Scrutatio

Mercoledi, 15 maggio 2024 - Sant'Isidoro agricoltore ( Letture di oggi)

Daniele 3


font
DIODATIGREEK BIBLE
1 IL re Nebucadnesar fece una statua d’oro, d’altezza di sessanta cubiti, e di larghezza di sei cubiti; e la rizzò nella pianura di Dura, nella provincia di Babilonia.1 Ναβουχοδονοσορ ο βασιλευς εκαμεν εικονα χρυσην, το υψος αυτης εξηκοντα πηχων και το πλατος αυτης εξ πηχων? και εστησεν αυτην εν τη πεδιαδι Δουρα, εν τη επαρχια της Βαβυλωνος.
2 E il re Nebucadnesar mandò a radunare i satrapi, i magistrati, e i duchi, i giudici, i tesorieri, i senatori, i presidenti, e tutti i rettori delle provincie, per venire alla dedicazione della statua, che il re Nebucadnesar avea rizzata.2 Και απεστειλε Ναβουχοδονοσορ ο βασιλευς να συναξη τους σατραπας, τους διοικητας και τους τοπαρχας, τους κριτας, τους θησαυροφυλακας, τους συμβουλους, τους νομοδιδασκαλους και παντας τους αρχοντας των επαρχιων, δια να ελθωσιν εις τα εγκαινια της εικονος, την οποιαν εστησε Ναβουχοδονοσορ ο βασιλευς.
3 Allora furono radunati i satrapi, i magistrati, e i duchi, i giudici, i tesorieri, i senatori, i presidenti, e tutti i rettori delle provincie, alla dedicazione della statua, che il re Nebucadnesar avea rizzata. Ed essi erano in piè dinanzi alla statua, che Nebucadnesar avea rizzata.3 Και οι σατραπαι, οι διοικηται και οι τοπαρχαι, οι κριται, οι θησαυροφυλακες, οι συμβουλοι, οι νομοδιδασκαλοι και παντες οι αρχοντες των επαρχιων συνηχθησαν εις τα εγκαινια της εικονος, την οποιαν εστησε Ναβουχοδονοσορ ο βασιλευς? και εσταθησαν εμπροσθεν της εικονος, την οποιαν εστησεν ο Ναβουχοδονοσορ.
4 E un banditore gridò di forza, dicendo: O popoli, nazioni, e lingue, a voi si dice,4 Και κηρυξ εβοα μεγαλοφωνως, Εις εσας προσταττεται, λαοι, εθνη και γλωσσαι,
5 che nell’ora, che voi udirete il suon del corno, del flauto, della cetera, dell’arpicordo, del salterio, della sampogna, e d’ogni specie di strumenti di musica, vi gettiate in terra, e adoriate la statua d’oro, che il re Nebucadnesar ha rizzata.5 καθ' ην ωραν ακουσητε τον ηχον της σαλπιγγος, της συριγγος, της κιθαρας, της σαμβυκης, του ψαλτηριου, της συμφωνιας και παντος ειδους μουσικης, πεσοντες προσκυνησατε την εικονα την χρυσην, την οποιαν εστησε Ναβουχοδονοσορ ο βασιλευς?
6 E chiunque non si getterà in terra, e non l’adorerà, in quella stessa ora sarà gettato nel mezzo d’una fornace di fuoco ardente.6 και οστις δεν πεση και προσκυνηση, την αυτην ωραν θελει ριφθη εις το μεσον της καμινου του πυρος της καιομενης.
7 Per la qual cosa, tutti i popoli, nazioni, e lingue, in quello stante ch’ebbero udito il suon del corno, del flauto, della cetera, dell’arpicordo, del salterio, e d’ogni specie di strumenti di musica, si gettarono in terra, e adorarono la statua d’oro, che il re Nebucadnesar avea rizzata7 Δια τουτο οτε ηκουσαν παντες οι λαοι τον ηχον της σαλπιγγος, της συριγγος, της κιθαρας, της σαμβυκης, του ψαλτηριου και παντος ειδους μουσικης, πιπτοντες παντες οι λαοι, τα εθνη και αι γλωσσαι προσεκυνουν την εικονα την χρυσην, την οποιαν εστησε Ναβουχοδονοσορ ο βασιλευς.
8 Perciò, in quel punto alcuni uomini Caldei si fecero avanti, ed accusarono i Giudei.8 Χαλδαιοι δε τινες προσηλθον τοτε και διεβαλον τους Ιουδαιους?
9 E fecero motto al re Nebucadnesar, e gli dissero: O re, possa tu vivere in perpetuo.9 και ειπον λεγοντες προς τον βασιλεα Ναβουχοδονοσορ, Βασιλευ, ζηθι εις τον αιωνα.
10 Tu, o re, hai fatto un decreto: che ogni uomo che avrà udito il suon del corno, del flauto, della cetera, dell’arpicordo, del salterio, della sampogna, e d’ogni specie di strumenti di musica, si getti in terra, ed adori la statua d’oro;10 Συ, βασιλευ, εξεδωκας προσταγμα, πας ανθρωπος, οστις ακουση τον ηχον της σαλπιγγος, της συριγγος, της κιθαρας, της σαμβυκης, του ψαλτηριου και της συμφωνιας και παντος ειδους μουσικης, να πεση και να προσκυνηση την εικονα την χρυσην?
11 e che chiunque non si getterà in terra e non l’adorerà, sia gettato nel mezzo d’una fornace di fuoco ardente.11 και οστις δεν πεση και προσκυνηση, να ριφθη εις το μεσον της καμινου του πυρος της καιομενης.
12 Or vi son degli uomini Giudei, che tu hai costituiti sopra gli affari della provincia di Babilonia, cioè: Sadrac, Mesac, ed Abed-nego; questi uomini non fanno conto di te, o re; non servono a’ tuoi dii, e non adorano la statua d’oro, che tu hai rizzata.12 Ειναι ανδρες τινες Ιουδαιοι, τους οποιους κατεστησας επι τας υποθεσεις της επαρχιας της Βαβυλωνος, ο Σεδραχ, ο Μισαχ και ο Αβδε-νεγω? ουτοι οι ανθρωποι, βασιλευ, δεν σε εσεβασθησαν? τους θεους σου δεν λατρευουσι και την εικονα την χρυσην, την οποιαν εστησας, δεν προσκυνουσι.
13 Allora Nebucadnesar, con ira e cruccio, comandò che si menassero Sadrac, Mesac, ed Abed-nego. In quello stante quegli uomini furono menati alla presenza del re.13 Τοτε ο Ναβουχοδονοσορ μετα θυμου και οργης προσεταξε να φερωσι τον Σεδραχ, Μισαχ και Αβδε-νεγω. Και εφεραν τους ανθρωπους τουτους ενωπιον του βασιλεως.
14 E Nebucadnesar fece loro motto, e disse loro: È egli vero, Sadrac, Mesac, ed Abed-nego, che voi non servite a’ miei dii, e non adorate la statua d’oro che io ho rizzata?14 Και αποκριθεις ο Ναβουχοδονοσορ ειπε προς αυτους, Τωοντι, Σεδραχ, Μισαχ και Αβδε-νεγω, τους θεους μου δεν λατρευετε και την εικονα την χρυσην, την οποιαν εστησα, δεν προσκυνειτε;
15 Or, non siete voi presti, qualora udirete il suon del flauto, della cetera, dell’arpicordo, del salterio, della sampogna, e d’ogni specie di strumenti di musica, a gettarvi in terra, e adorar la statua che io ho fatta? Chè, se non l’adorate, in quell’istessa ora sarete gettati nel mezzo d’una fornace di fuoco ardente; e quale è quel dio, che vi riscuota di man mia?15 τωρα λοιπον εαν ησθε ετοιμοι, οποταν ακουσητε τον ηχον της σαλπιγγος, της συριγγος, της κιθαρας, της σαμβυκης, του ψαλτηριου και της συμφωνιας και παντος ειδους μουσικης, να πεσητε και να προσκυνησητε την εικονα την οποιαν εκαμα, καλως? εαν ομως δεν προσκυνησητε, θελετε ριφθη την αυτην ωραν εις το μεσον της καμινου του πυρος της καιομενης? και τις ειναι εκεινος ο Θεος, οστις θελει σας ηθελεν ελευθερωσει εκ των χειρων μου;
16 Sadrac, Mesac, ed Abed-nego risposero, e dissero al re: O Nebucadnesar, noi non abbiamo bisogno di darti risposta intorno a questo.16 Απεκριθησαν ο Σεδραχ, ο Μισαχ και ο Αβδε-νεγω και ειπον προς τον βασιλεα, Ναβουχοδονοσορ, ημεις δεν εχομεν χρειαν να σοι αποκριθωμεν περι του πραγματος τουτου.
17 Ecco, l’Iddio nostro, al qual serviamo, è potente per liberarci; ora, o re, liberici egli dalla fornace del fuoco ardente, e dalla tua mano,17 Εαν ηναι ουτως, ο Θεος ημων, τον οποιον ημεις λατρευομεν, ειναι δυνατος να μας ελευθερωση εκ της καμινου του πυρος της καιομενης? και εκ της χειρος σου, βασιλευ, θελει μας ελευθερωσει.
18 o no, sappi pure, o re, che noi non serviremo a’ tuoi dii, e che non adoreremo la statua d’oro, che tu hai rizzata18 Αλλα και αν ουχι, ας ηναι γνωστον εις σε, βασιλευ, οτι τους θεους σου δεν λατρευομεν και την εικονα την χρυσην, την οποιαν εστησας, δεν προσκυνουμεν.
19 Allora Nebucadnesar fu ripieno d’ira, e il sembiante della sua faccia si alterò contro a Sadrac, Mesac, ed Abed-nego; e prese a dire che si accendesse la fornace sette volte più dell’usato.19 Τοτε ο Ναβουχοδονοσορ επλησθη θυμου και η οψις του προσωπου αυτου ηλλοιωθη κατα του Σεδραχ, του Μισαχ και του Αβδε-νεγω? και λαλησας προσεταξε να εκκαυσωσι την καμινον επταπλασιως μαλλον παρ' οσον εφαινετο καιομενη.
20 Poi comandò a certi uomini de’ più possenti del suo esercito, di legare Sadrac, Mesac, ed Abed-nego, per gettarli nella fornace del fuoco ardente.20 Και προσεταξε τους δυνατωτερους ανδρας του στρατευματος αυτου να δεσωσι τον Σεδραχ, Μισαχ και Αβδε-νεγω, και να ριψωσιν αυτους εις την καμινον του πυρος την καιομενην.
21 Allora furono legati quegli uomini, con le lor giubbe, le lor calze, le lor tiare, e tutti i lor vestimenti, e furono gettati nel mezzo della fornace del fuoco ardente.21 Τοτε οι ανδρες εκεινοι εδεθησαν μετα των σαλβαριων αυτων, των τιαρων αυτων και των περικνημιδων αυτων και των αλλων ενδυματων αυτων και ερριφθησαν εις το μεσον της καμινου του πυρος της καιομενης.
22 E perciocchè la parola del re affrettava, e la fornace era sommamente accesa, le faville del fuoco uccisero quegli uomini, che vi aveano gettati dentro Sadrac, Mesac, ed Abed-nego.22 Επειδη δε η προσταγη του βασιλεως ητο κατεπειγουσα και η καμινος εξεκαυθη εις υπερβολην, η φλοξ του πυρος εθανατωσε τους ανδρας εκεινους, οιτινες εσηκωσαν τον Σεδραχ, Μισαχ και Αβδε-νεγω.
23 E que’ tre uomini, Sadrac, Mesac, ed Abed-nego, caddero legati nel mezzo della fornace del fuoco ardente.23 Ουτοι δε οι τρεις ανδρες, ο Σεδραχ, Μισαχ και Αβδε-νεγω, επεσον δεμενοι εις το μεσον της καμινου του πυρος της καιομενης.
24 Allora il re Nebucadnesar sbigottì, e si levò prestamente, e fece motto a’ suoi consiglieri, e disse loro: Non abbiamo noi gettati tre uomini legati nel mezzo della fornace del fuoco ardente? Essi risposero, e dissero al re: Egli è vero, o re.24 Ο δε Ναβουχοδονοσορ ο βασιλευς εξεπλαγη? και σηκωθεις μετα σπουδης ελαλησε και ειπε προς τους μεγιστανας αυτου, δεν ερριψαμεν τρεις ανδρας δεδεμενους εις το μεσον του πυρος; οι δε απεκριθησαν και ειπον προς τον βασιλεα, Αληθως, βασιλευ.
25 Ed egli rispose, e disse: Ecco, io veggo quattro uomini sciolti, i quali camminano nel mezzo del fuoco, e non vi è nulla di guasto in loro; e l’aspetto del quarto è somigliante ad un figliuolo di Dio.25 Και αποκριθεις ειπεν, Ιδου, εγω βλεπω τεσσαρας ανδρας λελυμενους, περιπατουντας εν μεσω του πυρος, και βλαβη δεν ειναι εις αυτους, και η οψις του τεταρτου ειναι ομοια με Υιον Θεου.
26 Allora Nebucadnesar si accostò alla bocca della fornace del fuoco ardente, e prese a dire: Sadrac, Mesac, ed Abed-nego, servitori dell’Iddio altissimo, uscite, e venite. Allora Sadrac, Mesac, ed Abed-nego uscirono del mezzo del fuoco.26 Τοτε πλησιασας ο Ναουχοδονοσορ εις το στομα της καμινου του πυρος της καιομενης ελαλησε και ειπε, Σεδραχ, Μισαχ και Αβδε-νεγω, δουλοι του Θεου του Υψιστου, εξελθετε και ελθετε. Τοτε ο Σεδραχ, Μισαχ και Αβδε-νεγω εξηλθον εκ μεσου του πυρος.
27 E i satrapi, i magistrati, i duchi, e i consiglieri del re, si adunarono, e riguardavano quegli uomini, sopra i cui corpi il fuoco non avea avuto alcun potere; talchè non pure un capello del lor capo era stato arso, e le lor giubbe non erano mutate, e l’odor del fuoco non era penetrato in loro27 Και συναχθεντες οι σατραπαι, οι διοικηται και οι τοπαρχαι και οι μεγιστανες του βασιλεως ειδον τους ανδρας τουτους, οτι επι των σωματων αυτων το πυρ δεν ισχυσε και θριξ της κεφαλης αυτων δεν εκαη και τα σαλβαρια αυτων δεν παρηλλαξαν ουδε οσμη πυρος επερασεν επ' αυτους.
28 E Nebucadnesar prese a dire: Benedetto sia l’Iddio di Sadrac, di Mesac, e di Abed-nego, il quale ha mandato il suo Angelo, ed ha liberati i suoi servitori, che si son confidati in lui, ed hanno trapassato il comandamento del re, ed hanno esposti i lor corpi, per non servire, nè adorare alcun altro dio, che il lor Dio.28 Τοτε ελαλησεν ο Ναβουχοδονοσορ και ειπεν, Ευλογητος ο Θεος του Σεδραχ, Μισαχ και Αβδε-νεγω, οστις απεστειλε τον αγγελον αυτου και ηλευθερωσε τους δουλους αυτου, οιτινες ηλπισαν επ' αυτον και παρηκουσαν τον λογον του βασιλεως και παρεδωκαν τα σωματα αυτων, δια να μη λατρευσωσι μηδε να προσκυνησωσιν αλλον θεον εκτος του Θεου αυτων.
29 Perciò, da me è fatto un decreto: che chiunque, di qual popolo, nazione, o lingua egli si sia, proferirà bestemmia contro all’Iddio di Sadrac, di Mesac, e di Abed-nego, sia squartato, e la sua casa ridotta in latrina; conciossiachè non vi sia alcun altro Dio, che possa liberare in questa maniera.29 Δια τουτο εκδιδω προσταγμα, οτι πας λαος, εθνος και γλωσσα, ητις λαληση κακον εναντιον του Θεου του Σεδραχ, Μισαχ και Αβδε-νεγω, θελει καταμελισθη, και αι οικιαι αυτων θελουσι γεινει κοπρωνες? διοτι αλλος Θεος δεν ειναι δυναμενος να ελευθερωση ουτω.
30 Allora il re avanzò Sadrac, Mesac, ed Abed-nego, nella provincia di Babilonia30 Τοτε ο βασιλευς προεβιβασε τον Σεδραχ, Μισαχ και Αβδε-νεγω εις την επαρχιαν της Βαβυλωνος.