Scrutatio

Sabato, 11 maggio 2024 - San Fabio e compagni ( Letture di oggi)

Livre de Jonas 4


font
BIBLES DES PEUPLESGREEK BIBLE
1 Jonas en fut très mécontent, il se mit même en colère.1 Και ελυπηθη ο Ιωνας λυπην μεγαλην και ηγανακτησε.
2 Il fit sa prière à Yahvé: “Ah Yahvé, c’est bien ce que je disais quand j’étais encore dans mon pays, et c’est pour cela que je me suis empressé de fuir à Tarsis. Je te connaissais comme le Dieu qui pardonne et fait miséricorde, lent à la colère, riche en bonté et vite fatigué de punir.2 Και προσηυχηθη προς τον Κυριον και ειπεν, Ω Κυριε, δεν ητο ουτος ο λογος μου, ενω ετι ημην εν τη πατριδι μου; δια τουτο προελαβον να φυγω εις Θαρσεις? διοτι εγνωριζον οτι συ εισαι Θεος ελεημων και οικτιρμων, μακροθυμος και πολυελεος και μετανοων δια το κακον.
3 Dans ces conditions prends ma vie, Yahvé, car la mort vaut mieux pour moi que la vie.”3 Και τωρα, Κυριε, λαβε, δεομαι σου, την ψυχην μου απ' εμου? διοτι ειναι καλλιον εις εμε να αποθανω παρα να ζω.
4 Yahvé lui répondit: “Crois-tu que tu aies raison de te mettre en colère?”4 Και ειπε Κυριος, Ειναι καλον να αγανακτης;
5 Jonas sortit de la ville du côté de l’est, et là il s’installa; il se fit une cabane pour y rester à l’ombre et voir ce qui arriverait à la ville.5 Και εξηλθεν Ιωνας απο της πολεως και εκαθησε κατα το ανατολικον μερος της πολεως, και εκει εκαμεν εις εαυτον καλυβην και εκαθητο υποκατω αυτης εν τη σκια, εωσου ιδη τι εμελλε να γεινη εις την πολιν.
6 Yahvé Dieu fit pousser un ricin pour lui faire de l’ombre sur la tête et calmer sa colère. Le ricin grandit au-dessus de Jonas qui en était tout heureux,6 Και διεταξε Κυριος ο Θεος κολοκυνθην και εκαμε να αναβη επανωθεν του Ιωνα, δια να ηναι σκια υπερανω της κεφαλης αυτου, δια να ανακουφιση αυτον απο της θλιψεως αυτου. Και εχαρη ο Ιωνας δια την κολοκυνθην χαραν μεγαλην.
7 mais le lendemain, au petit matin, Dieu fit venir un ver qui piqua le ricin; il se dessécha.7 Και διεταξεν ο Θεος σκωληκα, οτε εχαραξεν η αυγη της επαυριον? και επαταξε την κολοκυνθην και εξηρανθη.
8 Puis au lever du soleil Dieu fit venir de l’est un vent brûlant. Le soleil tapait si fort sur la tête de Jonas, qu’il se trouva mal et souhaita la mort. Il dit: “La mort vaut mieux pour moi que la vie.”8 Και καθως ανετειλεν ο ηλιος, διεταξεν ο Θεος ανεμον ανατολικον καυστικον? και προσεβαλεν ο ηλιος επι την κεφαλην του Ιωνα, ωστε ωλιγοψυχησε? και εζητησεν εν τη ψυχη αυτου να αποθανη, και ειπεν, Ειναι καλλιον εις εμε να αποθανω παρα να ζω.
9 Mais Dieu lui dit: “As-tu raison de te mettre en colère pour ce ricin?” Il répondit: “Oui, j’ai bien raison d’être fâché à mort!”9 Και ειπεν ο Θεος προς τον Ιωναν, ειναι καλον να αγανακτης δια την κολοκυνθην; Και ειπε, Καλον ειναι να αγανακτω εως θανατου.
10 Alors Yahvé lui dit: “Tu te mets bien en peine pour ce ricin qui ne t’a coûté aucun travail et que tu n’as pas fait grandir, qui a poussé en une nuit et qui était sec la nuit suivante.10 Και ειπε Κυριος, Συ ελυπηθης υπερ της κολοκυνθης, δια την οποιαν δεν εκοπιασας, αλλ' ουδε εκαμες αυτην να αυξηση, ητις εγεννηθη εν μια νυκτι και εν μια νυκτι εχαθη.
11 Et moi, je ne devrais pas me mettre en peine pour Ninive, la grande ville, où vivent plus de 120 000 personnes qui ne distinguent pas le bien et le mal, sans parler de tous les animaux?”11 Και εγω δεν επρεπε να λυπηθω υπερ της Νινευη, της πολεως της μεγαλης, εν η υπαρχουσι πλειοτεροι των δωδεκα μυριαδων ανθρωπων, οιτινες δεν διακρινουσι την δεξιαν αυτων απο της αριστερας αυτων, και κτηνη πολλα;