Scrutatio

Mercoledi, 15 maggio 2024 - Sant'Isidoro agricoltore ( Letture di oggi)

ΒΑΣΙΛΕΙΩΝ Β´ - 2 Samuele - Kings II 8


font
GREEK BIBLEBIBBIA CEI 1974
1 Μετα δε ταυτα επαταξεν ο Δαβιδ τους Φιλισταιους και κατετροπωσεν αυτους? και ελαβεν ο Δαβιδ την Μεθεγ-αμμα εκ χειρος των Φιλισταιων.1 Dopo, Davide sconfisse i Filistei e li sottomise e tolse di mano ai Filistei Gat e le sue dipendenze.
2 Και επαταξε τους Μωαβιτας και διεμετρησεν αυτους δια σχοινιων, απλωσας αυτους κατα γης? και διεμετρησε δια δυο σχοινιων δια να θανατωση, και δι' ενος πληρους σχοινιου δια να αφηση ζωντας. Ουτως οι Μωαβιται εγειναν δουλοι του Δαβιδ υποτελεις.2 Sconfisse anche i Moabiti e, facendoli coricare per terra, li misurò con la corda; ne misurò due corde per farli mettere a morte e una corda intera per lasciarli in vita. I Moabiti divennero sudditi di Davide, a lui tributari.
3 Επαταξεν ετι ο Δαβιδ τον Αδαδεζερ, υιον του Ρεωβ, βασιλεα της Σωβα, ενω υπηγαινε να στηση την εξουσιαν αυτου επι τον ποταμον Ευφρατην.3 Davide sconfisse anche Hadad-Èzer, figlio di Recòb, re di Zobà, mentre egli andava ad estendere il dominio sul fiume Eufrate.
4 Και ελαβεν ο Δαβιδ εξ αυτου χιλιους επτακοσιους ιππεις και εικοσι χιλιαδας πεζων? και ενευροκοπησεν ο Δαβιδ παντας τους ιππους των αμαξων, και εφυλαξεν εξ αυτων εκατον αμαξας.4 Davide gli prese millesettecento combattenti sui carri e ventimila fanti: tagliò i garretti a tutte le pariglie di cavalli, riservandone soltanto cento.
5 Και οτε ηλθον οι Συριοι της Δαμασκου δια να βοηθησωσι τον Αδαδεζερ, βασιλεα της Σωβα, ο Δαβιδ επαταξεν εκ των Συριων εικοσιδυο χιλιαδας ανδρων.5 Quando gli Aramei di Damasco vennero per soccorrere Hadad-Èzer, re di Zobà, Davide ne uccise ventiduemila.
6 Και εβαλεν ο Δαβιδ φρουρας εν τη Συρια της Δαμασκου? και οι Συριοι εγειναν δουλοι υποτελεις του Δαβιδ. Και εσωζεν ο Κυριος τον Δαβιδ πανταχου, οπου επορευετο.6 Poi Davide stabilì guarnigioni nell'Aram di Damasco e gli Aramei divennero sudditi di Davide e a lui tributari. Il Signore rendeva vittorioso Davide dovunque egli andava.
7 Και ελαβεν ο Δαβιδ τας ασπιδας τας χρυσας, αιτινες ησαν επι τους δουλους του Αδαδεζερ, και εφερεν αυτας εις Ιερουσαλημ.7 Davide tolse ai servitori di Hadad-Èzer i loro scudi d'oro e li portò a Gerusalemme.
8 Και εκ της Βεταχ και εκ Βηρωθαι, πολεων του Αδαδεζερ, ο βασιλευς Δαβιδ ελαβε χαλκον πολυν σφοδρα.8 Il re Davide prese anche grande quantità di rame a Bètach e a Berotài, città di Hadad-Èzer.
9 Ακουσας δε ο Θοει, βασιλευς της Αιμαθ, οτι ο Δαβιδ επαταξε πασαν την δυναμιν του Αδαδεζερ,9 Quando Toù, re di Amat, seppe che Davide aveva sconfitto tutto l'esercito di Hadad-Èzer,
10 απεστειλεν ο Θοει Ιωραμ, τον υιον αυτου, προς τον βασιλεα Δαβιδ, δια να χαιρετηση αυτον και να ευλογηση αυτον, οτι κατεπολεμησε τον Αδαδεζερ και επαταξεν αυτον? διοτι ο Αδαδεζερ ητο πολεμιος του Θοει. Και εφερεν ο Ιωραμ μεθ' εαυτου σκευη αργυρα και σκευη χρυσα και σκευη χαλκινα?10 mandò al re Davide suo figlio Adduràm per salutarlo e per benedirlo perché aveva mosso guerra a Hadad-Èzer e l'aveva sconfitto; infatti Hadad-Èzer era sempre in guerra con Toù. Adduràm gli portò vasi d'argento, vasi d'oro e vasi di rame.
11 και ταυτα αφιερωσεν ο βασιλευς Δαβιδ εις τον Κυριον μετα του αργυριου και του χρυσιου, τα οποια ειχεν αφιερωσει εκ παντων των εθνων, οσα υπεταξεν?11 Il re Davide consacrò anche quelli al Signore, come già aveva consacrato l'argento e l'oro tolto alle nazioni che aveva soggiogate,
12 εκ της Συριας και εκ του Μωαβ και εκ των υιων Αμμων και εκ των Φιλισταιων και εκ του Αμαληκ και εκ των λαφυρων του Αδαδεζερ, υιου του Ρεωβ, βασιλεως της Σωβα.12 agli Aramei, ai Moabiti, agli Ammoniti, ai Filistei, agli Amaleciti, e come aveva fatto del bottino di Hadad-Èzer figlio di Recòb, re di Zobà.
13 Και απεκτησεν ο Δαβιδ ονομα, οτε επεστρεφε, κατατροπωσας τους Συριους εν τη κοιλαδι του αλατος, δεκαοκτω χιλιαδας.13 Al ritorno dalla sua vittoria sugli Aramei, Davide acquistò ancora fama, sconfiggendo nella Valle del Sale diciottomila Idumei.
14 Και εβαλε φρουρας εν τη Ιδουμαια? καθ' ολην την Ιδουμαιαν εβαλε φρουρας? και παντες οι Ιδουμαιοι εγειναν δουλοι του Δαβιδ. Και εσωζεν ο Κυριος τον Δαβιδ πανταχου οπου επορευετο.14 Stabilì guarnigioni in Idumea; ne mise per tutta l'Idumea e tutti gli Idumei divennero sudditi di Davide; il Signore rendeva vittorioso Davide dovunque egli andava.
15 Και εβασιλευσεν ο Δαβιδ επι παντα τον Ισραηλ? και εκαμεν ο Δαβιδ κρισιν και δικαιοσυνην εις παντα τον λαον αυτου.15 Davide regnò su tutto Israele e pronunziava giudizi e faceva giustizia a tutto il suo popolo.
16 Και Ιωαβ, ο υιος της Σερουιας, ητο επι του στρατευματος? Ιωσαφατ δε, ο υιος του Αχιλουδ, υπομνηματογραφος?16 Ioab figlio di Zeruià comandava l'esercito; Giosafat figlio di Achilùd era archivista;
17 και Σαδωκ, ο υιος του Αχιτωβ, και Αχιμελεχ, ο υιος του Αβιαθαρ, ιερεις? ο δε Σεραιας, γραμματευς.17 Zadòk figlio di Achitùb e Achimèlech figlio di Ebiatàr erano sacerdoti; Seraià era segretario,
18 Και Βεναιας, ο υιος του Ιωδαε, ητο επι των Χερεθαιων και επι των Φελεθαιων? οι δε υιοι του Δαβιδ ησαν αυλαρχαι.18 Benaià, figlio di Ioiadà, era capo dei Cretei e dei Peletei e i figli di Davide erano ministri.