Salmi 18
123456789101112131415161718192021222324252627282930313233343536373839404142434445464748495051525354555657585960616263646566676869707172737475767778798081828384858687888990919293949596979899100101102103104105106107108109110111112113114115116117118119120121122123124125126127128129130131132133134135136137138139140141142143144145146147148149150
Confronta con un'altra Bibbia
Cambia Bibbia
BIBBIA VOLGARE | LXX |
---|---|
1 In fine, Salmo di David. | 1 εις το τελος ψαλμος τω δαυιδ |
2 I cieli raccontano la gloria di Dio, e il firmamento annuncia le opere delle sue mani. | 2 οι ουρανοι διηγουνται δοξαν θεου ποιησιν δε χειρων αυτου αναγγελλει το στερεωμα |
3 Il giorno racconta la parola al giorno, e la notte manifesta la scienza alla notte. | 3 ημερα τη ημερα ερευγεται ρημα και νυξ νυκτι αναγγελλει γνωσιν |
4 Non sono parole, nè sermoni, de' quali non siano udite loro voci. | 4 ουκ εισιν λαλιαι ουδε λογοι ων ουχι ακουονται αι φωναι αυτων |
5 In ogni terra è uscito loro suono, e nelle fini del mondo loro parole. | 5 εις πασαν την γην εξηλθεν ο φθογγος αυτων και εις τα περατα της οικουμενης τα ρηματα αυτων εν τω ηλιω εθετο το σκηνωμα αυτου |
6 Ha posto il suo tabernacolo nel sole; e lui, come sposo procedente dalla sua camera, rallegrossi come gigante a correre la via. | 6 και αυτος ως νυμφιος εκπορευομενος εκ παστου αυτου αγαλλιασεται ως γιγας δραμειν οδον αυτου |
7 Il suo uscire dal sommo cielo; e il suo corrimento insino al sommo cielo; e non è cui si asconda dal suo calore. | 7 απ' ακρου του ουρανου η εξοδος αυτου και το καταντημα αυτου εως ακρου του ουρανου και ουκ εστιν ος αποκρυβησεται την θερμην αυτου |
8 La legge del Signore, convertente le anime, è immacolata; fedele è il testamento del Signore, che a' piccoli dona la sapienza. | 8 ο νομος του κυριου αμωμος επιστρεφων ψυχας η μαρτυρια κυριου πιστη σοφιζουσα νηπια |
9 Diritte sono le giustizie del Signore, rallegranti i cuori; lucido è il comandamento del Signore, illuminante gli occhii. | 9 τα δικαιωματα κυριου ευθεια ευφραινοντα καρδιαν η εντολη κυριου τηλαυγης φωτιζουσα οφθαλμους |
10 Il santo timore del Signore permane IN SECULUM SECULI; i veri giudicii del Signore sono giustificati in sè medesimi. | 10 ο φοβος κυριου αγνος διαμενων εις αιωνα αιωνος τα κριματα κυριου αληθινα δεδικαιωμενα επι το αυτο |
11 Sono desiderabili sopra molto auro e pietra preziosa, e più dolci che il primo mele. | 11 επιθυμητα υπερ χρυσιον και λιθον τιμιον πολυν και γλυκυτερα υπερ μελι και κηριον |
12 Per certo il servo tuo osserva quelli; osservandoli, hanne molta retribuzione. | 12 και γαρ ο δουλος σου φυλασσει αυτα εν τω φυλασσειν αυτα ανταποδοσις πολλη |
13 Chi intende i peccati? Dalli miei occulti monda me (Signore); | 13 παραπτωματα τις συνησει εκ των κρυφιων μου καθαρισον με |
14 E dalli estranei perdona al tuo servo. (Però che) se non mi signoreggeranno, allora sarò immacolato, e sarò mondato dal grande peccato. | 14 και απο αλλοτριων φεισαι του δουλου σου εαν μη μου κατακυριευσωσιν τοτε αμωμος εσομαι και καθαρισθησομαι απο αμαρτιας μεγαλης |
15 E saranno acciò che i parlari della mia bocca piacciano; e la meditazione del mio cuore sempre sarà nel tuo conspetto. Signore, sei mio aiutatore, e mio ricevitore. | 15 και εσονται εις ευδοκιαν τα λογια του στοματος μου και η μελετη της καρδιας μου ενωπιον σου δια παντος κυριε βοηθε μου και λυτρωτα μου |