Scrutatio

Lunedi, 13 maggio 2024 - Beata Vergine Maria di Fatima ( Letture di oggi)

Évangile selon Luc 10


font
BIBLES DES PEUPLESGREEK BIBLE
1 Après cela, le Seigneur en choisit 72 autres. Il les envoya deux par deux en avant de lui vers toutes les villes et tous les endroits où lui-même pensait aller.1 Μετα δε ταυτα διωρισεν ο Κυριος και αλλους εβδομηκοντα, και απεστειλεν αυτους ανα δυο εμπροσθεν αυτου εις πασαν πολιν και τοπον, οπου εμελλεν αυτος να υπαγη.
2 Il leur disait: "La moisson est abondante et les ouvriers sont peu nombreux! Priez donc le Seigneur de la moisson pour qu’il envoie des ouvriers à sa moisson!2 Ελεγε λοιπον προς αυτους? Ο μεν θερισμος ειναι πολυς, οι δε εργαται ολιγοι? παρακαλεσατε λοιπον τον Κυριον του θερισμου να αποστειλη εργατας εις τον θερισμον αυτου.
3 “Allez! Je vous envoie comme des agneaux au milieu des loups.3 Υπαγετε? ιδου, εγω σας αποστελλω ως αρνια εν μεσω λυκων.
4 Vous n’emporterez ni bourse, ni sac, ni chaussures, et sur le chemin vous n’irez pas saluer qui que ce soit.4 Μη βασταζετε βαλαντιον, μη σακκιον, μηδε υποδηματα, και μηδενα χαιρετησητε κατα την οδον.
5 Lorsque vous entrerez dans une maison vous commencerez par dire: Paix à cette maison!5 Εις ηντινα δε οικιαν εισερχησθε, πρωτον λεγετε? Ειρηνη εις τον οικον τουτον.
6 Si la paix trouve là un de ses fils, elle reposera sur lui, sinon elle reviendra sur vous.6 Και εαν μεν ηναι εκει υιος ειρηνης, θελει αναπαυθη επ' αυτον η ειρηνη σας? ει δε μη, θελει επιστρεψει εις εσας.
7 “Le temps que vous restez dans cette maison, acceptez ce qu’ils ont à boire et à manger, car l’ouvrier mérite son salaire. Mais ne passez pas de maison en maison.7 Εν αυτη δε τη οικια μενετε τρωγοντες και πινοντες τα παρ' αυτων διδομενα? διοτι ο εργατης ειναι αξιος του μισθου αυτου? μη μεταβαινετε εξ οικιας εις οικιαν.
8 “Dans les villes où vous entrez et où l’on vous reçoit, mangez ce qu’on vous sert.8 Και εις ηντινα πολιν εισερχησθε και σας δεχωνται, τρωγετε τα παρατιθεμενα εις εσας,
9 Guérissez leurs malades et dites-leur: ‘Le Royaume de Dieu est maintenant tout proche de vous!’9 και θεραπευετε τους εν αυτη ασθενεις και λεγετε προς αυτους? Επλησιασεν εις εσας η βασιλεια του Θεου.
10 “Mais si vous êtes entrés dans une ville où l’on ne vous reçoit pas, vous irez dire sur les places:10 Εις ηντινα ομως πολιν εισερχησθε και δεν σας δεχωνται, εξελθοντες εις τας πλατειας αυτης, ειπατε?
11 ‘Même la poussière de votre ville qui s’est collée à nos pieds, nous vous la laissons! Vous saurez quand même que le Royaume de Dieu est tout proche!’11 Και τον κονιορτον, οστις εκολληθη εις ημας εκ της πολεως σας, εκτινασσομεν εις εσας? πλην τουτο γινωσκετε, οτι επλησιασεν εις εσας η βασιλεια του Θεου.
12 Je vous le dis: au jour du jugement Sodome s’en tirera à meilleur compte que cette ville-là!12 Σας λεγω δε οτι εν τη ημερα εκεινη ελαφροτερα θελει εισθαι η τιμωρια εις τα Σοδομα παρα εις την πολιν εκεινην.
13 “Malheur à toi, Korazin! Malheur à toi Bethsaïde! Car si l’on avait eu dans Tyr et dans Sidon les miracles qui ont eu lieu chez vous, depuis longtemps elles auraient fait pénitence avec le sac, assises sur la cendre.13 Ουαι εις σε, Χοραζιν, ουαι εις σε, Βηθσαιδα? διοτι εαν εν τη Τυρω και Σιδωνι ηθελον γεινει τα θαυματα τα γενομενα εν τω μεσω υμων, προ πολλου ηθελον μετανοησει καθημεναι εν σακκω και σποδω.
14 Tyr et Sidon s’en tireront sûrement à meilleur compte que vous au jour du jugement!14 Πλην εις την Τυρον και Σιδωνα ελαφροτερα θελει εισθαι η τιμωρια εν τη κρισει παρα εις εσας.
15 Et toi, Capharnaüm, vas-tu t’élever jusqu’au ciel? Non, tu descendras jusque chez les morts!15 Και συ, Καπερναουμ, ητις υψωθης εως του ουρανου, θελεις καταβιβασθη εως αδου.
16 “Celui qui vous écoute, c’est moi qu’il écoute; celui qui vous rejette, c’est moi qu’il rejette, et celui qui me rejette, rejette celui qui m’a envoyé!”16 Οστις ακουει εσας εμε ακουει, και οστις αθετει εσας εμε αθετει, ο δε αθετων εμε αθετει τον αποστειλαντα με.
17 Les 72 revinrent tout joyeux: "Seigneur, disaient-ils, on prononçait ton nom, et même les démons nous étaient soumis!”17 Υπεστρεψαν δε οι εβδομηκοντα μετα χαρας, λεγοντες? Κυριε, και τα δαιμονια υποτασσονται εις ημας εν τω ονοματι σου.
18 Jésus leur dit: "Je voyais Satan descendre du ciel en flèche, comme un éclair!18 Ειπε δε προς αυτους? Εθεωρουν τον Σαταναν ως αστραπην εκ του ουρανου πεσοντα.
19 Voyez, je vous ai donné autorité pour piétiner serpents et scorpions, et toute la puissance de l’ennemi: aucune arme ne vous atteindra.19 Ιδου, διδω εις εσας την εξουσιαν του να πατητε επανω οφεων και σκορπιων και επι πασαν την δυναμιν του εχθρου, και ουδεν θελει σας βλαψει.
20 Mais s’il faut vous réjouir, ce n’est pas parce que les esprits vous sont soumis; réjouissez-vous de ce que vos noms sont inscrits dans les cieux.”20 Πλην εις τουτο μη χαιρετε, οτι τα πνευματα υποτασσονται εις εσας? αλλα χαιρετε μαλλον οτι τα ονοματα σας εγραφησαν εν τοις ουρανοις.
21 À cette heure même Jésus fut pris tout entier par la joie de l’Esprit Saint. Il éleva la voix et dit: "Je proclamerai tes grandeurs, Père, Seigneur du ciel et de la terre, car tu as caché ces choses aux sages comme aux intelligents et tu les as révélées à des tout-petits. Oui Père, c’est cela qui t’a paru bon!21 Εν αυτη τη ωρα ηγαλλιασθη κατα το πνευμα ο Ιησους και ειπεν? Ευχαριστω σοι, Πατερ, Κυριε του ουρανου και της γης, οτι απεκρυψας ταυτα απο σοφων και συνετων και απεκαλυψας αυτα εις νηπια? ναι, ω Πατερ, διοτι ουτως εγεινεν αρεστον εμπροσθεν σου.
22 “Tout m’a été remis par mon Père et personne ne sait qui est le Fils, si ce n’est le Père; ni le Père, si ce n’est le Fils, et celui à qui le Fils veut le révéler.”22 Παντα παρεδοθησαν εις εμε υπο του Πατρος μου? και ουδεις γινωσκει τις ειναι ο Υιος, ειμη ο Πατηρ, και τις ειναι ο Πατηρ, ειμη ο Υιος και εις οντινα θελη ο Υιος να αποκαλυψη αυτον.
23 Jésus se tourna vers les disciples, à un moment où ils étaient seuls, et il leur dit: "Heureux les yeux qui voient ce que vous voyez.23 Και στραφεις προς τους μαθητας, ειπε κατ' ιδιαν? Μακαριοι οι οφθαλμοι οι βλεποντες οσα βλεπετε.
24 Oui, je vous le dis: beaucoup de prophètes et de rois ont voulu voir ce que vous voyez et ne l’ont pas vu, entendre ce que vous entendez, et ne l’ont pas entendu!”24 Διοτι σας λεγω οτι πολλοι προφηται και βασιλεις επεθυμησαν να ιδωσιν οσα σεις βλεπετε, και δεν ειδον, και να ακουσωσιν οσα ακουετε, και δεν ηκουσαν.
25 Un maître de la Loi se leva et lui dit pour l’embarrasser: "Maître, que dois-je faire pour recevoir la vie éternelle?”25 Και ιδου, νομικος τις εσηκωθη πειραζων αυτον και λεγων? Διδασκαλε, τι πραξας θελω κληρονομησει ζωην αιωνιον;
26 Jésus lui dit: "Que dit l’Écriture, que vois-tu dans la Loi?”26 Ο δε ειπε προς αυτον? Εν τω νομω τι ειναι γεγραμμενον; πως αναγινωσκεις;
27 L’homme répondit: “Tu aimeras le Seigneur ton Dieu de tout ton cœur, de toute ton âme, de toute ta force, de toute ton intelligence, et ton prochain comme toi-même.”27 Ο δε αποκριθεις ειπε? Θελεις αγαπα Κυριον τον Θεον σου εξ ολης της καρδιας σου και εξ ολης της ψυχης σου και εξ ολης της δυναμεως σου και εξ ολης της διανοιας σου, και τον πλησιον σου ως σεαυτον.
28 Jésus lui dit: "Ta réponse est exacte. Fais cela et tu vivras.”28 Ειπε δε προς αυτον? Ορθως απεκριθης? τουτο καμνε και θελεις ζησει.
29 Mais lui voulut s’expliquer, il dit à Jésus: "Et qui est mon prochain?”29 Αλλ' εκεινος, θελων να δικαιωση εαυτον, ειπε προς τον Ιησουν? Και τις ειναι ο πλησιον μου;
30 Jésus alors se mit à raconter: "Un homme descendait de Jérusalem à Jéricho. Il tomba au milieu de bandits qui lui enlevèrent jusqu’à ses vêtements. Ils s’enfuirent le laissant couvert de plaies et à demi mort.30 Και αποκριθεις ο Ιησους ειπεν? Ανθρωπος τις κατεβαινεν απο Ιερουσαλημ εις Ιεριχω και περιεπεσεν εις ληστας? οιτινες και γυμνωσαντες αυτον και καταπληγωσαντες, ανεχωρησαν αφησαντες αυτον ημιθανη.
31 “Un prêtre par hasard descendait ce même chemin; il vit l’homme et passa de l’autre côté.31 Κατα συγκυριαν δε ιερευς τις κατεβαινε δι' εκεινης της οδου, και ιδων αυτον επερασεν απο το αλλο μερος.
32 Un Lévite venait par la même route; arrivé à cet endroit, lui aussi vit l’homme; il changea de côté et passa.32 Ομοιως δε και Λευιτης, φθασας εις τον τοπον, ελθων και ιδων επερασεν απο το αλλο μερος.
33 “Mais voici qu’un Samaritain fait le même trajet, et quand il se trouve face au blessé, il a vraiment pitié de lui.33 Σαμαρειτης δε τις οδοιπορων ηλθεν εις τον τοπον οπου ητο, και ιδων αυτον εσπλαγχνισθη,
34 Il s’approche et bande ses blessures en y mettant de l’huile et du vin. Puis il l’installe sur sa propre bête et le conduit jusqu’à une auberge où il prend soin de lui.34 και πλησιασας εδεσε τας πληγας αυτου επιχεων ελαιον και οινον, και επιβιβασας αυτον επι το κτηνος αυτου, εφερεν αυτον εις ξενοδοχειον και επεμεληθη αυτου?
35 Le lendemain il sort deux pièces d’argent et les donne à l’hôtelier en lui disant: Fais pour lui le nécessaire; si tu dépenses davantage, je te le rembourserai au retour.”35 και την επαυριον, οτε εξηρχετο, εκβαλων δυο δηναρια εδωκεν εις τον ξενοδοχον και ειπε προς αυτον? Επιμεληθητι αυτου, και ο, τι συ δαπανησης περιπλεον, εγω οταν επανελθω θελω σοι αποδωσει.
36 Jésus alors demanda: "À ton avis, lequel des trois s’est fait le prochain de l’homme qui a été victime des bandits?”36 Τις λοιπον εκ των τριων τουτων σοι φαινεται οτι εγεινε πλησιον του εμπεσοντος εις τους ληστας;
37 L’autre répondit: "Celui qui a eu pitié de lui.” Et Jésus lui dit: "Va, et fais pareil.”37 Ο δε ειπεν? Ο ποιησας το ελεος εις αυτον? Ειπε λοιπον προς αυτον ο Ιησους? Υπαγε και συ, καμνε ομοιως.
38 En cours de route, Jésus entra dans un village et une femme nommée Marthe le reçut chez elle.38 Ενω δε απηρχοντο, αυτος εισηλθεν εις κωμην τινα? και γυνη τις ονομαζομενη Μαρθα υπεδεχθη αυτον εις τον οικον αυτης.
39 Elle avait une sœur, du nom de Marie, qui s’était assise aux pieds du Seigneur et restait à écouter sa parole.39 Και αυτη ειχεν αδελφην καλουμενην Μαριαν, ητις και καθησασα παρα τους ποδας του Ιησου, ηκουε τον λογον αυτου.
40 Marthe, pendant ce temps, était absorbée par tout le service. À la fin elle se tourne vers Jésus et lui dit: "Seigneur, ne vois-tu pas que ma sœur me laisse seule avec le service? Dis-lui donc de m’aider!”40 Η δε Μαρθα ενησχολειτο εις πολλην υπηρεσιαν? και ελθουσα εμπροσθεν αυτου ειπε? Κυριε, δεν σε μελει οτι η αδελφη μου με αφηκε μονην να υπηρετω; ειπε λοιπον προς αυτην να μοι βοηθηση.
41 Mais le Seigneur lui répond: "Marthe, Marthe, tu t’inquiètes et tu t’agites pour tant de choses!41 Αποκριθεις δε ο Ιησους, ειπε προς αυτην? Μαρθα, Μαρθα, μεριμνας και αγωνιζεσαι περι πολλα?
42 Une seule est nécessaire. Marie a choisi la meilleure part, elle ne lui sera pas retirée.”42 πλην ενος ειναι χρεια? η Μαρια ομως εξελεξε την αγαθην μεριδα, ητις δεν θελει αφαιρεθη απ' αυτης.