1 Ηλθον εις τον κηπον μου, αδελφη μου, νυμφη? ετρυγησα την σμυρναν μου μετα των αρωματων μου? εφαγον την κηρηθραν μου μετα του μελιτος μου? επιον τον οινον μου μετα του γαλακτος μου? Φαγετε, φιλοι? πιετε, ναι, πιετε αφθονως, αγαπητοι. | 1 Пришел я в сад мой, сестра моя, невеста; набрал мирры моей с ароматами моими, поел сотов моих с медом моим, напился вина моего с молоком моим. Ешьте, друзья, пейте и насыщайтесь, возлюбленные! |
2 Εγω κοιμωμαι, αλλ' η καρδια μου αγρυπνει? φωνη του αγαπητου μου? κρουει? Ανοιξον μοι, αδελφη μου, αγαπητη μου, περιστερα μου, αμωμητε μου? διοτι η κεφαλη μου εγεμισεν απο δροσου, οι βοστρυχοι μου απο ψεκαδων της νυκτος. | 2 Я сплю, а сердце мое бодрствует; [вот], голос моего возлюбленного, который стучится: 'отвори мне, сестра моя, возлюбленная моя, голубица моя, чистая моя! потому что голова моя вся покрыта росою, кудри мои--ночною влагою'. |
3 Εξεδυθην τον χιτωνα μου? πως να ενδυθω αυτον; ενιψα τους ποδας μου? πως θελω μολυνει αυτους; | 3 Я скинула хитон мой; как же мне опять надевать его? Я вымыла ноги мои; как же мне марать их? |
4 Ο αγαπητος μου εισηξε την χειρα αυτου δια της τρυπης της θυρας, και τα σπλαγχνα μου εταραχθησαν δι' αυτον. | 4 Возлюбленный мой протянул руку свою сквозь скважину, и внутренность моя взволновалась от него. |
5 Εγω εσηκωθην δια να ανοιξω εις τον αγαπητον μου? και αι χειρες μου εσταζον σμυρναν, και οι δακτυλοι μου σμυρναν σταλακτην, επι τας λαβας του μοχλου. | 5 Я встала, чтобы отпереть возлюбленному моему, и с рук моих капала мирра, и с перстов моих мирра капала на ручки замка. |
6 Εγω ηνοιξα εις τον αγαπητον μου? αλλ' ο αγαπητος μου εσυρθη, εφυγεν? η ψυχη μου ελιποθυμησεν εις τον λογον αυτου? εζητησα αυτον και δεν ευρηκα αυτον, εφωνησα αυτον και δεν μοι απεκριθη. | 6 Отперла я возлюбленному моему, а возлюбленный мой повернулся и ушел. Души во мне не стало, когда он говорил; я искала его и не находила его; звала его, и он не отзывался мне. |
7 Με ευρηκαν οι φυλακες οι περιερχομενοι την πολιν, με εκτυπησαν, με επληγωσαν? οι φυλακες των τειχων αφηρεσαν απ' εμου το ιματιον μου. | 7 Встретили меня стражи, обходящие город, избили меня, изранили меня; сняли с меня покрывало стерегущие стены. |
8 Σας ορκιζω, θυγατερες Ιερουσαλημ, εαν ευρητε τον αγαπητον μου, Τι θελετε ειπει προς αυτον; Οτι ειμαι τετρωμενη υπο αγαπης. | 8 Заклинаю вас, дщери Иерусалимские: если вы встретите возлюбленного моего, что скажете вы ему? что я изнемогаю от любви. |
9 Τι διαφερει αλλου αγαπητου ο αγαπητος σου, ω ωραια μεταξυ των γυναικων; τι διαφερει αλλου αγαπητου ο αγαπητος σου, και ωρκισας ημας ουτως; | 9 'Чем возлюбленный твой лучше других возлюбленных, прекраснейшая из женщин? Чем возлюбленный твой лучше других, что ты так заклинаешь нас?' |
10 Ο αγαπητος μου ειναι λευκος και ερυθρος, διακρινομενος μεταξυ μυριαδων? | 10 Возлюбленный мой бел и румян, лучше десяти тысяч других: |
11 Η κεφαλη αυτου ειναι χρυσιον δεδοκιμασμενον, οι πλοκαμοι αυτου κλαδοι φοινικων, μελανες ως κοραξ? | 11 голова его--чистое золото; кудри его волнистые, черные, как ворон; |
12 οι οφθαλμοι αυτου ως περιστερων επι των ρυακων των υδατων, λελουμενοι εν γαλακτι, καθημενοι ως λιθοι ενθεσεως? | 12 глаза его--как голуби при потоках вод, купающиеся в молоке, сидящие в довольстве; |
13 Αι σιαγονες αυτου ως πρασιαι αρωματων, ως αλωνια φυτων μυρεψικων? τα χειλη αυτου ως κρινα, σταζοντα σμυρναν σταλακτην? | 13 щеки его--цветник ароматный, гряды благовонных растений; губы его--лилии, источают текучую мирру; |
14 Αι χειρες αυτου δακτυλιδια χρυσα, πεπληρωμενα με βηρυλλιον? η κοιλια αυτου ελεφαντινον τεχνουργημα, περικεκοσμημενον με σαπφειρους? | 14 руки его--золотые кругляки, усаженные топазами; живот его--как изваяние из слоновой кости, обложенное сапфирами; |
15 αι κνημαι αυτου στυλοι μαρμαρινοι, εστηριγμενοι επι βασεων καθαρου χρυσιου? το ειδος αυτου ως Λιβανος? εξοχος ως κεδροι. | 15 голени его--мраморные столбы, поставленные на золотых подножиях; вид его подобен Ливану, величествен, как кедры; |
16 Ο ουρανισκος αυτου ειναι γλυκασμοι? και αυτος ολος επιθυμητος. Ουτος ειναι ο αγαπητος μου, και ουτος ο φιλος μου, θυγατερες Ιερουσαλημ. | 16 уста его--сладость, и весь он--любезность. Вот кто возлюбленный мой, и вот кто друг мой, дщери Иерусалимские! |