Scrutatio

Mercoledi, 15 maggio 2024 - Sant'Isidoro agricoltore ( Letture di oggi)

ΓΕΝΕΣΙΣ - Genesi - Genesis 3


font
GREEK BIBLEJERUSALEM
1 Ο δε οφις ητο το φρονιμωτερον παντων των ζωων του αγρου, τα οποια εκαμε Κυριος ο Θεος? και ειπεν ο οφις προς την γυναικα, Τω οντι ειπεν ο Θεος, Μη φαγητε απο παντος δενδρου του παραδεισου;1 Le serpent était le plus rusé de tous les animaux des champs que Yahvé Dieu avait faits. Il dit à lafemme: "Alors, Dieu adit: Vous ne mangerez pas de tous les arbres du jardin?"
2 Και ειπεν η γυνη προς τον οφιν, Απο του καρπου των δενδρων του παραδεισου δυναμεθα να φαγωμεν?2 La femme répondit au serpent: "Nous pouvons manger du fruit des arbres du jardin.
3 απο δε του καρπου του δενδρου, το οποιον ειναι εν μεσω του παραδεισου, ειπεν ο Θεος, Μη φαγητε απ' αυτου, μηδε εγγισητε αυτον, δια να μη αποθανητε.3 Mais du fruit de l'arbre qui est au milieu du jardin, Dieu adit: Vous n'en mangerez pas, vous n'ytoucherez pas, sous peine de mort."
4 Και ειπεν ο οφις προς την γυναικα, Δεν θελετε βεβαιως αποθανει4 Le serpent répliqua à la femme: "Pas du tout! Vous ne mourrez pas!
5 αλλ' εξευρει ο Θεος, οτι καθ' ην ημεραν φαγητε απ' αυτου, θελουσιν ανοιχθη οι οφθαλμοι σας, και θελετε εισθαι ως θεοι, γνωριζοντες το καλον και το κακον.5 Mais Dieu sait que, le jour où vous en mangerez, vos yeux s'ouvriront et vous serez comme desdieux, qui connaissent le bien et le mal."
6 Και ειδεν η γυνη, οτι το δενδρον ητο καλον εις βρωσιν, και οτι ητο αρεστον εις τους οφθαλμους, και επιθυμητον το δενδρον ως διδον γνωσιν? και λαβουσα εκ του καρπου αυτου, εφαγε? και εδωκε και εις τον ανδρα αυτης μεθ' εαυτης, και αυτος εφαγε.6 La femme vit que l'arbre était bon à manger et séduisant à voir, et qu'il était, cet arbre, désirable pouracquérir le discernement. Elle prit de son fruit et mangea. Elle en donna aussi à son mari, qui était avec elle, et ilmangea.
7 Και ηνοιχθησαν οι οφθαλμοι αμφοτερων, και εγνωρισαν οτι ησαν γυμνοι? και ραψαντες φυλλα συκης, εκαμον εις εαυτους περιζωματα.7 Alors leurs yeux à tous deux s'ouvrirent et ils connurent qu'ils étaient nus; ils cousirent des feuillesde figuier et se firent des pagnes.
8 Και ηκουσαν την φωνην Κυριου του Θεου, περιπατουντος εν τω παραδεισω προς το δειλινον? και εκρυφθησαν ο Αδαμ και η γυνη αυτου απο προσωπου Κυριου του Θεου, μεταξυ των δενδρων του παραδεισου.8 Ils entendirent le pas de Yahvé Dieu qui se promenait dans le jardin à la brise du jour, et l'homme etsa femme se cachèrent devant Yahvé Dieu parmi les arbres du jardin.
9 Εκαλεσε δε Κυριος ο Θεος τον Αδαμ, και ειπε προς αυτον, Που εισαι;9 Yahvé Dieu appela l'homme: "Où es-tu?" Dit-il.
10 Ο δε ειπε, Την φωνην σου ηκουσα εν τω παραδεισω, και εφοβηθην, διοτι ειμαι γυμνος? και εκρυφθην.10 "J'ai entendu ton pas dans le jardin, répondit l'homme; j'ai eu peur parce que je suis nu et je me suiscaché."
11 Και ειπε προς αυτον ο Θεος, Τις εφανερωσεν εις σε οτι εισαι γυμνος; Μηπως εφαγες απο του δενδρου, απο του οποιου προσεταξα εις σε να μη φαγης;11 Il reprit: "Et qui t'a appris que tu étais nu? Tu as donc mangé de l'arbre dont je t'avais défendu demanger!"
12 Και ειπεν ο Αδαμ, Η γυνη την οποιαν εδωκας να ηναι μετ' εμου, αυτη μοι εδωκεν απο του δενδρου, και εφαγον.12 L'homme répondit: "C'est la femme que tu as mise auprès de moi qui m'a donné de l'arbre, et j'aimangé!"
13 Και ειπε Κυριος ο Θεος προς την γυναικα, Τι ειναι τουτο το οποιον εκαμες; Και η γυνη ειπεν, Ο οφις με ηπατησε, και εφαγον.13 Yahvé Dieu dit à la femme: "Qu'as-tu fait là?" Et la femme répondit: "C'est le serpent qui m'aséduite, et j'ai mangé."
14 Και ειπε Κυριος ο Θεος προς τον οφιν, Επειδη εκαμες τουτο, επικαταρατος να ησαι μεταξυ παντων των κτηνων, και παντων των ζωων του αγρου? επι της κοιλιας σου θελεις περιπατει, και χωμα θελεις τρωγει, πασας τας ημερας της ζωης σου?14 Alors Yahvé Dieu dit au serpent: "Parce que tu as fait cela, maudit sois-tu entre tous les bestiaux ettoutes les bêtes sauvages. Tu marcheras sur ton ventre et tu mangeras de la terre tous les jours de ta vie.
15 και εχθραν θελω στησει αναμεσον σου και της γυναικος, και αναμεσον του σπερματος σου και του σπερματος αυτης? αυτο θελει σου συντριψει την κεφαλην, και συ θελεις κεντησει την πτερναν αυτου.15 Je mettrai une hostilité entre toi et la femme, entre ton lignage et le sien. Il t'écrasera la tête et tul'atteindras au talon."
16 Προς δε την γυναικα ειπε, Θελω υπερπληθυνει τας λυπας σου και τους πονους της κυοφοριας σου? με λυπας θελεις γεννα τεκνα? και προς τον ανδρα σου θελει εισθαι η επιθυμια σου, και αυτος θελει σε εξουσιαζει.16 A la femme, il dit: "Je multiplierai les peines de tes grossesses, dans la peine tu enfanteras des fils.Ta convoitise te poussera vers ton mari et lui dominera sur toi."
17 Προς δε τον Αδαμ ειπεν, Επειδη υπηκουσας εις τον λογον της γυναικος σου, και εφαγες απο του δενδρου, απο του οποιου προσεταξα εις σε λεγων, Μη φαγης απ' αυτου, κατηραμενη να ηναι η γη εξ αιτιας σου? με λυπας θελεις τρωγει τους καρπους αυτης πασας τας ημερας της ζωης σου?17 A l'homme, il dit: "Parce que tu as écouté la voix de ta femme et que tu as mangé de l'arbre dont jet'avais interdit de manger, maudit soit le sol à cause de toi! A force de peines tu en tireras subsistance tous lesjours de ta vie.
18 και ακανθας και τριβολους θελει βλαστανει εις σε? και θελεις τρωγει τον χορτον του αγρου?18 Il produira pour toi épines et chardons et tu mangeras l'herbe des champs.
19 εν τω ιδρωτι του προσωπου σου θελεις τρωγει τον αρτον σου, εωσου επιστρεψης εις την γην, εκ της οποιας εληφθης? επειδη γη εισαι, και εις γην θελεις επιστρεψει.19 A la sueur de ton visage tu mangeras ton pain, jusqu'à ce que tu retournes au sol, puisque tu en fustiré. Car tu es glaise et tu retourneras à la glaise."
20 Και εκαλεσεν ο Αδαμ το ονομα της γυναικος αυτου, Ευαν? διοτι αυτη ητο μητηρ παντων των ζωντων.20 L'homme appela sa femme "Eve", parce qu'elle fut la mère de tous les vivants.
21 Και εκαμε Κυριος ο Θεος εις τον Αδαμ και εις την γυναικα αυτου χιτωνας δερματινους, και ενεδυσεν αυτους.21 Yahvé Dieu fit à l'homme et à sa femme des tuniques de peau et les en vêtit.
22 Και ειπε Κυριος ο Θεος, Ιδου, εγεινεν ο Αδαμ ως εις εξ ημων, εις το γινωσκειν το καλον και το κακον? και τωρα μηπως εκτεινη την χειρα αυτου, και λαβη και απο του ξυλου της ζωης, και φαγη, και ζηση αιωνιως?22 Puis Yahvé Dieu dit: "Voilà que l'homme est devenu comme l'un de nous, pour connaître le bien etle mal! Qu'il n'étende pas maintenant la main, ne cueille aussi de l'arbre de vie, n'en mange et ne vive pourtoujours!"
23 Οθεν Κυριος ο Θεος εξαπεστειλεν αυτον εκ του παραδεισου της Εδεμ, δια να εργαζηται την γην εκ της οποιας εληφθη.23 Et Yahvé Dieu le renvoya du jardin d'Eden pour cultiver le sol d'où il avait été tiré.
24 Και εξεδιωξε τον Αδαμ? και κατα ανατολας του παραδεισου της Εδεμ εθεσε τα Χερουβειμ, και την ρομφαιαν την φλογινην, την περιστρεφομενην, δια να φυλαττωσι την οδον του ξυλου της ζωης.24 Il bannit l'homme et il posta devant le jardin d'Eden les chérubins et la flamme du glaive fulgurantpour garder le chemin de l'arbre de vie.