Scrutatio

Martedi, 14 maggio 2024 - San Mattia ( Letture di oggi)

ΓΕΝΕΣΙΣ - Genesi - Genesis 50


font
GREEK BIBLEBIBLES DES PEUPLES
1 Και επεσεν ο Ιωσηφ επι το προσωπον του πατρος αυτου και εκλαυσεν επ' αυτον και εφιλησεν αυτον.1 Alors Joseph se jeta sur le visage de son père et le couvrit de larmes et de baisers.
2 Και προσεταξεν ο Ιωσηφ τους δουλους αυτου τους ιατρους να βαλσαμωσωσι τον πατερα αυτου? και εβαλσαμωσαν οι ιατροι τον Ισραηλ.2 Ensuite Joseph ordonna aux médecins qui étaient à son service d’embaumer son père, et les médecins embaumèrent Israël.
3 Και συνεπληρωθησαν δι' αυτον τεσσαρακοντα ημεραι? διοτι ουτω συμπληρουνται αι ημεραι της βαλσαμωσεως? και επενθησαν αυτον οι Αιγυπτιοι εβδομηκοντα ημερας.3 Cela dura quarante jours, car tel est le temps nécessaire pour l’embaumement. Puis les Égyptiens le pleurèrent soixante-dix jours.
4 Αφου δε παρηλθον αι ημεραι του πενθους αυτου, ελαλησεν ο Ιωσηφ προς τον οικον του Φαραω, λεγων, Εαν τωρα ευρηκα χαριν ενωπιον σας, λαλησατε, παρακαλω, εις τα ωτα του Φαραω, λεγοντες,4 Lorsque les jours de deuil furent passés, Joseph adressa cette demande à l’entourage du Pharaon: “Si j’ai trouvé grâce à vos yeux, parlez donc au Pharaon de ma part.
5 Ο πατηρ μου με ωρκισε, λεγων, Ιδου, εγω αποθνησκω? εις το μνημειον μου, το οποιον εσκαψα εις εμαυτον εν γη Χανααν, εκει θελεις με θαψει? τωρα λοιπον ας αναβω, παρακαλω, και ας θαψω τον πατερα μου? και θελω επιστρεψει.5 Au moment de mourir, mon père m’a fait jurer de l’enterrer dans le tombeau qu’il s’est creusé au pays de Canaan. À présent donc, dites-lui qu’il me laisse y aller pour enterrer mon père et ensuite je reviendrai.”
6 Και ειπεν ο Φαραω, Αναβηθι και θαψον τον πατερα σου καθως σε ωρκισε.6 Pharaon répondit: “Va et enterre ton père, comme il te l’a fait jurer!”
7 Και ανεβη ο Ιωσηφ δια να θαψη τον πατερα αυτου? και συνανεβησαν μετ' αυτου παντες οι δουλοι του Φαραω, οι πρεσβυτεροι του οικου αυτου, και παντες οι πρεσβυτεροι της γης Αιγυπτου7 Joseph partit donc pour enterrer son père, et avec lui partirent tous les serviteurs du Pharaon, les anciens de sa maison et tous les anciens d’Égypte,
8 και πας ο οικος του Ιωσηφ και οι αδελφοι αυτου και ο οικος του πατρος αυτου? μονον τας οικογενειας αυτων και τα ποιμνια αυτων και τας αγελας αυτων αφηκαν εν τη γη Γεσεν.8 toute la maison de Joseph, ses frères et la maison de son père. Ils ne laissèrent au pays de Gossen que leurs petits enfants, leur petit et leur gros bétail.
9 Και συνανεβησαν μετ' αυτου και αμαξαι και ιππεις? ωστε εγεινε συνοδια μεγαλη σφοδρα?9 Des chars et des cavaliers montèrent avec lui, c’était une énorme caravane!
10 και ηλθον εις το αλωνιον του Αταδ το περαν του Ιορδανου? και εκει εθρηνησαν θρηνον μεγαν και δυνατον σφοδρα? και εκαμεν ο Ιωσηφ δια τον πατερα αυτου πενθος επτα ημερας.10 Quand ils arrivèrent à l’Aire-de-l’Épine qui est au-delà du Jourdain, ils firent le deuil en grand, et Joseph fit encore sept jours de deuil pour son père.
11 Και ιδοντες οι κατοικοι του τοπου, οι Χαναναιοι, το πενθος εν τω αλωνιω του Αταδ, ειπον, Πενθος μεγα ειναι τουτο εις τους Αιγυπτιους? δια τουτο ωνομασθη το ονομα αυτου Αβελ-μισραιμ, το οποιον ειναι περαν του Ιορδανου.11 Les habitants du pays, les Cananéens, virent le deuil à l’Aire-de-l’Épine: “C’est un deuil solennel des Égyptiens”, dirent-ils. C’est pourquoi on appela ce lieu du nom d’Abel-Misraïm (ce qui veut dire: Deuil pour l’Égypte): il se trouve au-delà du Jourdain.
12 Και εκαμον εις αυτον οι υιοι αυτου καθως παρηγγειλεν εις αυτους?12 Les fils de Jacob accomplirent tout ce qu’il leur avait commandé.
13 και μετακομισαντες αυτον οι υιοι αυτου εις γην Χανααν, εθαψαν αυτον εν τω σπηλαιω του αγρου Μαχπελαχ, το οποιον ο Αβρααμ ηγορασε μετα του αγρου δια κτημα μνημειου παρα του Εφρων του Χετταιου κατεναντι της Μαμβρη.13 Ils le transportèrent au pays de Canaan et l’enterrèrent dans la grotte du champ de Makpéla, le champ qu’Abraham avait acheté à Éfron le Hittite, comme tombeau personnel en face de Mambré.
14 Και αφου ο Ιωσηφ εθαψε τον πατερα αυτου, επεστρεψεν εις Αιγυπτον αυτος και οι αδελφοι αυτου και παντες οι συναναβαντες μετ' αυτου δια να θαψωσι τον πατερα αυτου.14 Après l’enterrement, Joseph retourna en Égypte avec ses frères et tous ceux qui étaient venus avec lui pour enterrer son père.
15 Και ιδοντες οι αδελφοι του Ιωσηφ οτι απεθανεν ο πατηρ αυτων, ειπον, Ισως ο Ιωσηφ θελει μνησικακησει εις ημας και θελει μας ανταποδωσει αυστηρως παντα τα κακα οσα επραξαμεν εις αυτον.15 Quand les frères de Joseph virent que leur père était mort, ils se dirent: “Si jamais Joseph nous prenait en haine et voulait nous rendre maintenant tout le mal que nous lui avons fait!”
16 Και εμηνυσαν προς τον Ιωσηφ, λεγοντες, Ο πατηρ σου προσεταξε, πριν αποθανη, λεγων,16 Aussi envoyèrent-ils quelqu’un dire à Joseph: “Ton père avant sa mort nous a donné cet avis:
17 Ουτω θελετε ειπει προς τον Ιωσηφ? Συγχωρησον, παρακαλω, την αδικιαν των αδελφων σου και την αμαρτιαν αυτων? διοτι επραξαν κακον εις σε? τωρα λοιπον συγχωρησον, παρακαλουμεν, την αδικιαν των δουλων του Θεου του πατρος σου. Και εκλαυσεν ο Ιωσηφ οτε ελαλησαν προς αυτον.17 Voici ce que vous direz à Joseph: Je t’en prie, pardonne le crime de tes frères et le péché qu’ils ont commis quand ils t’ont fait du mal. Pardonne donc cette faute aux serviteurs du Dieu de ton père!” Joseph pleura quand on lui rapporta ces paroles.
18 Υπηγαν δε και οι αδελφοι αυτου και πεσοντες εμπροσθεν αυτου, ειπον, Ιδου, ημεις ειμεθα δουλοι σου.18 Ses frères allèrent se jeter à ses pieds et lui dirent: “Voici que nous sommes tes esclaves!”
19 Και ειπε προς αυτους ο Ιωσηφ, Μη φοβεισθε? μηπως αντι Θεου ειμαι εγω;19 Mais Joseph leur répondit: “N’ayez pas peur! Est-ce que je suis à la place de Dieu?
20 σεις μεν εβουλευθητε κακον εναντιον μου? ο δε Θεος εβουλευθη να μεταστρεψη τουτο εις καλον, δια να γεινη καθως την σημερον, ωστε να σωση την ζωην πολλου λαου?20 Vous avez cherché à me faire du mal, mais Dieu a changé ce mal en bien, pour en arriver à ce que vous voyez aujourd’hui: donner la vie à une multitude.
21 τωρα λοιπον μη φοβεισθε? εγω θελω θρεψει εσας και τας οικογενειας σας. Και παρηγορησεν αυτους και ελαλησε κατα την καρδιαν αυτων.21 Maintenant donc n’ayez pas peur, je vous donnerai à manger, à vous et à vos petits enfants.” Puis il les consola et leur parla du fond du cœur.
22 Και κατωκησεν ο Ιωσηφ εν Αιγυπτω, αυτος και ο οικος του πατρος αυτου? και εζησεν ο Ιωσηφ εκατον δεκα ετη.22 Joseph resta en Égypte, lui et la famille de son père. Joseph vécut jusqu’à l’âge de 110 ans.
23 Και ειδεν ο Ιωσηφ τεκνα του Εφραιμ, εως τριτης γενεας? και τα παιδια του Μαχειρ, υιου του Μανασση, επι των γονατων του Ιωσηφ εγεννηθησαν.23 Joseph vit naître les arrière-petits-enfants d’Éphraïm et il adopta les fils de Makir, fils de Manassé.
24 Και ειπεν ο Ιωσηφ προς τους αδελφους αυτου, Εγω αποθνησκω? ο δε Θεος θελει βεβαιως σας επισκεφθη και θελει σας αναβιβασει εκ της γης ταυτης εις την γην, την οποιαν ωμοσε προς τον Αβρααμ, προς τον Ισαακ και προς τον Ιακωβ.24 Joseph dit alors à ses frères: “Je vais mourir, mais Dieu vous visitera. Il vous fera remonter de ce pays vers le pays qu’il a promis par serment à Abraham, Isaac et Jacob.”
25 Και ωρκισεν ο Ιωσηφ τους υιους Ισραηλ, λεγων, Ο Θεος βεβαιως θελει σας επισκεφθη και θελετε αναβιβασει τα οστα μου εντευθεν.25 Joseph fit alors prêter serment aux fils d’Israël: “Quand Dieu vous aura visités, leur dit-il, vous ferez remonter mes ossements d’Égypte.”
26 Και ετελευτησεν ο Ιωσηφ εν ηλικια ετων εκατον δεκα? και εβαλσαμωσαν αυτον? και ετεθη εις θηκην εν τη Αιγυπτω.26 Joseph mourut à l’âge de 110 ans. On l’embauma, puis on le mit dans un cercueil en Égypte.