Scrutatio

Martedi, 14 maggio 2024 - San Mattia ( Letture di oggi)

ΒΑΣΙΛΕΙΩΝ Β´ - 2 Samuele - Kings II 24


font
GREEK BIBLEJERUSALEM
1 Και εξηφθη παλιν η οργη του Κυριου εναντιον του Ισραηλ, και διηγειρε τον Δαβιδ εναντιον αυτων να ειπη, Υπαγε, αριθμησον τον Ισραηλ και τον Ιουδαν.1 La colère de Yahvé s'enflamma encore contre les Israélites et il excita David contre eux: "Va, dit-il, fais le dénombrement d'Israël et de Juda."
2 Και ειπεν ο βασιλευς προς τον Ιωαβ, τον αρχηγον του στρατευματος, οστις ητο μετ' αυτου? Διελθε τωρα πασας τας φυλας του Ισραηλ, απο Δαν εως Βηρ-σαβεε, και απαριθμησον τον λαον, δια να μαθω τον αριθμον του λαου.2 Le roi dit à Joab et aux chefs de l'armée qui étaient avec lui: "Parcourez donc toutes les tribusd'Israël, de Dan à Bersabée, et faites le recensement du peuple afin que je sache le chiffre de la population."
3 Και ειπεν ο Ιωαβ προς τον βασιλεα, Ειθε Κυριος ο Θεος σου να προσθεση εις τον λαον εκατονταπλασιον αφ' ο, τι ειναι, και να ιδωσιν οι οφθαλμοι του κυριου μου του βασιλεως? πλην δια τι ο κυριος μου ο βασιλευς επιθυμει το πραγμα τουτο;3 Joab répondit au roi: "Que Yahvé ton Dieu accroisse le peuple de cent fois autant, pendant queMonseigneur le roi peut le voir de ses yeux, mais pourquoi Monseigneur le roi aurait-il ce désir?"
4 Ο λογος ομως του βασιλεως υπερισχυσεν επι τον Ιωαβ και επι τους αρχηγους του στρατευματος? και ηλθεν ο Ιωαβ και οι αρχηγοι του στρατευματος απ' εμπροσθεν του βασιλεως, δια να απαριθμησωσι τον λαον τον Ισραηλ.4 Cependant l'ordre du roi s'imposa à Joab et aux chefs de l'armée, et Joab et les chefs de l'arméequittèrent la présence du roi pour recenser le peuple d'Israël.
5 Και διεβησαν τον Ιορδανην και εστρατοπεδευσαν εν Αροηρ, εκ των δεξιων της πολεως, της εν μεσω της φαραγγος Γαδ, και προς Ιαζηρ.5 Ils passèrent le Jourdain et commencèrent par Aroër et la ville qui est au milieu de la vallée,allèrent chez les Gadites et vers Yazèr.
6 Επειτα ηλθον εις Γαλααδ και εις την γην Ταχτιμ-οδσει? και ηλθον εις Δαν-ιααν και περιξ, εως της Σιδωνος?6 Puis ils allèrent en Galaad et au pays des Hivvites, à Qadesh, ils se rendirent à Dan et de Dan ilsobliquèrent vers Sidon.
7 και ηλθον εις το φρουριον της Τυρου και εις πασας τας πολεις των Ευαιων και των Χαναναιων? και εξηλθον κατα το νοτιον του Ιουδα εις Βηρ-σαβεε.7 Puis ils atteignirent la forteresse de Tyr et toutes les villes des Hittites et des Cananéens etaboutirent au Négeb de Juda, à Bersabée.
8 Αφου δε περιωδευσαν πασαν την γην, ηλθον εις Ιερουσαλημ, εις το τελος εννεα μηνων και εικοσι ημερων.8 Ayant parcouru tout le pays, ils rentrèrent à Jérusalem au bout de neuf mois et vingt jours.
9 Και εδωκεν ο Ιωαβ εις τον βασιλεα το κεφαλαιον της απαριθμησεως του λαου? και ησαν ο Ισραηλ οκτακοσιαι χιλιαδες ανδρες δυναμεως συροντες ρομφαιαν? και οι ανδρες του Ιουδα πεντακοσιαι χιλιαδες.9 Joab donna au roi le chiffre obtenu pour le recensement du peuple: Israël comptait 800.000hommes d'armes tirant l'épée, et Juda 500.000 hommes.
10 Και η καρδια του Δαβιδ εκτυπησεν αυτον, αφου απηριθμησε τον λαον. Και ειπεν ο Δαβιδ προς τον Κυριον, Ημαρτησα σφοδρα, πραξας τουτο? και τωρα, δεομαι σου, Κυριε, αφαιρεσον την ανομιαν του δουλου σου, οτι εμωρανθην σφοδρα.10 Après cela le coeur de David lui battit d'avoir recensé le peuple et David dit à Yahvé: "C'est ungrand péché que j'ai commis! Maintenant, Yahvé, veuille pardonner cette faute à ton serviteur, car j'ai commisune grande folie."
11 Και οτε εσηκωθη ο Δαβιδ το πρωι, ο λογος του Κυριου ηλθε προς τον Γαδ τον προφητην, τον βλεποντα του Δαβιδ, λεγων,11 Quand David se leva le lendemain matin -- cette parole de Yahvé avait été adressée au prophèteGad, le voyant de David:
12 Υπαγε και ειπε προς τον Δαβιδ, ουτω λεγει Κυριος? Τρια πραγματα εγω προβαλλω εις σε? εκλεξον εις σεαυτον εν εκ τουτων, και θελω σοι καμει αυτο.12 "Va dire à David: Ainsi parle Yahvé. Je te propose trois choses, choisis-en une et je l'exécuteraipour toi" --
13 Ηλθε λοιπον ο Γαδ προς τον Δαβιδ και ανηγγειλε προς αυτον και ειπε προς αυτον, Θελεις να επελθωσιν εις σε επτα ετη πεινης επι την γην σου; η τρεις μηνας να φευγης απ' εμπροσθεν των εχθρων σου και να σε διωκωσιν; η τρεις ημερας να ηναι θανατικον εν τη γη σου; τωρα συλλογισθητι, και ιδε ποιαν αποκρισιν θελω φερει προς τον αποστειλαντα με.13 Donc Gad se rendit chez David et lui notifia ceci: "Faut-il que t'adviennent trois années defamine dans ton pays, ou que tu fuies pendant trois mois devant ton ennemi qui te poursuivra, ou qu'il y aitpendant trois jours la peste dans ton pays? Maintenant réfléchis et vois ce que je dois répondre à celui quim'envoie!"
14 Και ειπεν ο Δαβιδ προς τον Γαδ, Στενα μοι πανταχοθεν σφοδρα? ας πεσω λοιπον εις την χειρα του Κυριου, διοτι ειναι πολλοι οι οικτιρμοι αυτου? εις χειρα δε ανθρωπου ας μη πεσω.14 David dit à Gad: "Je suis dans une grande anxiété... Ah! tombons entre les mains de Yahvé carsa miséricorde est grande, mais que je ne tombe pas entre les mains des hommes!"
15 Απεστειλε λοιπον ο Κυριος θανατικον επι τον Ισραηλ, απο πρωιας μεχρι του διωρισμενου καιρου? και απεθανον εκ του λαου, απο Δαν εως Βηρ-σαβεε, εβδομηκοντα χιλιαδες ανδρων.15 David choisit donc la peste. C'était le temps de la moisson des blés. Yahvé envoya la peste enIsraël depuis le matin jusqu'au temps fixé, le fléau frappa le peuple et 70.000 hommes du peuple moururentdepuis Dan jusqu'à Bersabée.
16 Και οτε ο αγγελος εξετεινε την χειρα αυτου κατα της Ιερουσαλημ, δια να απολεση αυτην, μετεμεληθη ο Κυριος περι του κακου, και ειπε προς τον αγγελον, οστις εκαμεν εν τω λαω την φθοραν, Αρκει ηδη? συρε την χειρα σου. Ητο δε ο αγγελος του Κυριου πλησιον του αλωνιου του Ορνα του Ιεβουσαιου.16 L'ange étendit sa main vers Jérusalem pour l'exterminer, mais Yahvé se repentit de ce mal et ildit à l'ange qui exterminait le peuple: "Assez! retire à présent ta main." L'ange de Yahvé se trouvait près de l'aired'Arauna le Jébuséen.
17 Και ελαλησεν ο Δαβιδ προς τον Κυριον, οτε ειδε τον αγγελον τον θανατονοντα τον λαον, και ειπεν, Ιδου, εγω ημαρτον και εγω ηνομησα? ταυτα δε τα προβατα τι επραξαν; κατ' εμου λοιπον εστω η χειρ σου και κατα του οικου του πατρος μου.17 Quand David vit l'ange qui frappait le peuple, il dit à Yahvé: "C'est moi qui ai péché, c'est moiqui ai commis le mal, mais ceux-là, c'est le troupeau, qu'ont-ils fait? Que ta main s'appesantisse donc sur moi etsur ma famille!"
18 Και ηλθεν ο Γαδ την ημεραν εκεινην προς τον Δαβιδ και ειπε προς αυτον, Αναβα, στησον θυσιαστηριον εις τον Κυριον εν τω αλωνιω Ορνα του Ιεβουσαιου.18 Ce jour-là, Gad se rendit auprès de David et lui dit: "Monte et élève un autel à Yahvé sur l'aired'Arauna le Jébuséen."
19 Και ανεβη ο Δαβιδ κατα τον λογον του Γαδ, ως προσεταξεν ο Κυριος.19 David monta donc, suivant la parole de Gad, comme Yahvé l'avait ordonné.
20 Και ανεβλεψεν ο Ορνα και ειδε τον βασιλεα και τους δουλους αυτου ερχομενους προς αυτον? και εξηλθεν ο Ορνα και προσεκυνησε τον βασιλεα κατα προσωπον αυτου εως εδαφους.20 Arauna regarda et vit le roi et ses officiers qui s'avançaient vers lui. -- Arauna était en train debattre le froment. -- Il sortit et se prosterna devant le roi, la face contre terre.
21 Και ειπεν ο Ορνα, Δια τι ηλθεν ο κυριος μου ο βασιλευς προς τον δουλον αυτου; Και ειπεν ο Δαβιδ, Δια να αγορασω το αλωνιον παρα σου, δια να οικοδομησω θυσιαστηριον εις τον Κυριον, και να σταθη η πληγη απο του λαου.21 Arauna dit: "Pourquoi Monseigneur le roi est-il venu chez son serviteur?" Et David répondit:"Pour acquérir de toi cette aire, afin de construire un autel à Yahvé. Ainsi le fléau s'écartera du peuple."
22 Και ειπεν ο Ορνα προς τον Δαβιδ, Ας λαβη ο κυριος μου ο βασιλευς και ας προσφερη εις θυσιαν ο, τι φαινεται αρεστον εις τους οφθαλμους αυτου? ιδου, οι βοες εις ολοκαυτωμα και τα αλωνικα εργαλεια και τα εργαλεια των βοων δια ξυλα.22 Arauna dit alors au roi: "Que Monseigneur le roi la prenne et qu'il offre ce qui lui semble bon!Voici les boeufs pour l'holocauste, le traîneau et le joug des boeufs pour le bois.
23 Τα παντα εδωκεν ο Ορνα, ως βασιλευς, εις τον βασιλεα. Και ειπεν ο Ορνα προς τον βασιλεα, Κυριος ο Θεος σου να ευαρεστηθη εις σε.23 Le serviteur de Monseigneur le roi donne tout au roi!" Et Arauna dit au roi: "Que Yahvé tonDieu agrée ton offrande!"
24 Και ειπεν ο βασιλευς προς τον Ορνα, Ουχι, αλλα θελω εξαπαντος αγορασει αυτο παρα σου δια αντιπληρωμης? διοτι δεν θελω προσφερει ολοκαυτωματα εις Κυριον τον Θεον μου δωρεαν. Και ηγορασεν ο Δαβιδ το αλωνιον και τους βοας δια πεντηκοντα σικλων αργυριου.24 Mais le roi dit à Arauna: "Non pas! Je veux te l'acheter en payant, je ne veux pas offrir à Yahvémon Dieu des holocaustes qui ne me coûtent rien." Et David acheta l'aire et les boeufs pour de l'argent, 50 sicles.
25 Και ωκοδομησεν ο Δαβιδ εκει θυσιαστηριον εις τον Κυριον, και προσεφερεν ολοκαυτωματα και ειρηνικας προσφορας. Και εξιλεωθη ο Κυριος προς την γην, και εσταθη η πληγη απο του Ισραηλ.25 David construisit là un autel à Yahvé et il offrit des holocaustes et des sacrifices de communion.Alors Yahvé eut pitié du pays et le fléau s'écarta d'Israël.