πλησιον μου, και ιδου, συ ζητεις να απελθης εις την γην σου; Και απεκριθη, Ουδεν? αλλ' εξαποστειλον με, παρακαλω.22 Le Pharaon lui répondit: “Tu ne manques de rien auprès de moi: pourquoi retourner dans ton pays?” Il lui dit: “Rien ne me manque, mais laisse-moi partir.” Hadad revint donc à son pays plein de haine pour Israël, et il devint roi d’Édom.
23 Και εσηκωσεν ο Θεος εις αυτον και αλλον αντιπαλον, τον Ρεζων, υιον του Ελιαδα, οστις ειχε φυγει απο του κυριου αυτου Αδαδεζερ, βασιλεως της Σωβα?23 Dieu donna un autre adversaire à Salomon: Rézon fils d’Élyada. Il s’était enfui de chez son maître Hadadézer, roi de Soba,
24 και συναθροισας εις εαυτον ανδρας, εγεινεν αρχηγος συμμοριας, οτε επαταξεν ο Δαβιδ τους απο Σωβα? και υπηγαν εις Δαμασκον και κατωκησαν εκει και εβασιλευσαν εν Δαμασκω?24 il avait réuni des gens autour de lui, et il était devenu chef de bande. Lorsque David voulut les massacrer, ils partirent pour Damas et s’y établirent. Rézon devint roi à Damas
25 και ητο αντιπαλος του Ισραηλ πασας τας ημερας του Σολομωντος, εκτος των κακων, τα οποια εκαμεν ο Αδαδ? και επηρεαζε τον Ισραηλ, βασιλευων επι της Συριας.25 et il créa des problèmes à Israël durant toute la vie de Salomon.
26 Και ο Ιεροβοαμ, υιος του Ναβατ, Εφραθαιος απο Σαρηδα, δουλος του Σολομωντος, του οποιου η μητηρ ωνομαζετο Σερουα, γυνη χηρα, και ουτος εσηκωσε χειρα κατα του βασιλεως.26 Jéroboam aussi se révolta contre le roi alors qu’il était à son service. Il était fils de Nabat, originaire de Séréda dans la tribu d’Éphraïm, et sa mère Sérouya était veuve.
27 Αυτη δε ητο η αιτια, δια την οποιαν εσηκωσε χειρα κατα του βασιλεως? ο Σολομων ωκοδομει την Μιλλω και εκλεισε το χαλασμα της πολεως Δαβιδ του πατρος αυτου?27 Et voici ce qui arriva: Salomon bâtissait alors le Millo et il fermait la brèche de la cité de David son père.
28 και ητο ο ανθρωπος Ιεροβοαμ δυνατος εν ισχυι? και ειδεν ο Σολομων τον νεον οτι ητο φιλεργος και κατεστησεν αυτον επιστατην επι παντα τα φορτια του οικου Ιωσηφ.28 Ce Jéroboam était un homme courageux et de grande valeur, Salomon avait remarqué la qualité de son travail. Il fit donc de lui le chef des hommes de corvée de la maison de Joseph.
29 Και κατ' εκεινον τον καιρον, οτε ο Ιεροβοαμ εξηλθεν εξ Ιερουσαλημ, ευρηκεν αυτον καθ' οδον ο προφητης Αχια ο Σηλωνιτης, ενδεδυμενος ιματιον νεον? και ησαν οι δυο μονοι εν τη πεδιαδι.29 Un jour où Jéroboam était sorti de Jérusalem, le prophète Ahiya de Silo le rencontra. Le prophète était vêtu d’un manteau neuf et ils étaient tous deux seuls dans la campagne.
30 Και επιασεν ο Αχια το νεον ιματιον, το οποιον εφορει, και εσχισεν αυτο εις δωδεκα τμηματα?30 Ahiya saisit le manteau neuf qu’il portait sur lui, il le déchira en 12 morceaux et dit à Jéroboam:
31 και ειπε προς τον Ιεροβοαμ, Λαβε εις σεαυτον δεκα τμηματα? διοτι ουτω λεγει Κυριος ο Θεος του Ισραηλ? Ιδου, θελω διαρρηξει την βασιλειαν εκ της χειρος του Σολομωντος και δωσει τας δεκα φυλας εις σε?31 “Prends pour toi 10 morceaux, car voici ce que dit Yahvé, le Dieu d’Israël: Je vais arracher le royaume de la main de Salomon, et je te donnerai 10 tribus.
32 θελει μενει ομως εις αυτον μια φυλη, χαριν του δουλου μου Δαβιδ και χαριν της Ιερουσαλημ, της πολεως, την οποιαν εξελεξα εκ πασων των φυλων του Ισραηλ?32 Cependant je laisserai une tribu à Salomon à cause de mon serviteur David et à cause de Jérusalem, la ville que j’ai choisie au milieu de toutes les tribus d’Israël.
33 διοτι με εγκατελιπον και ελατρευσαν Ασταρτην την θεαν των Σιδωνιων, Χεμως τον θεον των Μωαβιτων και Μελχωμ τον θεον των υιων Αμμων? και δεν περιεπατησαν εις τας οδους μου δια να πραττωσι το ευθες ενωπιον μου, και να φυλαττωσι τα διαταγματα μου και τας κρισεις μου, ως Δαβιδ ο πατηρ αυτου?33 “Je ferai cela parce qu’il m’a abandonné, parce qu’il s’est prosterné devant Astarté, la déesse des Sidoniens, devant Kémoch, le dieu de Moab, et devant Milkom, le dieu des Ammonites, parce qu’il n’a pas marché dans mes voies pour faire ce qui est juste à mes yeux, parce qu’il n’a pas obéi à mes lois et à mes ordonnances comme David son père.
34 δεν θελω ομως λαβει πασαν την βασιλειαν εκ της χειρος αυτου, αλλα θελω διατηρησει αυτον ηγεμονα πασας τας ημερας της ζωης αυτου, χαριν Δαβιδ του δουλου μου, τον οποιον εξελεξα, διοτι εφυλαττε τας εντολας μου και τα διαταγματα μου?34 “Cependant, de toute sa vie, je ne lui retirerai rien du royaume et je le maintiendrai sur le trône, à cause de David, mon serviteur, que j’ai choisi et qui a observé mes commandements et mes lois.
35 θελω ομως λαβει την βασιλειαν εκ της χειρος του υιου αυτου και δωσει αυτην εις σε, τας δεκα φυλας?35 C’est à son fils que j’enlèverai le royaume pour t’en donner 10 tribus,
36 εις δε τον υιον αυτου θελω δωσει μιαν φυλην, δια να εχη Δαβιδ ο δουλος μου λυχνον παντοτε εμπροσθεν μου εν Ιερουσαλημ, τη πολει την οποιαν εξελεξα εις εμαυτον δια να θεσω το ονομα μου εκει.36 je donnerai cependant une tribu à son fils afin que David mon serviteur ait toujours une lampe devant moi à Jérusalem, la ville que j’ai choisie pour y faire habiter mon Nom.
37 και σε θελω λαβει, και θελεις βασιλευσει κατα παντα οσα η ψυχη σου επιθυμει και θελεις εισθαι βασιλευς επι τον Ισραηλ?37 “Je te ferai régner sur tout ce que tu désireras: tu régneras sur Israël.
38 και εαν εισακουσης εις παντα οσα σε προσταζω και περιπατης εις τας οδους μου και πραττης το ευθες ενωπιον μου, φυλαττων τα διαταγματα μου και τας εντολας μου, καθως εκαμνε Δαβιδ ο δουλος μου, τοτε θελω εισθαι μετα σου και θελω οικοδομησει εις σε οικον ασφαλη, καθως ωκοδομησα εις τον Δαβιδ, και θελω δωσει τον Ισραηλ εις σε?38 Si tu obéis à mes commandements, si tu marches dans mes voies et fais ce qui est juste à mes yeux, observant mes lois et mes commandements comme l’a fait David mon serviteur, je serai avec toi. Je te bâtirai une maison aussi solide que celle j’ai bâtie à David. ”
39 και θελω κακουχησει το σπερμα του Δαβιδ δια τουτο, πλην ουχι δια παντος.39 NO TEXT
40 Οθεν εζητησεν ο Σολομων να θανατωση τον Ιεροβοαμ. Και σηκωθεις ο Ιεροβοαμ, εφυγεν εις Αιγυπτον προς Σισακ τον βασιλεα της Αιγυπτου, και ητο εν Αιγυπτω εωσου απεθανεν ο Σολομων.40 Salomon chercha à faire mourir Jéroboam, mais Jéroboam s’enfuit en Égypte auprès de Chéchonk, roi d’Égypte, et il resta en Égypte jusqu’à la mort de Salomon.
41 Αι δε λοιπαι των πραξεων του Σολομωντος και παντα οσα εκαμε, και η σοφια αυτου, δεν ειναι γεγραμμενα εν τω βιβλιω των πραξεων του Σολομωντος;41 Le reste des actes de Salomon, tout ce qu’il a fait, et sa sagesse, n’est-il pas écrit dans le livre des actes de Salomon?
42 Αι δε ημεραι, οσας εβασιλευσεν ο Σολομων εν Ιερουσαλημ επι παντα τον Ισραηλ, ησαν τεσσαρακοντα ετη.42 Salomon régna sur tout Israël à Jérusalem pendant 40 ans.
43 Και εκοιμηθη ο Σολομων μετα των πατερων αυτου και εταφη εν τη πολει Δαβιδ του πατρος αυτου? και εβασιλευσεν αντ' αυτου Ροβοαμ ο υιος αυτου.43 Salomon se coucha alors avec ses pères et on l’enterra dans la ville de David, son père. Son fils Roboam régna à sa place.