Scrutatio

Lunedi, 13 maggio 2024 - Beata Vergine Maria di Fatima ( Letture di oggi)

Livre de Néhémie 6


font
BIBLES DES PEUPLESGREEK BIBLE
1 Samballat, Tobiyas, Guéchem l’Arabe, et les autres ennemis, apprirent que j’avais reconstruit le rempart et qu’il n’y avait plus une seule brèche; cependant, je n’avais pas encore posé les battants des portes.1 Καθως δε ηκουσαν ο Σαναβαλλατ και ο Τωβιας και ο Γησεμ ο Αραψ και οι λοιποι εκ των εχθρων ημων, οτι εγω ωκοδομησα το τειχος και δεν εμεινε πλεον χαλασμα εις αυτο, αν και μεχρις εκεινου του καιρου θυρας δεν εστησα επι των πυλων,
2 Alors Samballat et Guéchem m’envoyèrent ce message: - “Viens nous retrouver à Ha-Kéfirim, dans la vallée d’Ono.” En fait, ils avaient prévu de me faire du mal.2 ο Σαναβαλλατ και ο Γησεμ απεστειλαν προς εμε, λεγοντες, Ελθετε, και ας συναχθωμεν ομου εις τινα εκ των κωμων εν τη πεδιαδι Ωνω. Εβουλευοντο δε να καμωσιν εις εμε κακον.
3 Je leur ai envoyé des messagers avec cette réponse: - “Je suis occupé à un travail important et je ne peux venir. Je ne vais tout de même pas l’interrompre pour venir à votre rencontre.”3 Και απεστειλα μηνυτας προς αυτους, λεγων, Εργον μεγα καμνω και δεν δυναμαι να καταβω? δια τι να παυση το εργον, οταν εγω αφησας αυτο καταβω προς εσας;
4 Ils me l’ont fait dire quatre fois, et je leur ai donné la même réponse.4 Και απεστειλαν προς εμε τετρακις κατα τον τροπον τουτον? και εγω απεκριθην προς αυτους κατα τον αυτον τροπον.
5 Alors, à la cinquième fois, Samballat m’envoya son serviteur avec une lettre5 Τοτε ο Σαναβαλλατ απεστειλε προς εμε τον δουλον αυτου κατα τον αυτον τροπον, πεμπτην φοραν, με ανοικτην επιστολην εις την χειρα αυτου?
6 où il disait: - “Le bruit court chez les étrangers, c’est Gachmou qui me l’a dit, que toi et les Juifs vous préparez une révolte; c’est pour cela que tu as reconstruit le rempart, et c’est toi qui veux devenir le roi.6 εν η ητο γεγραμμενον, Ηκουσθη μεταξυ των εθνων, και ο Γασμου λεγει, οτι συ και οι Ιουδαιοι βουλευεσθε να επαναστατησητε? δια τουτο συ οικοδομεις το τειχος, δια να γεινης βασιλευς αυτων, κατα τους λογους τουτους?
7 Tu as même prévu des prophètes pour te soutenir et proclamer dans Jérusalem: ‘Juda a maintenant un roi.’ “Le roi va sûrement être informé de tout cela, viens donc et discutons ensemble.”7 ετι διωρισας προφητας, να κηρυττωσι περι σου εν Ιερουσαλημ, λεγοντες, Ειναι βασιλευς εν Ιουδα? και τωρα θελει απαγγελθη προς τον βασιλεα κατα τους λογους τουτους? ελθε λοιπον τωρα, και ας συμβουλευθωμεν ομου.
8 Je lui ai retourné cette réponse: - “Il n’y a rien de vrai dans tout ce que tu dis, c’est toi qui as tout inventé.”8 Τοτε απεστειλα προς αυτον, λεγων, Δεν ειναι τοιαυτα πραγματα καθως συ λεγεις, αλλα συ πλαττεις αυτα εκ της καρδιας σου.
9 Tous en effet, voulaient nous faire peur, ils se disaient: - “Ils vont se lasser du travail et la chose ne se fera pas.” Moi, au contraire, je m’accrochais davantage.9 Διοτι παντες ουτοι εφοβεριζον ημας, λεγοντες, Θελουσιν εξασθενησει αι χειρες αυτων απο του εργου, και δεν θελει εκτελεσθη. Τωρα λοιπον, Θεε, κραταιωσον τας χειρας μου.
10 Alors je me suis rendu à la maison de Chémayas fils de Délayas, fils de Méhétabéel, car il ne pouvait venir. Il me dit: - “Retrouvons-nous au Temple de Dieu, à l’intérieur du Sanctuaire, et fermons les portes du Sanctuaire: voici qu’ils arrivent pour te tuer et c’est de nuit qu’ils vont te tuer.”10 Και εγω υπηγα εις την οικιαν του Σεμαια, υιου του Δαλαια, υιου του Μεεταβεηλ, οστις ητο κεκλεισμενος? και ειπεν, Ας συνελθωμεν ομου εις τον οικον του Θεου, εντος του ναου, και ας κλεισωμεν τας θυρας του ναου? διοτι αυτοι ερχονται να σε φονευσωσι? ναι, την νυκτα ερχονται να σε φονευσωσιν.
11 Je lui répondis: -“Un homme comme moi irait se réfugier? Un homme comme moi ne peut pas entrer dans le Sanctuaire et demeurer en vie. Je n’y entrerai pas.”11 Αλλ' εγω απεκριθην, Ανθρωπος οποιος εγω ηθελον φυγει; και τις, οποιος εγω, ηθελεν εισελθει εις τον ναον δια να σωση την ζωην αυτου; δεν θελω εισελθει.
12 J’avais reconnu que ce n’était pas Dieu qui l’avait envoyé. Sa prophétie à mon sujet, c’était simplement Tobiyas qui l’avait payé.12 Και ιδου, εγνωρισα οτι ο Θεος δεν απεστειλεν αυτον να προφερη την προφητειαν ταυτην εναντιον μου? αλλ' οτι ο Τωβιας και ο Σαναβαλλατ εμισθωσαν αυτον.
13 C’était pour que j’aie peur et que je commette un péché en faisant ce qu’il me disait. Il m’aurait couvert de honte et cela m’aurait fait très mauvaise réputation.13 Δια τουτο ητο μεμισθωμενος, δια να φοβηθω και να καμω ουτω και να αμαρτησω, και να εχωσιν αφορμην να κακολογησωσι, δια να με ονειδισωσι.
14 Ô mon Dieu! Souviens-toi de Tobiyas et de ce qu’il a fait là. Souviens-toi aussi de Noadyas, la prophétesse, et des autres prophètes qui voulaient me faire peur.14 Μνησθητι, Θεε μου, του Τωβια και του Σαναβαλλατ κατα τα εργα αυτων ταυτα, και ετι της προφητισσης Νωαδιας και των λοιπων προφητων, οιτινες με εφοβεριζον.
15 On termina le rempart le 25 du mois d’Éloul; on l’avait fait en 52 jours.15 Ουτω συνετελεσθη το τειχος κατα την εικοστην πεμπτην του μηνος Ελουλ, εν πεντηκοντα δυο ημεραις.
16 Lorsque tous nos ennemis apprirent cela, toutes les nations qui sont autour de nous furent remplies de peur, elles se sentirent humiliées à leurs propres yeux et elles reconnurent que c’était grâce à notre Dieu que ce travail s’était réalisé.16 Και οτε ηκουσαν παντες οι εχθροι ημων, τοτε εφοβηθησαν παντα τα εθνη τα περιξ ημων, και εταπεινωθησαν σφοδρα εις τους οφθαλμους εαυτων? διοτι εγνωρισαν οτι παρα του Θεου ημων εγεινε το εργον τουτο.
17 C’est encore en ce temps-là que se multiplia la correspondance entre les nobles de Juda et Tobiyas.17 Προσετι εν ταις ημεραις εκειναις οι προκριτοι του Ιουδα επεμπον συνεχως τας επιστολας αυτων προς τον Τωβιαν, και αι του Τωβια ηρχοντο προς αυτους.
18 En effet, beaucoup de gens en Juda étaient liés par le serment qu’ils avaient fait à Tobiyas: il était le gendre de Chekanyas, fils d’Ara et son fils Yohanan avait épousé la fille de Méchoullam, fils de Bérékya. 19 Ils chantaient même devant moi ses bonnes actions et lui rapportaient tout ce que je disais, c’est pourquoi Tobiyas envoyait des lettres pour me faire peur.18 Διοτι ησαν εν τω Ιουδα πολλοι ωρκισμενοι εις αυτον, επειδη ητο γαμβρος του Σεχανια, υιου του Αραχ? και Ιωαναν ο υιος αυτου ειχε λαβει την θυγατερα του Μεσουλλαμ, υιου του Βαραχιου.
19 Μαλιστα διηγουντο ενωπιον μου τας αγαθοεργιας αυτου, και ανεφερον προς αυτον τους λογους μου. Και ο Τωβιας εστελλεν επιστολας δια να με φοβεριζη.